Κείμενο του Κριστιάν Νίρκα 

Μου την σπάνε τα σύννεφα. Εκείνα τα πυκνά σύννεφα που κρύβουν τον ήλιο.

Με ποιο δικαίωμα! Στερούν το φως με μια γκρίζα αλαζονεία. Με ποιο δικαίωμα!

Αλλά το ξέρω. Ο ήλιος είναι ακόμα εκεί κάπου κρυμμένος και με περιμένει ίσως. Κι αυτό με βαραίνει περισσότερο.

Να’χα μια σαΐτα θα θελα. Να με πετάξει πάνω απ’τα σύννεφα θα’θελα. Να’χα έστω μια σφαίρα ν’ανοίξω μια τρύπα να δω λίγο φως.

Όμως η σαΐτα είναι από χαρτί θα βραχεί και θα πέσει.

Και οι σφαίρες… Οι σφαίρες είναι καλές να σκοτώνουν μόνο τα πιο όμορφα ζώα και τους πιο αθώους ανθρώπους.

Καθώς λοιπόν βλέπω ξανά το ίδιο σκοτάδι, δεν θα κοιτάξω επάνω. Ο ουρανός μ’έχει προδώσει. Θ’ανάψω μονάχα ένα κερί δίπλα στην καρδιά μου να ζεσταθεί κι αμέσως μετά θα το σκεπάσω με το χέρι. Κανένας να μην ξέρει. Κανένας να μην δει το δικό μου χλωμό αστέρι.

Έτσι, μες στον χειμώνα αν κρυώσω ποτέ θα μου δώσει μια σταλιά καλοκαίρι.