Άδικα αναζητάς του φεγγαριού το άγγιγμα στις υπόγειες στοές,
Εκεί που περπατάς μόνο το βούρκο θ’ αγκαλιάσεις,
Έντρομος θα τρέξεις διέξοδο να βρεις για να σωθείς,
Μέσα στο σκοτάδι θα χαθείς και θα πονέσεις κλαίγοντας,
Μάταια θα ουρλιάξεις μήπως κι ακουστείς στο αχανές περιθώριο,
Σαν κακοτράχαλος εραστής ο εγωισμός που σε κυνηγάει,
Τρομάζεις δειλιάζεις και ουρλιάζεις στο μίσος του μπροστά,
Οι λυγμοί σου τάραξαν του λιμανιού την άπνοια,
Αγρίεψε η θάλασσα απ’ τα δικά σου σφάλματα,
Κι άξαφνα μια πόρτα πελώρια άνοιξε και στάθηκες να την κοιτάζεις,
Μα ένα κύμα ωστικό έμελλε να σε γραπώσει και στο ντόκο να σ’ αφήσει,
Εκεί που για καιρό σε πρόσμενε της Ανοιχτής Θαλάσσης το κορίτσι.
Της Καλλιόπης Τσούχλη
Πηγή : Λογοτεχνικά κείμενα - Ανθολόγιο Καλλιόπης Τσούχλη
Μου αρέσει αυτό:
Like Φόρτωση...
Σχετικά