Μπήκα περπατώντας στις μύτες των ποδιών μου. Υγρή και σκοτεινή σπηλιά, γεμάτη μούχλα και μνήμες τσακισμένες. Μυρίζει “πτώμα” εδώ μέσα. Κάποιος πέθανε, κάτι τελείωσε.

Κοιτάζω τα νύχια σου, που λείαινα υπομονετικά με την ανοχή μου τόσο καιρό. Ακούω το βρυχηθμό σου κι απορώ, πώς γίνεται κάποτε να τον νόμιζα για λέξεις. Το βλέμμα σου άδειο και σκληρό. Λες να ήταν πάντοτε έτσι;

Στέκομαι μπροστά σου και η σκιά σου με καλύπτει. Στέκομαι όμως! Και όσο στέκομαι, ψηλώνω. Και όσο ψηλώνω, μεγαλώνω..

Καιρός μου ήταν πια να μεγαλώσω.

Κοίτα με τώρα! Η σκιά μου καλύπτει τη δική σου. Ακόμη και όταν δε θα’ μαι για σένα τίποτα άλλο παρά μια ανάμνηση, η σκιά μου πάντοτε πλέον θα καλύπτει τη δική σου.

“Φτου ξελευθερία!” φωνάζαμε μικρά.

 

Σοφία Παπά

Piergiorgio Branzi.jpg

Piergiorgio Branzi – Napoli 1953