Η ιστορία πίσω από το τραγούδι «Κεμάλ»
Αν ποτέ κάποιος με ρωτούσε «Ποιο είναι το πρώτο τραγούδι που σου έδειξε τον κόσμο;» Θα απαντούσα «Ο Κεμάλ». «Καληνύχτα Κεμάλ, αυτός ο κόσμος δε θα αλλάξει ποτέ» Μια συνοπτική φράση στο τέλος μιας ιστορίας, μια συνειδητοποίηση τόσο μεγάλη, μια αντίθεση «καληνύχτα» και «αυτός ο κόσμος δε θα αλλάξει ποτέ», η τρυφερότητα ενός παιδιού που κοιμάται με τη βιαιότητα του κόσμου, ο εφησυχασμός με τη στασιμότητα. Όταν φέρνω κατά νου το τραγούδι, πάντα σε αυτή τη φράση υπάρχει μια μελαγχολία· πάντα στο τέλος ο ήρωας δεν τα καταφέρνει; εδώ υπάρχει παύση, μια σιωπή, μια αγωνία για την συνέχεια της ιστορίας. Και αν δεν αλλάξουμε εμείς, πώς θα αλλάξει ο κόσμος;
Το τραγούδι αρχικά γράφτηκε το 1968 με όνομα Kemal για το συγκρότημα New York Rock & Roll για τον δίσκο τους Reflections που κυκλοφόρησε το 1970 σε αγγλικούς στίχους από τον Μαρκ Σνόου και σε σύνθεση του Μάνου Χατζιδάκι.
Αργότερα το 1993, στην Ελλάδα, ο Μάνος Χατζιδάκις αποφασίζει να εκδώσει τον δίσκο στα ελληνικά σε σύνθεση δική του και σε στίχους του ποιητή Νίκου Γκάτσου. Στην εισαγωγή του τραγουδιού ακούγεται ο Μάνος Χατζιδάκις, ενώ το τραγούδι ερμηνεύει η Αλίκη Καγιαλόγλου. Τώρα, για το πώς ο Μάνος Χατζιδάκις εμπνεύστηκε τον Κεμαλ, ο ίδιος έχει πει:
«Στη Νέα Υόρκη το χειμώνα του ΄68, συνάντησα ένα νέο παιδί είκοσι χρονών που το λέγανε Κεμάλ. Μου τον γνωρίσανε. Τι μεγάλο και φορτισμένο από μνήμες όνομα για ένα τόσο όμορφο και νεαρό αγόρι, σκέφθηκα. Είχε φύγει απ΄ τον τόπο του με πρόσχημα κάποιες πολιτικές του αντιθέσεις. Στην πραγματικότητα, φαντάζομαι, ήθελε να χαθεί μέσ΄ στην Αμερική. Του το είπα. Χαμογέλασε. -Δέχεστε να σας ξεναγήσω; Αρνήθηκε ευγενικά. Προτιμούσε μόνος. Κι έτσι σαν γύρισα στο σπίτι μου τον έκανα τραγούδι, μουσική. Ο Γκάτσος εκ των υστέρων, γράφοντας τους στίχους στα ελληνικά, τον έκανε άραβα πρίγκιπα να προστατεύει τους αδυνάτους. Κάτι σαν μια ταινία του Έρολ Φλυν του ΄35. Η Πελοπόννησος (καταγωγή του Γκάτσου), από τη φύση της αδυνατεί να κατανοήσει την αμαρτωλή ιδιότητα των μουσουλμάνων Τούρκων, που μοιάζουν σαν ηλεκτρισμένα σύννεφα πάνω απ΄τον Έβρο, ή σαν χαμένα και περήφανα σκυλιά. Το μόνο που αφήσαμε ανέπαφο στα ελληνικά είναι εκείνο το «Καληνύχτα Κεμάλ». Είτε πρίγκιπας άραψ είτε μωαμεθανός νεαρός της Νέας Υόρκης, του οφείλουμε μια «καληνύχτα» τέλος πάντων, για να μπορέσουμε να κοιμηθούμε ήσυχα τη νύχτα. Χωρίς τύψεις, χωρίς άχρηστους πόθους κι επιθυμίες. Κατά πως πρέπει σ΄ Έλληνες, απέναντι σ΄ ένα νεαρό μωαμεθανό- όπως θα έλεγεν κι ο φίλος μας ο ποιητής ο Καβάφης.»
ενός νεαρού πρίγκιπα, της ανατολής
απόγονου του Σεβάχ του θαλασσινού,
που νόμισε ότι μπορεί να αλλάξει τον κόσμο.
αλλά πικρές οι βουλές του Αλλάχ
και σκοτεινές οι ψυχές των ανθρώπων.
ήταν άδειο το κεμέρι, μουχλιασμένο το νερό
στη Μοσσούλη, τη Βασσόρα, στην παλιά τη χουρμαδιά
πικραμένα κλαίνε τώρα της ερήμου τα παιδιά.
αγροικάει το μοιρολόι και τραβάει κατά εκεί.
τον κοιτάν οι Βεδουίνοι με ματιά λυπητερή
κι όρκο στον Αλλάχ τους δίνει, πως θ’ αλλάξουν οι καιροί.
ξεκινάν με λύκου δόντι και με λιονταριού προβιά
απ’ τον Τίγρη στον Ευφράτη, απ’ τη γη στον ουρανό
κυνηγάν τον αποστάτη να τον πιάσουν ζωντανό.
και τον πάνε στο χαλίφη να του βάλει την θηλιά
μαύρο μέλι μαύρο γάλα ήπιε εκείνο το πρωί
πριν αφήσει στην κρεμάλα τη στερνή του την πνοή.
στου παράδεισου τις πύλες ο προφήτης καρτερεί.
πάνε τώρα χέρι χέρι κι είναι γύρω συννεφιά
μα της Δαμασκού τ’ αστέρι τους κρατούσε συντροφιά.
που από τον ψηλό του θρόνο λέει στον άμυαλο Σεβάχ:
νικημένο μου ξεφτέρι δεν αλλάζουν οι καιροί,
με φωτιά και με μαχαίρι πάντα ο κόσμος προχωρεί
Καληνύχτα…