Κάθε μέρα είναι και από μία καταγγελία και από μία νέα αποκάλυψη βίας, παρενόχλησης, βιασμών
και εκβιασμών στο χώρο του θεάτρου, της τέχνης, της τηλεόρασης, του αθλητισμού, του
πολιτισμού και η λίστα θα μπορούσε να συνεχίσει μέχρι να απαριθμήσω όλα τα επαγγέλματα. Οι
κατηγορίες πληθαίνουν, τα στόματα ανοίγουν και οι άνθρωποι πέφτουν απ’ το βάθρο τους. Η
αλήθεια ξεπλένει το ψέμα και έρχεται να ρίξει φως σε σκοτάδια ηθελημένα ή και αθέλητα. Σε
σκοτάδια που επιβλήθηκαν, σε σιωπές που εξαγοράστηκαν, σε μνήμες που έθαψαν όσο πιο βαθιά
μπορούσαν το τραύμα και έκαναν ότι το ξέχασαν. Οι ερωτήσεις των πολλών θα πουν γιατί τώρα,
γιατί όλοι, γιατί έτσι. Θα πουν το ήθελε, θα κατηγορήσουν, θα δείξουν με το δάχτυλο. Άλλοι θα
λυπηθούν, θα κλάψουν, θα θυμηθούν, θα κάνουν πως ξεχνούν πάλι, θα θάψουν τη δική τους
ιστορία, γιατί τώρα και ποτέ δεν θα είναι η ώρα τους. Άλλοι θα βγουν να βρίσουν τον θύτη και
άλλοι θα πάρουν το μέρος του. Άλλοι θα βγάλουν έναν συγκινητικό λόγο υπεράσπισης για το θύμα,
θα μειδιάσουν, θα νεύσουν συγκαταβατικά, θα κάνουν πως καταλαβαίνουν. Και όμως τι κατάλαβες
πραγματικά όταν το άκουσες; Και το κυριότερο, τί ένιωσες;

Η ντροπή είναι ένα από τα πρώτα πράγματα που νιώθει ένα θύμα σωματικής, λεκτικής ή
ψυχολογικής βίας. Η ντροπή, η ενοχή και η τάση να βγάζει τον εαυτό του υπαίτιο για ό,τι συνέβη. Η
ντροπή που ξεκινά βαθιά μέσα από το στομάχι σαν συναίσθημα για να κυριεύσει την καρδιά και το
μυαλό και να θολώσει την σκέψη λέγοντας συνεχώς σαν μάντρα “δεν πρέπει να το μάθει κανείς
αυτό που έγινε”. Το μυαλό λυγίζει και η μνήμη κακήν κακώς απωθεί την εμπειρία. Το τραύμα όμως
υπάρχει πάντα πίσω από τις λέξεις, πίσω από τις πράξεις και πίσω από τις ενέργειες. Υπάρχει το
πρωί όταν ξυπνάς, όταν κοιτάς τον εαυτό σου στον καθρέφτη, όταν θα πάρεις πρωινό, όταν θα
δουλεύεις. Όταν θα φιλάς τα παιδιά σου πριν τα στείλεις στο σχολείο. Μόνο που η ντροπή και οι
συνεργοί της το έχει μασκαρέψει. Για να μην το βρεις. Και ας είναι μέσα στα πόδια σου.

Η ντροπή είναι εκείνη που κατά κύριο λόγο μας εμποδίζει από το να συνδεθούμε με τους
ανθρώπους . Φοβόμαστε να δείξουμε τον εαυτό μας ολόκληρο, να δείξουμε τις ατέλειες , τα
τραύματα, τα ελαττώματά μας, αυτό που εμείς έχουμε διαφορετικό από τους άλλους. Φοβόμαστε
πως θα μας απορρίψουν, πως θα μας κοροϊδέψουν, πως δεν θα είμαστε αποδεκτοί στους πολλούς,
πως θα βγούμε φταίχτες. Το ίδιο λοιπόν νιώθουν και τα θύματα. Η ντροπή τους τους εμποδίζει από
το να μοιραστούν την εμπειρία τους με φόβο πως η κοινωνία θα τους απορρίψει εξαιτίας αυτής.
Γιατί η κοινωνία είναι άδικη και δεν χαρίζεται σε κανέναν. Γιατί για όσους βγήκαν να υποστηρίξουν
την Σοφία, τη Ζέτα, την Πηνελόπη άλλοι τόσοι βγήκαν να τις καταδικάσουν και μερικοί ακόμα να
ρωτήσουν “γιατί τώρα;”. Γιατί τώρα βρήκαν την δύναμη! Και η μία την άλλη.

Η δύναμη των θυμάτων έγκειται στο γεγονός ότι ξεπέρασαν την ντροπή, ξεπέρασαν το φόβο,
ξεπέρασαν το τι θα πει ο κόσμος. Κοίταξαν το τραύμα τους κατάματα και αποφάσισαν να το
δείξουν ανοιχτά στον κόσμο. Έγιναν ευάλωτες και μίλησαν για θέματα πολύ προσωπικά, για
πράξεις που στοίχειωναν και θα στοιχειώνουν τις ζωές τους. Ξεγύμνωσαν την ψυχή τους,
θυμήθηκαν, έκλαψαν, μας έκαναν όλους κοινωνούς της φρίκης τους. Και με το να είναι ευάλωτες
έγιναν δυνατές. Και έγιναν πολλές. Η μία μετά την άλλη, η μία μαζί με την άλλη. Και τους άλλους.
Κοίταξαν τον καθρέφτη τους και είπαν ότι αξίζουν, είπαν ότι δεν είναι δικό τους λάθος. Έδωσαν την
δύναμη σε άλλες γυναίκες και άντρες και παιδιά. Έδωσαν την σπρωξιά που χρειαζόταν την
κοινωνία. Έγιναν κίνημα. Έγιναν ιερή αποστολή. Και τιμωρία.

Άμα με ρωτάς λοιπόν τι κατάλαβα θα σου πω ότι το να είσαι ευάλωτος σημαίνει να είσαι δυνατός
και θαρραλέος. Και άμα με ρωτάς τι ένιωσα θα σου πω αγάπη. Και υπερηφάνεια. Για την δύναμη
όλων εκείνων. Και για πολλών άλλων που θα ‘ρθουν.

Δέσποινα Γεώργα.