Βρέθηκαν κάπως τυχαία

Θρύψαλα προσμονής στην τσέπη,

Κοιτάζοντας τον κόσμο με μισό χαμόγελο.

Φοβισμένο. Χωρίς ελπίδα διακυνδίνευσης.

Κάθε “τώρα” να φαντάζει μακρινό

Και κάθε “τότε”, τόσο περασμένο.

Κοιτάσματα στο χάρτη του χρόνου

Με περίσσεια ντροπή και φορεσιές

Κεντημένες από λάθη.

Πόσο δύσκολο να λες ότι δε μετανιώνεις για τίποτα.

Πόσο εγωιστική η δυσκολία αυτή.

Δάκρυα από μάλαμα,

εκείνα που δεν κυλούν στο πρόσωπο,

αλλά στην ψυχή σου.

Κάθε λέξη, γρατζουνιές και μώλωπες

Και κάθε απουσία λέξης, χαράκωμα βαθύ.

Με πόνεσαν οι λέξεις,

μα και σένα εκείνες σε πόνεσαν.

Κι ας μην ποτίζουν εκείνες τα λουλούδια

Κι ας μην έχουν σημασία

Κι ας μην έχουν νόημα και ιστορία.

Λέξεις.

Που είτε υπάρχουν, είτε όχι

σφάζουν και πετσοκόβουν.

Επειδή τις αφήσαμε τόσο να μας επηρεάσουν.

Επειδή δε μάθαμε να τις ελέγχουμε.

Επειδή δε θα μάθουμε ποτέ.

Και θα πονάμε για όσα μας είπαν.

Για όσα είπαμε.

Για όσα δε μας είπαν.

Για όσα δεν είπαμε κι εμείς.

Μαρία Μούσχουρου