Ο Λευτέρης Χονδρός γεννήθηκε το 1997 στον Άγιο Νικόλαο της Κρήτης και μεγάλωσε στην Σητεία. Υπήρξε φοιτητής του τμήματος Μηχανολόγων Μηχανικών στο Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας, σχολή την οποία όμως άφησε στο τέταρτο έτος των σπουδών του. Ποιήματά του έχουν δημοσιευτεί σε διάφορα ηλεκτρονικά περιοδικά και blogs. “Το τελευταίο χειρόγραφο” είναι η πρώτη του ποιητική συλλογή και εκδόθηκε από τις εκδόσεις Θράκα το 2019.

Η συλλογή αφορά έναν ποιητή που αυτοκτονεί, θέμα εξ αρχής ευαίσθητο και δύσκολο. Το αίσθημα της θλίψης και της απομόνωσης κατατρέχει τον αναγνώστη σε όλη τη διάρκεια της συλλογής. Στόχος του: να μη μοιάζει με το κλασσικό εκείνο βιβλίο της ποίησης, παρά περισσότερο με σημειώσεις, τα χειρόγραφα και οι σκόρπιες σκέψεις ενός αυτόχειρα λίγο πριν το τέλος. Οι εικόνες της φύσης και τα στοιχεία της γης διατρέχουν όλα τα ποιήματα, ενώ έντονη είναι και η παρουσία γυναίκας, με την αίσθηση του ανεκπλήρωτου και του πλέον χαμένου. Τα ποιήματα συνομιλούν μεταξύ τους και σε στιγμές αλληλοαναιρούνται. Κάθε ποίημα είναι και ένας λόγος που ώθησε τον ποιητή στην πράξη αυτή. “Έτσι γεννήθηκα και έτσι θα πεθάνω. Ποιητής“, μας δηλώνει και μας μιλά για την συλλογή του.

-Πότε ξεκίνησες να γράφεις και πώς αποφάσισες να εκδώσεις αυτήν την συλλογή; Έχεις σχετικές σπουδές;

Η αλήθεια είναι πως ξεκίνησα να γράφω και να ασχολούμαι με την ποίηση κάπως αργά. Αν θυμάμαι καλά, πρέπει να ήταν στο δεύτερο έτος, σαν φοιτητής, που μου ήρθε η πρώτη έμπνευση και έγραψα τους πρώτους μου στίχους και μάλιστα στα αγγλικά. Τότε, δεν είχα ονομάσει αυτό που έκανα ποίηση, αλλά πιο πολύ, ήταν κάτι μεταξύ στιχουργικής και απλών σκέψεων. Με βοήθησε πολύ κι ένας φίλος μου που έπαιζε μουσική και μελοποιούσε τους στίχους αυτούς. Όσον αφορά το πρώτο μου βιβλίο, εκδόθηκε σχετικά νωρίς, ενάμιση χρόνο αφότου ξεκίνησα να «παίζω» με τις λέξεις. Σχετικές σπουδές δεν έχω όχι. Σπούδαζα Μηχανολόγος Μηχανικός στο Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας στην Κοζάνη, σχολή την οποία άφησα για λόγους άσχετους με την ποίηση.

-Από πού θεωρείς ότι αντλείς την έμπνευσή σου; 

Η έμπνευση θεωρώ ότι έρχεται από παντού. Τον πρώτο καιρό της ενασχόλησής μου με την ποίηση, ερχόταν, κυρίως, από «μέσα» μου. Έπειτα, έμαθα να παρατηρώ τον κόσμο γύρω μου και να αναζητώ την ποίηση κι εκεί. Ένας ποιητής, πόσο μάλλον ένας καλλιτέχνης, δεν μπορεί να κλείνει τα μάτια γύρω του. Κατά την γνώμη μου, οφείλει να παρατηρεί την ποίηση που υπάρχει στον κόσμο και να της δίνει υπόσταση και νόημα μέσω των γραφτών και την τέχνης του. Αυτό προσπαθώ να κάνω κι εγώ.

-Ποια ήταν η αφορμή/ έμπνευση/ ιδέα πίσω από την συλλογή; 

Tην έγραψα σε μία πολύ δύσκολη περίοδο για μένα. Βασανιζόμουν με διάφορα θέματα υγείας, κυρίως ψυχολογικής φύσεως και ήθελα όλα αυτά που με βασάνιζαν να τα αποτυπώσω στο χαρτί. Είχα, μόλις, παρατήσει την σχολή και έβλεπα το μέλλον κάπως θολό. Τότε ήταν που μου ήρθε η ιδέα να γράψω για έναν ποιητή που αυτοκτονεί. Πρόκειται για ένα πολύ ευαίσθητο θέμα. Μετά από διάφορες συζητήσεις που είχα και με ειδικούς γιατρούς και ψυχολόγους, αλλά και με τους φίλους μου, συνειδητοποίησα πως όσο περισσότερο μιλάς για αυτό το θέμα, τόσο λιγότερο αβοήθητος νιώθεις. Εγώ προσπάθησα να μιλήσω μέσω των ποιημάτων μου.

Διαβάζεις αντίστοιχα ποίηση και γενικότερα λογοτεχνία; Αγαπημένος σου ποιητής;

Τον καιρό που ξεκίνησα να γράφω, ελάχιστη έως καθόλου ποίηση είχα διαβάσει. Όσο περνούν τα χρόνια διαβάζω όλο και περισσότερο. Αγαπημένους ποιητές έχω πολλούς. Θα πω, όμως, πρώτα τον Καβάφη κι έπειτα τον Σεφέρη, αν και δεν επηρέασαν τόσο πολύ στο πρώτο βιβλίο μπορώ να πω.

-Θεωρείς ότι η ποίηση συμβάλλει θετικά σε μία εποχή κρίσης (βλ. πανδημία); ΄Έχει ρόλο και αντίκτυπο στην σύγχρονη κοινωνία;

Σίγουρα! Η ποίηση και γενικά η τέχνη μπορεί να λειτουργήσει ως ένα φάρμακο έναντι της σύγχρονης πραγματικότητας. Προσωπικά, βασικός λόγος που ξεκίνησα να γράφω ήταν η μουσική. Δεν μπορώ να ζήσω την μέρα μου χωρίς να ακούσω έστω κι ένα τραγούδι ή να διαβάσω ένα ποίημα. Θεωρώ τον εαυτό μου περισσότερο μουσικό της ροκ και της «αναρχίας» παρά ποιητή. Πιστεύω, επίσης, πως η τέχνη πράγματι μπορεί να αλλάξει τον κόσμο και τους εαυτούς μας προς το καλύτερο. Είναι κάτι που χρειαζόμαστε.

-Γιατί είναι τόσο έντονη η εικόνα της θλίψης, του θανάτου και της απομόνωσης στα ποιήματα σου; Θεωρείς ότι η ποίηση πηγάζει από την θλίψη και το τραύμα; 

Όπως ανέφερα και προηγουμένως, το βιβλίο μιλάει για έναν ποιητή που αυτοκτονεί. Ήθελα, όσο αυτό ήταν εφικτό, να δει ο κόσμος πώς βλέπει τα πράγματα ένας άνθρωπος πιεσμένος και βασανισμένος από το μυαλό του. Θα ήθελα, στο σημείο αυτό, να δώσω ένα μήνυμα σε όσους περνάνε κι αυτοί δύσκολα. Να αγαπάτε τον εαυτό σας και να τον αποδέχεστε όπως είναι. Να μιλάτε για τα θέματα που σας απασχολούν όσο «ταμπού» ή περίεργα πιστεύετε ότι είναι. Θα συνειδητοποιήσετε πως πολλοί άνθρωποι μπορούν και θέλουν να σας ακούσουν.

-Γιατί ανάμεσα στους στίχους συναντάμε και πεζό; 

Γιατί ήθελα να δώσω στο βιβλίο μια βιασύνη, έναν ερασιτεχνισμό και περισσότερες σκέψεις του ποιητή. Θα μπορούσε κανείς να πει πως δεν πρόκειται για ποιητική συλλογή αλλά όντως για ένα χειρόγραφο με σκόρπιες φράσεις και εικόνες. Δεν με ενδιαφέρει τόσο η εικόνα του βιβλίου αλλά η ουσία. Το ίδιο πιστεύω θα ήθελε κι ο αυτόχειρας ποιητής στο βιβλίο.

Γιατί “ο πραγματικός έρωτας/Σε υποχρεώνει/Να αντιπροσωπεύεις/Το στέμμα που φοράς”;

Θεωρώ πως ο «πραγματικός» έρωτας, με το οτιδήποτε όχι μόνο προς ένα άλλο άτομο, σε κάνει καλύτερο άνθρωπο, σου βγάζει τον καλύτερό σου εαυτό. Δεν ξέρω αν έχω βιώσει αυτό το συναίσθημα ποτέ, αλλά έτσι το βλέπω.

-Το ποιητικό σου εγώ είναι και το προσωπικό σου εγώ; Γράφεις, δηλαδή, από την εμπειρία;

Ναι, όταν το έγραφα μιλούσε η εμπειρία μου και οι καταστάσεις που είχα ζήσει. Πλέον, όμως, δεν θεωρώ ότι αυτό σημαίνει κάτι. Θα ήθελα οι αναγνώστες να μην μπερδεύουν εμένα με τον ποιητή που αυτοκτονεί στην συλλογή.

-Υπάρχει κάποιο επόμενο βήμα; 

Η αλήθεια είναι πως γράφω και δημοσιεύω ποιήματα. Αυτή την φορά, πιο χαρούμενα κι ίσως, με περισσότερη ουσία. Δεν έχω ακόμα μια ολοκληρωμένη ποιητική ιδέα ή ένα καινούργιο βιβλίο. Αλλά, σίγουρα, δεν σταματώ να γράφω!

Ο συγγραφέας της συλλογής Λευτέρης Χονδρός.

Δέσποινα Γεώργα.