Περνάω περίεργες νύχτες
Και οι περίεργες νύχτες
Περνούν από πάνω μου
Σαν οδοστρωτήρας
Που μ έχει κάνει μια επιφάνεια
Επίπεδη.

 

Ή κυρία του απέναντι υπογείου
Δεν έχει ιδέα για όλα αυτά
Το μονίμως κλειστό παντζούρι της νύχτας μου
Της φαίνεται μάλλον βολικό.
Οι μουσικές απ το σπίτι της
Μου φαίνονται μάλλον εκτός του κλίματος
Και θα μείνουμε άγνωστες με την απέναντι κυρία.
Εγώ μια άψογη επιφάνεια Κι εκείνη ένας κανονικός άνθρωπος
Με όγκο και εξογκώματα
Που καιρό τώρα αποφεύγω.

 

Μία μέρα οι μουσικές του υπογείου
Ήταν απρόσμενα δυνατές.
Έφυγα γρήγορα,
Περιφέροντας απρόθυμα το επίπεδό μου
Και κάτι ένιωσα στις άκρες να διαβρώνει
Σαν να κατέρρεε το τέλειο στρώσιμό μου.
Βέβαια!

 

Ολοκαίνουρια και περιπαικτικά
Απλώνονται τα μάτια σου επάνω μου
Γελάνε
Που δεν μπορούνε πια
Να κάνουνε τσουλήθρα ή αναρρίχηση
Σ’ αυτή την επιφάνεια.

 

Ολοκαίνουρια τα πόδια σου
Πατούν τώρα εύκολα πάνω της
Και τη διασχίζουν.
Μα τι είναι αυτό;
Μια τσίχλα κολλημένη στο παπούτσι σου,
Η παλιά μας ευτυχία.
Μία τσίχλα σαλιωμένη μονάχα
Μας ενώνει.
Και συ σαστίζεις
Από ντροπή – ποιος ξέρει – ή αηδία
Να την ξεκολλήσεις μπροστά σε τρίτους.
Τι κι αν ήταν οι ίδιοι τρίτοι δίπλα μας
Όσο καιρό ανίδεοι τη μασάγαμε ;