Κοίτα!
Όλοι κινούνται!
Χορεύουν με τον θάνατο
σ” ασπρόμαυρη σκηνή,
σε παιχνίδι επιβίωσης
όπου τα λάθη τιμωρούνται.

Δες! Εκεί είσαι κι εσύ!
Έχιδνα που ξέρει μόνο
να χτυπά και να σκοτώνει.
Δες! Τόσες φιγούρες πλαστικές:
πύργοι, άλογα, αξιωματικοί
σαν αθάνατοι θνητοί!
Ανάμεσά τους και εσύ.

Με καρδιά που συσπάται βιαστικά
σαν σπαθί πίσω από κάθε αναπνοή
ενώ μάταια να σβήσει προσπαθεί
κάποιες τομές σε πρόσωπο αβρό
που επιβάλλεται σκληρό.

Εσύ πιόνι, που βαδίζει λυπημένο, τρέχει!
Στην οδό της δόξας, ρήγας με υπόδημα ζητιάνου
που προορισμό δεν έχει.

Όμως βραδιάζει και σε βλέπω.
Σε βλέπω σ” άδεια αρένα
μ’ένα βέλος μες στη φτέρνα.
Πεσμένος ζωγραφίζεις ένα πρόσωπο ιλαρό,
στον ουρανό ένα όνομα τραυλίζεις,
και ένα περιστέρι που γύρισε πίσω μας είπε
πως η τελευταία σου φράση,
η τελευταία σου φράση ήταν: «σ” αγαπώ»

Κριστιάν Νίρκα