Χαιρετώντας την Άνοιξη με 3 ποιήματα
Για ακόμα μια φορά η άνοιξη μπαίνει σιγά-σιγά και εμείς την βλέπουμε από μακριά. Η εποχή της ανθοφορίας αποτέλεσε πηγή έμπνευσης για πολλούς ποιητές. Για άλλους ήταν η εποχή που συμβόλιζε την ευτυχία, την αναγέννηση και την ανανέωση, ενώ για άλλους μια αλησμόνητη επιθυμία, μια νοσταλγία για τις εποχές που δεν είδαν να έρχονται, μια κρατημένη ανάσα στην προσπάθεια να αναγεννηθούν οι ίδιοι. Παρατηρώντας τις αλλαγές των εποχών παρατηρούμε εμάς, η διάθεσή μας αλλάζει, τείνουμε προς την δημιουργία, είναι σαν να προσαρμοζόμαστε αυτόματα με την ίδια την φύση. Ταυτόχρονα, αλλάζουμε και την μουσική που ακούμε, τα βιβλία που διαβάζουμε, τις ταινίες που βλέπουμε· μέσα από τις διαφορετικές εκφάνσεις της τέχνης γνωρίζουμε και τις εκφάνσεις του δικού μας εαυτού που αντιδρά στα διαφορετικά ερεθίσματα. Γι’ αυτό η φύση εμπνέει και εμάς αλλά και όλους τους μεγάλους καλλιτέχνες που την απεικόνισαν στα έργα τους.
Παρακάτω 3 αγαπημένες ποιήτριες, που αποτέλεσαν πηγή προβληματισμού σε κάθε δική μου άνοιξη, περιγράφουν μέσα από αυτήν τον δικό τους σκοπό.
Ασυμβίβαστα – Κική Δημουλά
Όλα τα ποιήματά μου για την άνοιξη
ατέλειωτα μένουν.
Φταίει που πάντα βιάζεται η άνοιξη,
φταίει που πάντα αργεί η διάθεσή μου.
Γι’ αυτό αναγκάζομαι
κάθε σχεδόν ποίημά μου για την άνοιξη
με μια εποχή φθινοπώρου
ν’ αποτελειώσω.
Κική Δημουλά, Ποιήματα, εκδ. Ίκαρος, Αθήνα, 1998
Στον τόπο αυτό ύπνος και ξημερώματα – Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ
Ποια είναι η ώρα κοντά στα ξημερώματα
που με τ’ όνειρο φτάνω στον γκρεμό
και πέφτω, πέφτω
χωρίς το σώμα μου;
Όλοι οι θάνατοι εδώ σκηνοθετούνται
απ’ τους ανθρώπους
ακούγεται η ανάσα των φύλλων
νέα πουλιά αντικαθιστούν τα χτεσινά
με μια ψυχή
μ’ ένα πέταγμα
θα τραγουδήσουν.
Πού βρίσκομαι τη στιγμή εκείνη
τη μόνη που βαραίνει
τη μόνη που δείχνει τη μεγάλη περιπέτεια
πού βρίσκομαι σαν μου αφαιρούν
μου αφαιρούν
μιαν άνοιξη την κάθε νύχτα
και δεν αγγίζω την κοιλιά
που γεννάει
την πεταλούδα που ξεραίνεται;
Ηλικίες!
Είναι όλες φτωχές οι ηλικίες
κι αυτά τα δεκαοκτώ
τόσο λίγο φωτίζονται από το άλλο θαύμα
τόσο λίγο γεύονται το σκοτάδι
κι ούτε που ζυγίζουν
του ζωου την αξία
του ζωου τη φύση την αιώνια.
Κάτι σαν τύφλωση η αθωότητα
κι οι άγιοι ξεμωραμένοι
υψώνουν χαρταετό
πέρα απ’ την ατμόσφαιρα.
Την ώρα εκείνη
που με το λύκο τη συνταιριάζουν οι ποιητές
την ώρα εκείνη
το σώμα μόνο τη γνωρίζει
σφαδάζει, γρυλίζει
σκουραίνει ο ουρανός του ύπνου
χίλιες φορές πεθαίνω
εγώ, εσύ
όσο να ξημερώσει.
Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ, Ποιήματα 1963-1977, Εκδόσεις Καστανιώτη, Αθήνα 1997, σ. 136-137
Κι Εγώ; – Κατερίνα Γώγου
Άνοιξη… πετάει μπουμπούκια η μοναξιά
έτσι να είναι η λέξη η σωστή
ή μήπως έτσι πάει κι αυτό κι εχάθη;
Οι τάφοι βγάζουνε κλαριά
οι πεθαμένοι χτυπάνε λευτεριά
ρίμες ψάχνει η ψυχή μου να πω
να βρω το δρόμο το σωστό.
Του Άλεν Γκίνσμπεργκ
του πάει να κρέμονται χρυσές κλωστές
κι εγώ; Δεν πάει άλλο.
Κατερίνα Γώγου, Με λένε Οδύσσεια, Εκδόσεις Καστανιώτη, Δεύτερη έκδοση, σελ.31
One thought on “Χαιρετώντας την Άνοιξη με 3 ποιήματα”