Άμοιρη τήξη
Δεν ήθελα να τυλίγομαι με την πικέ κουβέρτα, αν δεν είχες πρώτα φασκιωθεί εσύ με αυτήν.
Δε μου άρεσε το πρόσωπό μου, αν δε κρυβόταν από το δικό σου πρόσωπο.
Δεν ήθελα να ξεκλειδώσω, αν δεν είχες πρώτα φτάσει σπίτι εσύ.
Δεν ήθελα να μιλάω στο τηλέφωνο, αν δε μιλούσα σ’ εσένα.
Μέρες αφότου έφυγες∙
είχα κρατήσει ακόμα τα φιλιά σου, σε λεπτό σελοφάν
-καταψυγμένα στους μείον πέντε,
άοσμα και θαμπά-
Φθαρτή πέτσα για επουράνια σχέση;
Προοικονομία τραγικής κατάληξης…
Λανθασμένες βελονιές, τρεμάμενα χέρια, σάπια δόντια∙
η απαρχή της κακομοιριάς.
Στη διάφανη μεμβράνη το αποτύπωμα είχε μισοσβηστεί.
Το άνω χείλος μου είχε ξεφύγει λίγο,
αλλά σα να αισθανόμουν την υφή του∙
αδρώς,
αδρώς και λαθραίως.
Ξέρεις, κάποτε το λάθος και η λήθη μοιράζονταν την ίδια ρίζα.
Στον μεγάλο ξεριζωμό χωρίστηκαν.
Και έτσι τώρα εσύ μπορείς να λογιέσαι για λήσμων και αλάθητος συνάμα.
Εγώ όμως;
Γιατί έμεινα με ένα σβησμένο φιλί στο χέρι;
Της ειμαρμένης τα γινάτια, εγώ θα τα πληρώσω;
Γι’αυτό και εγώ τα έβαλα μ’ εσένα.
Που δε σου στέρησα τίποτα.
Που δε σου ζήτησα τίποτα.
Μονάχα ένα φιλί σε σελοφάν.
Και αυτό, μου το έδωσες λιωμένο.
-Ιάσμη
Στείλτε μας και εσείς το ποίημά σας στο email : itravelpoetry2017@gmail.com
ή inbox στην σελίδα μας στο facebook