Τι νέοι που φτάσαμεν εδώ, στο έρμο νησί, στο χείλος
του κόσμου, δώθε απ' τ' όνειρο και κείθε απ' τη γη!
Όταν απομακρύνθηκεν ο τελευταίος μας φίλος,
ήρθαμε αγάλι σέρνοντας την αιώνια πληγή.
Με μάτι βλέπουμε αδειανό, με βήμα τσακισμένο
τον ίδιο δρόμο παίρνουμε καθένας μοναχός,
νοιώθουμε τ' άρρωστο κορμί, που εβάρυνε, σαν ξένο,
υπόκωφος από μακριά η φωνή μας φτάνει αχός.
Η ζωή διαβαίνει, πέρα στον ορίζοντα σειρήνα,
μα θάνατο, καθημερνό θάνατο, με χολή
μόνο, για μας η ζωή θα φέρει, όσο αν γελά η αχτίνα
του ήλιου και οι αύρες πνέουνε. Κι είμαστε νέοι, πολύ
νέοι, και μας άφησεν εδώ, μια νύχτα, σ' ένα βράχο,
το πλοίο που τώρα χάνεται στου απείρου την καρδιά,
χάνεται και ρωτιόμαστε τι να 'χουμε, τι να 'χω,
που σβήνουμε όλοι, φεύγουμ' έτσι νέοι, σχεδόν παιδιά!

Κώστας Καρυωτάκης, από τη συλλογή "Ελεγεία και Σάτιρες" 1927

Απαγγέλλει ο Δημοσθένης Παπαδόπουλος

Καταραμένοι ποιητές

Πεθαίνουν οι καλύτεροι και μόνο οι σάπιοι μένουν 
Φεύγουν οι ομορφότεροι το πνεύμα μας μαραίνουν 
Καταραμένοι ποιητές οι στίχοι σας νεφέλες 
Ματαίως ζουν οι σαρωτές μοιάζουν ψυχές θλιμμένες 
Πεθαίνουν οι καλύτεροι οι ποιητές της θλίψης 
Και ζουν οι αθλιότεροι εκπρόσωποι της σήψης 
Μυσταγωγία σκοτεινή η απαγγελία των στίχων 
Και εμπειρία οδυνηρή η ενσάρκωση των ήχων 
Πεθαίνουν οι καλύτεροι αυτοί που είχαν μέλλον 
Και ζουν οι αναξιότεροι δίχως να έχουν μέλλον 
Καταραμένοι ποιητές απάγκιο στον εφιάλτη 
Άρμα του σκότους απ’ το χθες ασ'την τη μνήμη ασ'τη 
Πεθαίνουν οι καλύτεροι αυτοί που δεν προλάβαν 
Να δούνε τη μαυρήτερη αυγή αυτοί δε μεταλάβαν 
Καταραμένοι ποιητές σε τούτη τη μπαλάντα 
Ματαίως ζούνε οι σαρωτές δε φτάνουν τα σαράντα 
Νέοι πεθαίνουν μα έχουνε τη ωριμάδα γέρων 
Μαζί και σκοτεινάδα 
Γεματοι εκλάμψεις θαυμαστές οι όμορφοι πως φεύγουν 
Οι όμορφοι πως φεύγουν.

Θάνος Ανεστόπουλος

Θάνος Ανεστόπουλος-Καταραμένοι Ποιητές