Το τελευταίο ποίημα του Καρυωτάκη
Σημείωμα της σύνταξης του περιοδικού Ξεκίνημα:
Το ανέκδοτο αυτό τραγούδι του Καρυωτάκη, που είναι και το τελευταίο που έγραψε ο ποιητής — λίγες μέρες πριν την αυτοκτονία του –, βρέθηκε από το διάδοχό του στην υπηρεσία της Νομαρχίας Πρεβέζης και σημερινό Δ/τή της κ. Θανάσην Γκέλην, ανάμεσα στα υπηρεσιακά έγγραφα. — Ο φίλος νέος ποιητής κ. Τάκης Τσιάκος είχε την ευγενική καλοσύνη να μας το στείλει για δημοσίευση, αντιγράφοντάς του από το πρωτότυπο. — Στο τραγούδι αυτό είναι φανερή η σύγχυση των εννοιών του ποιητή, που το έγραψε σε στιγμή φρικτής απελπισίας.
Όταν κατέβουμε τη σκάλα τι θα πούμε
στους ίσκιους που θα μας υποδεχτούνε,
αυστηροί, γνώριμοι, αόριστοι φίλοι,
μ’ ένα χαμόγελο στ’ ανύπαρκτα τους χείλη;
Τουλάχιστον δωπέρα είμαστε μόνοι.
Περνάει η μέρα μας, η άλλη ξημερώνει,
και μες στα μάτια μας διατηρούμε ακόμα
κάτι που δίνει στα πράγμα χρώμα.
Αλλά εκεί κάτου τι να πούμε, πού να πάμε;
Αναγκαστικά ένας τον άλλον θα κοιτάμε,
με κομμένα τα χέρια στους αγκώνες,
ασάλευτοι σαν πρόσωπα σε εικόνες.
Αν έρθει κανείς την πλάκα μας να χτυπήσει,
θα φαντάζεται πως έχουμε ζήσει.
Αν πάρει ένα τριαντάφυλλο ή αφήσει χάμου,
το τριαντάφυλλο θα ‘ναι της άμμου.
Κι αν ποτέ στα νύχια μας ανασηκωθούμε,
τις βίλες του Posilipo θα ιδούμε,
Κύριε, Κύριε, και το τερραίν του Παραδείσου
όπου θα παίζουν cricket οι οπαδοί Σου.
Κώστας Καρυωτάκης
Πηγή: εδώ