Δεν σου έκλεψα μιλιά.
Όλο το απόγευμα σταυροπόδι καθισμένος
σιωπηλά
στην πολυθρόνα
με την εφημερίδα
γαντζωμένη
στα δυο σου χέρια
αμίλητος πάντα
πότε πότε γλιστρούσαν τα γυαλιά στη μύτη σου
με τον δείκτη τα έσπρωχνες
αυστηρά
στη θέση τους
προτού χάσεις καμιά γραμμή
δυο φορές μέτρησα
που γέλασες
ελαφρώς σαρκαστικά
κατευθείαν συνοφρυώθηκες
και συνέχισες την ανάγνωση.

Εγώ
κάθε άλλο
έτρεχα αλαφιασμένη όλο το απόγευμα
να ξεσκονίσω το σεκρετέρ
μαζί και τα βιβλία σου
ένα ένα προσεχτικά
να τινάξω το κάλυμμα του καναπέ
από ψίχουλα
τα τσιγάρα απ’ το τασάκι
να προφτάσω να πετάξω
μη τα δεις και θορυβηθείς
να σκουπίσω το πάτωμα
που εσύ πατάς
κι ελπίζω πάντα εσύ
το τζάμι δίπλα στην πολυθρόνα
τόσο δίπλα
γινόμουν προέκταση της εφημερίδας σου
βάζοντας τελεία
που δεν έβλεπες ποτέ
το τζάμι, έλεγα
να γυαλίσω
να ετοιμάσω βραδινό.

Η συνάντησή μας
-ζητιάνα-
προσπέρασε.


Αγνή Μπαγκέρη
Ζωγραφικός πίνακας: Andrew Wyeth, 1947