Ο ερχομός – Μάγδα Βαρούχα
Γαμήμενο καλοκαίρι.
Είσαι ό,τι πιο ομορφο,
ό,τι πιο μοιραίο, πιο λαθραίο, πιο ζεστό,
πιο βρώμικο – πιο αληθινό.
Είσαι απο δέρμα. Έχεις αφή. Σάρκα και οστά.
Είσαι όλες οι εποχές μαζί,
Οι φωνές των άγριων ζώων.
Οι φωνές των άγριων στιγμών, μέσα μας.
Έχεις το φως και τα όνειρα καθε τρελού.
Έχεις τα χρώματα όλων των ουρανών
και τα πάθη όλων των ανθρώπων.
Οι μέρες σου ωριμάζουν τα καυτά βράδια, γεμίζοντας αλάτια τα πνευμονία τους, και αρχίζεις να γεννάς χιλιάδες αναπνοές ελευθερίας.
Αρχίζεις να αντέχεις.
Κοπάδια πεινασμένης ελευθερίας.
Μωβ. Μπλε. Ροζ. Πράσινα συναισθήματα.
Χείμαρρος ζεστής πλημμύρας, έτοιμη να σε πετάξει στον πιο εύθραυστο βράχο μιας ρομαντικής ανθρωπότητας.
Αμαρτία ή αναγκαιότητα;
Έρχεσαι ένα μεθυσμένο μεσημέρι
και στη μέση του πρώτου καύσωνα θα στάξει στο μέτωπο σου η ψιχάλα της τελευταίας, γερασμένης ανοιξιάτικης βροχής.
Το κορμί και τα παράθυρα, τώρα, θα τα λυγίσεις.
Θα γλιστρήσεις στις άκρες όλων των αμαρτιών σου, και όλα θα είναι λάθος, αν δε σώσεις τη στιγμή.
Γιατι δεν είναι πάντα καλοκαίρι.
Και εσύ, δεν είσαι πάντα ελεύθερος να πετάξεις, να φαντασιωθείς και να λιώσεις με ούζο περιμένοντας να ξημερώσει η επόμενη ημέρα, γυμνή.
Τώρα, οι πέτρες και το χώμα καίνε.
Ο Μάιος και τα σπαρτά, φωνάζουν ξηρασία. Μυρίζουν έρωτα που περιμένει το φιλί να μη στερέψει.
Σε λίγο, έρχεσαι,
Εσύ, το καλοκαίρι.
Ποίημα και φωτογραφία: Μάγδα Βαρούχα