Στις 20 Φεβρουαρίου κάθε χρόνο τιμούμε την Παγκόσμια Ημέρα Κοινωνικής Δικαιοσύνης, όπως καθιερώθηκε το 2007 από τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών. Όπως ισχύει και για τις υπόλοιπες παγκόσμιες ημέρες, αυτές οι επέτειοι δεν λειτουργούν διακοσμητικά στα ημερολόγιά μας, αλλά υπάρχουν για να μας θυμίζουν τους αγώνες που πρέπει να συνεχίσουμε να δίνουμε καθημερινά ώστε να διεκδικούμε τα αυτονόητα: ισότητα για όλους ανεξαιρέτως τους πολίτες και προστασία αυτών έναντι σε κάθε μορφή καταπίεσης και διάκρισης.

Φέτος οι συνθήκες είναι ιδιαίτερα δύσκολες και πρωτόγνωρες για όλους/ες μας. Για πρώτη φορά σχεδόν οι περισσότερες καθημερινές μας δραστηριότητες και εργασίες συνεχίζουν να υφίστανται ηλεκτρονικά. Το γεγονός αυτό ανοίγει νέα μέτωπα στους αγώνες για την κοινωνική δικαιοσύνη: οι διεκδικήσεις μας αφορούν πλέον μια περισσότερο ασαφή και συμβολική συνθήκη, όπως προκύπτει από την εύλογη επικράτηση του κυβερνοχώρου και των νέων τεχνολογιών στον τομέα της εργασίας, των εμπορικών συναλλαγών, της παροχής υπηρεσιών, της διασκέδασης και των κοινωνικών αλληλεπιδράσεων.

Είναι αλήθεια πως όσο απομακρυνόμαστε ο ένας από την άλλη και από τα “χειροπιαστά” κοινωνικά δρώμενα και ζητήματα, τόσο εντείνεται η αίσθηση πως όλα αυτά παύουν να υπάρχουν. Στην πραγματικότητα η κοινωνική ανισότητα, η φτώχεια, οι έμφυλες διακρίσεις δεν έχουν σταματήσει να υφίστανται απλώς επειδή πλέον δεν έχουμε την ευκαιρία να τα αντικρίζουμε δια ζώσης. Αντιθέτως, με τα νέα δεδομένα εισάγονται ακόμα περισσότερες προβληματικές στη συζήτηση.

Διαβάζοντας, λοιπόν, την φετινή ανακοίνωση του ΟΗΕ σχετικά με την ημέρα Κοινωνικής Δικαιοσύνης και την ψηφιακή οικονομία που έχει επισήμως εγκαθιδρυθεί, προβληματίστηκα αρκετά. Όπως φαίνεται, υπάρχει μεγάλη δυσκολία στον καθορισμό των ακριβών εργασιακών συνθηκών υπό τις οποίες οι εργαζόμενοι/ες μπορούν να δουλεύουν από τον προσωπικό τους χώρο. Πώς καθορίζεται το ακριβές ωράριο της εργασίας, πως εξασφαλίζεται η προστασία του προσωπικού και πού ξεκινούν το όρια της προσωπικής ζωής και της ιδιωτικότητας; Μπορούν, δηλαδή, τα διεθνή πρότυπα εργασίας και οι κανονισμοί για τα δικαιώματα των εργαζομένων να εφαρμοστούν ικανοποιητικά εξ αποστάσεως;

Βέβαια, εκτός από τα παραπάνω ερωτήματα, ιδιαίτερα κομβικό καθίσταται και το ζήτημα του ποιος/α μπορεί τελικά να έχει πρόσβαση στην ψηφιοποιημένη αυτή καθημερινότητα. Για να λειτουργήσουμε, πλέον, χρειαζόμαστε τον απαραίτητο εξοπλισμό από ηλεκτρονικές συσκευές μέχρι εξειδικευμένα λογισμικά και , φυσικά, πρόσβαση στο διαδίκτυο. Μια νέου είδους ανισότητα “τεχνολογικής φύσεως” κάνει αισθητή την εμφάνισή της, εντείνοντας τις ήδη υπάρχουσες, όσο αφορά στην προσβασιμότητα στην εκπαίδευση, την εργασία, την ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, ακόμα και την καθημερινή επικοινωνία! Στην ανακοίνωση του ΟΗΕ αναφέρεται πως εκτός από μεμονωμένους πληθυσμούς, προβλήματα αντιμετωπίζουν ήδη και μικρο-μεσαίες επιχειρήσεις ανά τον κόσμο, οι οποίες αδυνατούν να αντεπεξέλθουν οικονομικά στον εφοδιασμό τους με τις αναγκαίες ηλεκτρονικές πλατφόρμες. Η δυσκολία δεν είναι, όμως, μόνο οικονομική καθώς εκλείπουν και οι βασικές δεξιότητες και γνώσεις διαχείρισης ανάλογων ψηφιακών συστημάτων, ειδικά από εργαζόμενους/ες μεγαλύτερης ηλικίας ή γενικότερα από άτομα με περιορισμένες ευκαιρίες για επαρκή εκπαίδευση και κατάρτιση.

Παρ’ όλα αυτά, δεν παραβλέπουμε σε καμία περίπτωση την μεγάλη διευκόλυνση που έφερε η εξ αποστάσεως εκπαίδευση και εργασία σε άτομα που προηγουμένως για διάφορους λόγους αδυνατούσαν να παρευρίσκονται με φυσικό τρόπο. Το παρόν άρθρο αποτελεί μια πηγή προβληματισμού και αφύπνισης με αφορμή την σημερινή παγκόσμια ημέρα.  Η ψηφιακή μας κοινωνία εξακολουθεί να έχει μεγάλο δρόμο να διανύσει για να χαρακτηριστεί δίκαιη και ισότιμη και, φυσικά, χρειαζόμαστε περισσότερο από ποτέ συγκεκριμένες δράσεις και στοχευμένες λύσεις προς αυτή την κατεύθυνση.

Από την Μαρίλια Φωτοπούλου