Κι αν πράγματι ο κόσμος είχε δίκιο, αν αυτή η μουσική στα καφενεία, αν αυτές οι μαζικές διασκεδάσεις, αν αυτοί οι άνθρωποι που είναι ικανοποιημένοι με τόσα λίγα, έχουν δίκιο, τότε εγώ έχω άδικο, τότε είμαι τρελός, τότε είμαι πράγματι ο λύκος της στέπας, όπως συχνά αποκαλούσα τον εαυτό μου, το ζώο που χάθηκε σ’ ένα κι ακατανόητο κόσμο, και δεν μπορεί να βρει μια πατρίδα, αέρα και τροφή.{…}

Και ποιος έψαχνε στα χαλάσματα της ζωής του κάποιο νόημα, ποιος υπέφερε το φαινομενικά ανόητο, ποιος ζούσε το φαινομενικά τρελό, ποιος ήλπιζε μυστικά μέσα στο τελικό χάος να βρει την αποκάλυψη και την ύπαρξη του θεού;

Να ζεις στον κόσμο σαν να μην ήταν ο κόσμος, να τηρείς τους νόμους κι όμως να είσαι υπεράνω τους, να κατέχεις “σαν να μην κατέχεις”, ν’ απαρνιέσαι σαν να μην ήταν άρνηση…”

Έρμαν Έσσε – “Ο Λύκος της Στέπας.” Εκδόσεις Καστανιώτη