Η σύγχρονη χούντα- Βασιλική Ανδρουλάκη
Τα φώτα των δρόμων σβηστά. Άγνωστη ησυχία. Ίσως και να τρόμαζες.
Κάνω ποδήλατο. Προσπαθώ να πάρω ανάσα. Η μάσκα με εμποδίζει. Την
κατεβάζω. Ο χειμωνιάτικος αέρας με χτυπάει στο πρόσωπο , με ξυπνάει.
Νιώθω για λίγο μία δόση ελευθερίας. Χαμογελάω στο σκοτάδι.
Απομόνωση, αποξένωση. Πόσο εύκολα ο φόβος σε φυλακίζει. Πόσο
εύκολα υπακούς, σκύβεις το κεφάλι. Είναι θέμα υγείας άλλωστε. Η υγεία
πάνω από όλα. Έτσι δεν λένε; Καλύτερα ζωντανός κι ας είσαι υποταγμένος.
Στον φόβο. Και στην εξουσία. Ο παραλογισμός στο μεγαλείο του. Όπως και
η κατάχρηση εξουσίας. Παραβίαση δικαιωμάτων μα όλοι σιωπούν.
Το μέλλον όλο και πιο καταστροφικό. Και δεν είναι αναρχική αυτή η
καταστροφή. Είναι απόλυτα έννομη και αποδεκτή από τους πολλούς και
δυνατούς του κόσμου. Και μετά από τόσες φωνές όλα παραμένουν ίδια.
Μάτωσε ο λαιμός ξεράθηκαν τα μάτια μα είναι λες και δεν ειπώθηκε ποτέ
ούτε μία λέξη για την ελευθερία. Παρά τις κραυγές ο ουρανός σκοτείνιασε
και σήμερα όπως και κάθε άλλη μέρα. Και το πρωί ξημέρωσε χωρίς να έχει
επέλθει καμία αλλαγή. Μα όσο σκοτάδια και αν καλύψουν την πόλη οι
φωνές θα συνεχίζονται. Οι δρόμοι θα γεμίζουν από συνθήματα. Και ας
γνωρίζουμε πως το βράδυ θα έρθει απόψε ακόμη πιο σκοτεινό. Που και
που απελπίζεσαι. Γιατί συνεχίζονται οι προσπάθειες όταν γνωρίζουμε πως
κανείς δεν θα δώσει σημασία; Η ελπίδα είναι πολύ δυνατό συναίσθημα.
Παρακινεί, παθιάζει. Ελπίδες και φωνές ολόγυρα στην πόλη. Κάποιοι ίσως
νοιαστούν. Μα οι περισσότεροι θα κλείσουν μάτια και αυτιά.
Θα αρκεστούν σε αυτά που ακούν στις ειδήσεις. Η ροή των πραγμάτων δεν
αλλάζει παρά τα αίματα παρά τα δάκρυα παρά τον θόρυβο και τους
καπνούς. Οι ζωές συνεχίζονται λες και δεν υψώθηκε πότε καμία φωνή
καμία γροθιά οργισμένη. Μα υπάρχουν τα σημάδια στον λαιμό σου σαν
απόδειξη για τον αγώνα σου. Και ας ήταν για κάποιους άηχος εσύ ξέρεις
με πόσο πάθος φώναξες. Μα και απόψε ο ουρανός σκοτείνιασε. Κι απόψε
τα μπλε φώτα των περιπολικών σκορπούν πανικό.
Ο ιός έχει εξαπλωθεί πια. Ήρθε για να μείνει όπως και οι νέοι νόμοι. Που
βαδίζουμε; Συχνά κάνω στον εαυτό μου αυτήν την ερώτηση. Θα γίνουν
πότε τα πράγματα όπως πριν; Θέλω να βγω στο μπαλκόνι και να ουρλιάξω.
Σταματήστε να κλέβετε τα καλύτερά μας χρόνια. Θέλω να ουρλιάξω στα
πρόσωπα των ανθρώπων. Πρέπει να ξυπνήσουν. Η εκπαίδευση
υποβαθμίζεται. Η νέα γενιά αποβλακώνεται. Στα σχολεία μοιράζονται
μάσκες ή και παρωπίδες. Όλοι μπροστά από μια οθόνη. Σκοτώνουν την
ώρα τους. Τα εγκεφαλικά τους κύτταρα. Συμβιβαζόμαστε ώσπου να
ηρεμήσουν τα πράγματα. Προσαρμοζόμαστε στις νέες συνθήκες. Τις
συνηθίζουμε. Στο τέλος θα ξεχάσουμε πως ζούσαμε παλιά . Και δεν θα
απαιτούμε τίποτα. Θα βολευτούμε μες στο σπίτι. Στο καναπέ μας. Θα
συνηθίσουμε στην μοναξιά μας και οι κοινωνικές συναναστροφές θα μας
κουράζουν. Ίσως και να μην είναι αναγκαίες. Μιλάμε από μηνύματα από
κάμερες. Ξεχνάμε πως είναι η ανθρώπινή επαφή, το ανθρώπινο άγγιγμα.
Κλεινόμαστε όλο και περισσότερο στον εαυτό μας. Όλο και περισσότερος
χρόνος για σκέψη περί ζωής, περί ευτυχίας. Είναι δύσκολο να βρεθεί η
ευτυχία όταν συνεχώς βάζουν τις ζωές μας σε παύση. Όταν στήνουν
μπλόκα σε κάθε μας σχέδιο. Και οι σκέψεις συνεχίζονται ενώ η ζωή
σταματά. Η θλίψη και η απόγνωση φωλιάζουν στην καρδιά. Η οικονομία
καταρρέει. Οικογένειες πεινάνε. Πόσο θα αντέξουμε ακόμα; Ένα ένα τα
δικαιώματα μας αφαιρούνται. Ζητάνε βουλωμένα στόματα. Ζητάνε κοπάδι
από πρόβατα να τους ακολουθήσει. Τους ηγέτες τους σωτήρες. Γεμίζουν
το μυαλό των ανθρώπων με ψέματα. Υποτιμάν την νοημοσύνη μας. Ως
εδώ. Καλημέρα κόσμε. Ώρα να ξυπνήσεις. Το ξυπνητήρι χτυπά από ώρα
και εσύ όλο το κλείνεις. Όσο δύσκολο κι αν είναι σήκωσε επιτέλους το
κεφάλι από το μαξιλάρι σου. Όσο βαρύ κι αν είναι το στρώμα πρέπει να
σηκωθείς. Η ζωή είναι εκεί έξω. Και περνά δεν θα σε περιμένει. Τα όνειρα
δεν έσωσαν ποτέ κανέναν. Ώρα να βγεις από το σπίτι σου. Να πατήσεις
πόδι ενάντια στην νέα εποχή. Στην εποχή της σύγχρονης χούντας