“Πού είναι ο Θεός; Θα σας πω. Τον έχουμε σκοτώσει- εσείς κι εγώ!” Φ. Νίτσε
Ο τρελός.- Δεν έχετε ακούσει για εκείνον τον τρελό που άναψε ένα φανάρι στις λαμπρές ώρες του πρωινού, έτρεξε στην αγορά και φώναζε διαρκώς: “Αναζητώ το Θεό! Αναζητώ το Θεό!” Καθώς πολλοί από εκείνους που δεν πίστευαν στο Θεό στέκονταν γύρω εκείνη τη στιγμή, προκάλεσε πολύ γέλιο.
“Έχει χαθεί;” ρώτησε ένας. “Έχασε το δρόμο του όπως ένα παιδί;” ρώτησε κάποιος άλλος. “Ή μήπως κρύβεται; Μήπως μας φοβάται; Έχει έρθει από ταξίδι; Είναι μετανάστης;” – Έτσι φώναζαν και γέλαγαν. Ο τρελός πήδησε ανάμεσά τους και τους διαπέρασε με το βλέμμα του. ‘‘Πού είναι Θεός;’’ φώναξε.
‘‘Θα σας πω. Τον έχουμε σκοτώσει- εσείς κι εγώ! Όλοι μας είμαστε οι δολοφόνοι του! Αλλά πώς το κάναμε αυτό; Πώς θα μπορούσαμε να πιούμε τη θάλασσα; Ποιος μας έδωσε το σφουγγάρι να σκουπίσουμε ολόκληρο τον ορίζοντα; Τι κάναμε όταν αποδεσμεύσαμε τη Γη από τον Ήλιο; Προς τα πού κινείται τώρα; Προς τα πού κινούμαστε; Μακριά από όλους τους ήλιους; Δεν βυθιζόμαστε συνεχώς; Και προς τα πίσω, πλάγια, προς τα εμπρός, σε όλες τις κατευθύνσεις; Υπάρχει ακόμα πάνω η κάτω; Δεν περιπλανιόμαστε μέσα σ’ ένα άπειρο τίποτε; Δεν αισθανόμαστε την ανάσα του κενού διαστήματος; Δεν έχει γίνει πιο κρύο; Η νύχτα δεν μας πλησιάζει διαρκώς; Δεν πρέπει να ανάψουμε φανάρια το πρωί; Δεν ακούμε τίποτα εκτός από το θόρυβο των νεκροθαφτών που θάβουν το Θεό; Δεν μυρίζουμε τίποτα παρά μόνο τη θεία αποσύνθεση; – Και οι Θεοί αποσυντίθενται!
Ο Θεός είναι νεκρός! Ο Θεός παραμένει νεκρός! Και τον έχουμε σκοτώσει! Πώς θα παρηγορηθούμε, οι δολοφόνοι όλων των δολοφόνων; Ό, τι ήταν ιερότερο και τρανότερο στον κόσμο πέθανε ματωμένο από τα μαχαίρια μας,- ποιος θα σκουπίσει αυτό το αίμα από πάνω μας; Ποιο νερό υπάρχει για να μας καθαρίσει; Ποιες γιορτές της συμφιλίωσης, ποια ιερά παιχνίδια πρέπει να εφεύρουμε; Δεν είναι το μεγαλείο αυτής της πράξης πολύ μεγάλο για μας; Δεν πρέπει εμείς οι ίδιοι να γίνουμε Θεοί ώστε να φανούμε αντάξιοι; Δεν υπήρξε ποτέ σπουδαιότερη πράξη, – και όποιος γεννηθεί μετά από μας, χάριν αυτής της πράξης θ’ ανήκει σε μια λαμπρότερη ιστορία από όλη την ιστορία έως τώρα!’’
Τώρα ο τρελός έμεινε σιωπηλός και κοίταξε πάλι τους ακροατές του: κι εκείνοι ήταν σιωπηλοί και τον κοίταζαν κατάπληκτοι. Στο τέλος έριξε το φανάρι του στο έδαφος, έσπασε σε κομμάτια κι έσβησε.
‘‘Ήρθα πολύ νωρίς,’’ είπε έπειτα. ‘‘Δεν είναι ακόμη ο καιρός μου. Αυτό το φοβερό γεγονός είναι ακόμα στο δρόμο του, ακόμα περιπλανιέται- δεν έχει φθάσει ακόμα στα αυτιά των ανθρώπων. Η αστραπή και η βροντή απαιτούν χρόνο. Το φως των αστεριών απαιτεί χρόνο. Οι πράξεις, αν κι έχουν γίνει, χρειάζονται χρόνο για να ιδωθούν και να ακουστούν. Αυτή η πράξη είναι μακρύτερά τους από τα πιο απόμακρα αστέρια- και ωστόσο το έχουν κάνει οι ίδιοι!’’
Φ. Νίτσε, απόσπασμα από το έργο του The Gay Science (Die fröhliche Wissenschaft, ως “Η χαρούμενη επιδίωξη της γνώσης και της κατανόησης”) 1882