Ανησυχώ ότι με εξισώνεις με χειραψίες

Και άνθρωπε θα αναλογιζόσουν:

«Χειραψίες;»

Καταλαβαίνεις…

Αμήχανα συστήνεσαι, δίνεις τ’όνομά σου, παίρνεις το δικό τους

Μετά το ξεχνάς.

Φευγαλέα δραπετεύει από το μυαλό

Γιατί το μυαλό συγκρατεί ό,τι κάνει κρότο,

άνθρωπε, τα θορυβώδη.

Τι να τα κάνει τα σιγανά, τα ανάξια, τα έρποντα;

Θέλει τους βαρείς περπατητές.

Όσα περνούν και γδέρνουν.

Ό,τι απλά χαϊδεύει, ο νους το πετά.

Έτσι και κάτι χειραψίες, από τυχαίες γνωριμίες, συναναστροφές και συναθροίσεις.

Άνθρωπε είμαι εγώ μια χειραψία ;

Ανήκουστο,

Θα’λεγα οδυνηρό.

Το δικό μου το άγγιγμα το λογίζεις για χειραψία;

Άνθρωπε εγώ σ’έγδαρα. Άφησα μώλωπες κι οιδήματα.

Τέτοιες φθηνές εξισώσεις να μου λείπουν. Θα μου αποδίδεις ότι μου αναλογεί.

Δεν δέχομαι…

Δε θα μπορούσα να δεχτώ ότι από άγγιγμα που γλείφει ευλαβικά ακόμη και τα μύχιά σου ,

Την πιο εσώψυχη ψυχή σου , με υποβιβάζεις σε χειραψία.

Ύβρις.