Ενός λεπτού σιγή ~ Ντίνος Χριστιανόπουλος
Ενός λεπτού σιγή
Εσείς που βρήκατε τον άνθρωπό σας
κι έχετε ένα χέρι να σας σφίγγει τρυφερά,
έναν ώμο ν’ ακουμπάτε την πίκρα σας,
ένα κορμί να υπερασπίζει την έξαψη σας,
κοκκινίσατε άραγε για την τόση ευτυχία σας,
έστω και μια φορά;
είπατε να κρατήσετε ενός λεπτού σιγή
για τους απεγνωσμένους;
(Ποιήματα, Ανυπεράσπιστος καημός – Ντίνος Χριστιανόπουλος)
Ενός λεπτού σιγή για τον “ανυπεράσπιστο καημό” του μεγάλου ποιητή της γενιάς του ’30, Ντίνου Χριστιανόπουλου. Ενός λεπτού σιγή για την απόγνωση της ερωτικής στέρησης, την αγωνία της ερωτικής ικανοποίησης και το δράμα της ερωτικής ιστορίας που απεικονίζεται στα ποιήματα του. Ενός λεπτού σιγή για τον Θεσσαλονικιό απόφοιτο της Φιλοσοφικής σχολής Α.Π.Θ, συνώνυμο του αυθορμητισμού και της αντισυμβατικότητας.
Ερωτικός ποιητής ο Χριστιανόπουλος, με την πένα του να ζωγραφίζει καρδιές μεταξύ στίχων και ψυχής και τη σκέψη του να διαψεύδει ηδονές. Η ερωτική του διάθεση σαν κύμα θαλάσσης τσακίζεται στα βράχια του ανικανοποίητου ενώ ο ίδιος μένει μετέωρος μεταξύ στεριάς και θάλασσας, μεταξύ ηθικής και θέλησης, μεταξύ ενοχής και αλήθειας. Ως ναυαγός του ερωτικού πόθου κατηγορεί τη θάλασσα για τους καρχαρίες, τις μέδουσες και τις ρουφήχτρες όμως δεν την προδίδει “η θάλασσα είναι σαν τον έρωτα : μπαίνεις και δεν ξέρεις αν θα βγεις”. Παλεύει με τους καρχαρίες και δεν φοβάται τον πνιγμό. Δεν φοβάται την αποκάλυψη της ταυτότητας του, την αλήθεια του, την υπεράσπιση του, την έκφραση των συναισθημάτων του όπως ο ίδιος ξέρει, με λιτό και καθαρό ύφος απογυμνωμένο από τα στολίδια της σύγχρονης φλυαρίας. Κατηγορηματικός στις πεποιθήσεις του και τυφλός εραστής του ανικανοποίητου.
Η μεγαλύτερη του αδυναμία, ο Καβάφης. Κοινός παρανομαστής: ο ερωτισμός τους. Ειδοποιός διαφορά : η οπτική της ερωτικής τους διάθεσης. “Η βασική διαφορά είναι ότι ο Καβάφης είναι φιλήδονος ενώ εγώ γράφω για την αδυναμία της ερωτικής στέρησης” δήλωνε ο ποιητής κάθε φορά που αναφερόταν στον μεγάλο του δάσκαλο.
Ζητά από τους ερωτευμένους να κρατήσουν ενός λεπτού σιγή για τους απελπισμένους, για τις “άστεγες αγάπες” ενώ παράλληλα ρίχνει τα βέλη του στην πηγή της ευτυχίας τους. Τους ενημερώνει πως ο έρωτας δεν είναι μία μόνιμη, δεδομένη και αμετάβλητη κατάσταση και τους ζητά να δείξουν ευγνωμοσύνη γι’ αυτό που ζουν. Τους προσγειώνει απότομα στο χώρο της μοναξιάς, του ανεκπλήρωτου. Στην ερώτηση “Να αγαπάς ή να αγαπιέσαι;” ταυτίζεται με τον Εγγονόπουλο και απαντά:
-Να αγαπώ.
Σ’ αγάπησαν ποτέ όσο αγάπησες εσύ;
-Μιάμιση φορά μου έχει συμβεί.
Γλυκόπικρες οι απαντήσεις του, πικρόγλυκος ο ερωτισμός του.
“σαν τον καφέ είναι ο έρωτας
άλλοι τον προτιμούν βαρύγλυκο
άλλοι τον θέλουν με ολίγη
οι πιο πολλοί τον πίνουν μέτριο
κι όλοι το ίδιο τον πληρώνουν.”
Τα λέμε σύντομα
Έλλη