Κείμενο του Κριστιάν Νίρκα

Σ’ευχαριστώ για τον χρόνο, τις στιγμές, τα λόγια. Τις σιωπές. Σ’ευχαριστώ για την χαρά που μου έδωσες, σ’ευχαριστώ για τον πόνο. Δεν βαριέσαι…κι ο πόνος είναι κάτι. Πολύ καλύτερο απ’το τίποτα.

Την έρημο που είχα μέσα μου την γέμισες με γέλια, με δάκρυα, με φως και σκοτάδι. Με ήλιο, σελήνη κι αστέρια. Με όνειρα.

Πώς να στο πω. Σ’ευχαριστώ που με πρόδωσες. Όταν έμπηξες στην πέτρα το μαχαίρι βγήκε από μέσα της αίμα. Κι εγώ που τόσο καιρό την είχα για νεκρή…

Όταν πεθαίνει κανείς, το τελευταίο πράγμα που νιώθει είναι ζωή.

Σ’ευχαριστώ.

Και κάτι τελευταίο που θέλω να θυμάσαι είναι αυτό :

Δεν ζητάς απ’τον άλλον να μείνει πιστός. Όσο κι αν το ζητήσεις οι λέξεις είναι φτηνές. Στέκεσαι ακίνητος, αμίλητος, χαμογελάς, κρατάς την πνοή σου κι ελπίζεις να μην τραβήξει σκανδάλη. Ακόμα κι ας το ξέρεις πως θα πυροβολήσει επειδή πρέπει, επειδή δεν μπορεί να κάνει αλλιώς. Ειδικά τότε είναι που εσύ οφείλεις ν’ακουμπήσεις την κάννη στη καρδιά σου. Να μην αστοχήσει.

Γιατί; Επειδή σκέψου …. φαντάσου για λίγο, αν τολμήσει να μην πυροβολήσει !