Παπαδιαμάντης περί έρωτος
Αγάπες ταξιδιάρες
Αγάπες ταξιδιάρες στο κύμα το θολό
κι εβούλιαξε η βαρκούλα κι επέσαν στο γιαλό. 1891
Το σώμ’ αυτό το αιθέριο
Το σώμ’ αυτό το αιθέριο στη γη να μη λυγίση
Και το χαμόγελο ποτέ στα χείλη να μη σβύση·
Να μη φανή το κάλλος σου πως είν’ από το χώμα.
Ω, χαίρε, του θανάτου, που μ’ επότισες το πόμα. 1907
Δεν έχω πλεια παράπονο
Δεν έχω πλεια παράπονο σ’ εσέ, δεν έχω, κόρη•
τον πόνον, που το στήθος μου εξέρνα, δεν εχώρει•
θα τον χωρέσ’ η άβυσσος, η γη θα τον χωρέση•
είναι βαθύ το πέσιμο, που η φτέρνα μου θα πέση. 1876

Εννέα δίστιχα (ΘΕΡΟΣ – ΕΡΩΣ)
Eικόν’ αχειροποίητη, που στην καρδιά μου σ’ είχα,
κι είχα για μόνο φυλαχτό μια της κορφής σου τρίχα.
Ονείρατα στον ύπνο μου μαυροφτερουγιασμένα,
σαν περιστέρι στη σπηλιά μ’ ετάραξαν για σένα.
Κίνδυνο, μαύρο σύγνεφο, οι μάγισσες μου λένε•
τ’ αηδόνια αυτά που κελαδούν μου φαίνονται πως κλαίνε.
Να σε χαρεί κι η άνοιξη μαζί με τα λουλούδια,
όπου ’ναι σαν αμέτρητα, ζωγραφιστά τραγούδια.
Συ στο σχολειό δεν έμαθες να γράφεις ραβασάκια.
Στα χείλη σου τα ρόδινα πού τα ‘βρες τα φαρμάκια;
Στα μάτια τα ψιχαλιστά πόχ’ Έρωτας καρτέρι,
πόσο μεθύσι μέθυσα ένας Θεός το ξέρει.
Τα μάτια τα ψιχαλιστά γύρνα σ’ εμέ, πουλί μου,
αγάπη μου περήφανη, αγάπη διαλεχτή μου.
Kι αυτό το μορφοδούλικο, το τιμημένο χέρι,
αν έσφιξε ή τόσφιξαν, ένας Θεός το ξέρει.
Tη χάρη σου τη σπλαχνική μη μ’ αρνηστής, αρνί μου,
Αγάπη μου αιώνια, αγάπη μου στερνή μου. 1891
Συ, που θάμπωσες τον ήλιο
Συ, που θάμπωσες τον ήλιο, που σ’ εζήλεψ’ η αυγή,
Σπέρμα ουράνιο, ριχμένο, που εβλάστησες στη γη… 1876 :
ΠΗΓΗ : Homo Universalis
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ : ItravelPoetry