Το μαύρο μελάνι
Άσπρες λέξεις
Η ψυχή ρωμαλέα
Παλεύει το μαύρο
Η ψυχή μου η κόκκινη
Δρασκελιές σημαδεύει
Πάνω σ’ολόλευκο
Άδειο χαρτί
Ζωή γυρεύει
Ο θάνατος μέσα μου
Το μαύρο επιδέξια
Κοντράρει το άσπρο
Την πόρτα χτυπώ
Στην άβυσσο απ’έξω
Τι κι αν ο φόβος
Με ωθεί να κρυφτώ
Το άσπρο μέσα μου
Ολόλευκο χτίζω
Μήπως το σκούρο
Το μαύρο φύγει

Ή μήπως απ’έξω
Κλεισμένη, στον Κόσμο
Χτυπώ την πόρτα
Από την άβυσσο;
Μου λεν πως απ’έξω
Η πλάση είν’ωραία
Μα τι είναι ωραίο
Με τα μάτια θολά;
Όποιος τολμάει
Να μου πάρει τα μάτια
Την άγρια πλάση
Που βλέπω να δει
Την ασυγχώρητη
Κατάρα που ‘χα
Από μικρή
Κουβαληθεί
Κι ύστερα ας κοπιάσει
Να μου τα δώσει

Η ας τα πετάξει
Αφού τη δει

Αγγελική Λελέκου