«Πολεμούμε γιατί έτσι μας αρέσει, τραγουδούμε κι ας μην υπάρχει αυτί να μας ακούσει. Δουλεύουμε, κι ας μην υπάρχει αφέντης, σα βραδιάσει, να μας πλερώσει το μεροκάματό μας». Αυτά είναι τα λόγια του Νίκου Καζαντζάκη σε ένα από τα πιο διαχρονικά αριστουργήματα που έχουν γραφτεί, στην Ασκητική. Πέρα από τον άνθρωπο και τις υλικές ανάγκες του, το ψέμα, την κακεντρέχεια, την καχυποψία, την μικροπρέπεια και την ματαιοδοξία, τι υπάρχει; Το απόλυτο κενό ή ο Άνθρωπος με α κεφαλαίο; Ας εξετάσουμε την δεύτερη και πιο αισιόδοξη προοπτική.

Μέσα μας υπάρχουν δύο αντίρροπες δυνάμεις. Μία ανηφορική και μία κατηφορική. Η πρώτη ανεβαίνει τον ανήφορο λαχανιασμένη, κατακρεουργημένη από τις αντιξοότητες, Αγωνίζεται να φθάσει στην κορυφή. Μα σαν να μην της έφταναν όλα αυτά συναντάει και την δεύτερη δύναμη ως εμπόδιο. Η δεύτερη βιάζεται, έχει δουλειές, κατεβαίνει άνετα και καθυστερεί την πρώτη. «Μία στιγμή, όσο βαστάει κάθε ζωή, σοζυγιάζονται οι δύο αντίδρομες επιθυμίες. Να πώς γεννιούνται τα κορμιά, να πώς δημιουργείται ο κόσμος και ισορροπούνε μέσα στα ζωντανά οι δύο αντιστρατευόμενες δυνάμεις». Ποια κερδίζει τελικά; Αν διαλέξεις την πρώτη, θα συναντήσεις τέρατα και περίεργα πλάσματα, βροχές, χιόνια, πλημμύρες και σεισμούς. Θα ξεφύγεις όμως, γιατί ευτυχώς η ψυχή σου είναι άυλη. Αν διαλέξεις την δεύτερη θα δεις σαλόνια, γραβάτες, λεφτά, κοστούμια, γιορτές, ήλιο και ζέστη. Κάτω όμως από τις γραβάτες, κρύβονται τέρατα, πολύ πιο επικίνδυνα από αυτά που θα συναντήσεις στον ανήφορο, γιατί πολύ απλά δεν θα τα δεις ποτέ και έτσι, δεν θα είσαι έτοιμος να τα αντιμετωπίσεις.

   Αν τελικά επιλέξεις να ακολουθήσεις την πρώτη σου δύναμη, στοχεύεις στον ανώτατο βαθμό άσκησης, ο οποίος, σύμφωνα με τον Καζαντζάκη, είναι η Σιγή. Είναι η κορυφή του βουνού, της ανηφόρας, ο τελευταίος προορισμός. Ο άνθρωπος τότε, πέρα από όλους τους άθλους και τα δεινά που πέρασε, ωριμάζει, σιωπά. Βρίσκεται πάνω από όλα τα ανθρώπινα, βρίσκεται πάνω από τον ίδιο του τον εαυτό. Τότε είναι πραγματικά ελεύθερος. Αν σκεφτούμε πόσο μας αλλοτριώνουν τα ανθρώπινα κατασκευάσματα, οι διαρκώς αυξανόμενες ανάγκες μας, η ασχολία με το τι λένε οι άλλοι, η απληστία, η υπερβολική σκέψη, ο εγωισμός, η ζήλια και η κακία, τότε θα συνειδητοποιήσουμε πόσο μας απομακρύνουν από την πραγματική γνώση της Αλήθειας. Η Αλήθεια δεν ακούει σε κολακείες και δωροδοκίες από την κατώτερη δύναμη, η οποία με κάθε μέσο που διαθέτει προσπαθεί να την υποδουλώσει. Όχι. Η Αλήθεια είναι ελεύθερη και όταν την συναντήσουμε, τότε θα έχουμε ελευθερωθεί και εμείς. Όμως η Αλήθεια μας θέλει γυμνούς. Γυμνούς από κάθε προκατάληψη και μικροπρέπεια. Δεν χωράει ο άνθρωπος εκεί. Εκεί χωράει μόνο ο Άνθρωπος.

    Μας έμαθαν στην ζωή, την αξία του αποτελέσματος. Κάνε κάτι μόνο αν αξίζει και θα ξέρεις αν αξίζει, μόνο αν ξέρεις αν θα πετύχεις τον αρχικό σκοπό σου. Μα πώς γίνεται να ξέρεις το αποτέλεσμα του Αγώνα σου; Ο Αγώνας, η Εξέγερση, η Επανάσταση, υπάρχουν για τον εαυτό τους και δεν προσκυνούν αποτελέσματα, στόχους, σκοπούς και υλικά. Δίνουν νόημα στο περιεχόμενό τους τα ίδια και δεν περιμένουν τα «μπράβο» και τα «συγχαρητήριά» τους στο τέλος. Πολεμούμε λοιπόν γιατί έτσι μας αρέσει. Χρέος μας και όχι επιλογή μας, να ακολουθήσουμε τον ανήφορο, να γράψουμε ιστορία με τον Άνθρωπο, να αγωνιστούμε χωρίς να προσδοκούμε τίποτα, χωρίς να περιμένουμε αν θα νικήσουμε ή θα νικηθούμε. «Διδασκαλία δεν υπάρχει, δεν υπάρχει Λυτρωτής που ν’ ανοίξει δρόμο. Δρόμος ν’ ανοιχτεί δεν υπάρχει. Καθένας, ανεβαίνοντας απάνω από τη δική του κεφαλή, ξεφεύγει από το μικρό, όλο απορίες μυαλό του».

Ρωξάνη Τσώνη