Διαβάστε τα ποιήματα του Ποιητικού Διαγωνισμού U WRITE 2, στην κατηγορία “Διαγωνισμοί”.

Αθανάσιος Παλαιοδήμος

Άρτεμη, Αρτέμη…
Έτσι ατιμασμένη και γυμνή,
Μπρος στον φιλήδονο έφηβο
Που άλλοτε προστάτευες,
Στέκεις εμβρόντητη
Και σιωπάς.
Τι άλλο να κάνεις, θα μου πεις…
Βλέπεις ακόμα και θέα,
Έρμαιο δείχνεις αβοήθητο
Στα μάτια αρσενικών, αχρείων.
Σε θέλουν λάφυρο, πειστήριο κι ενθύμιο,
Σαν θήραμα πιασμένο σε κυνήγι,
Να κοκορεύονται ποιος σ’ έχει αιχμαλωτίσει,
Να σε μοστράρει
Σαν έπαθλο εν ζωή.
Και θυσιάζεις σε στιγμή απελπισίας,
Το σύμβολο της αθωότητας σου
Σαν δίνεις όψη ελαφιού στους εφιάλτες,
Εικόνα σπάνιας ομορφιάς και τραγωδίας.
Μα η αυλαία δεν θα πέσει πριν την κρίση,
Άμοιρε Ακταίωνα
Κατέληξες βορά
Στα πεινασμένα σου πιστά σκυλιά
Από ηδονή, βαριά τιμωρημένος.

Κρυσταλλένια Δημάκη- Ήθελα να πετάξω μακριά

Ήθελα να πετάξω μακριά και ποτέ να μην κοιτάξω πίσω μου
Να ξεχάσω μονομιάς ,κάθε φιλί και κάθε άγγιγμα στο σώμα μου που άνθιζε,
καθώς τα δυο σου χέρια, με έψαχναν στης νύχτας τις παράξενες σκιές .
Μα όπως μπροστά κοιτούσα ,το βλέμμα σου κόκκινη κλωστή από τη μέση με τραβούσε
Με στριφογύριζες, ξύλινη σβούρα, -το παιχνίδι σου – κι όλο σε σένα έπεφτε το
“πάρτα όλα”.

Χίλια φεγγάρια ,χλωμό φως έντυναν τον παράξενο έρωτά σου .
Ψυχρή και σκοτεινή η αγάπη σου ,μια φοβισμένη πόρνη που ξεσκέπασε το βασιλιά .
Δεν έγινε το ράγισμα οδύνη ,μα η χαρά που κομματιάστηκε στον φόβο σου ,που σε κρατάει
σκλάβο και δήμιο μαζί .

Γιατί εγώ είχα φτερά ,πουλί και πέταγα κι εσύ με το καβούκι σου γυρνούσες .
Φτεροκοπούσε στο κατόπι σου η καρδιά ,κορίτσι όμορφο σε λιβάδι να χορεύει.

Ήθελα να πετάξω μακριά . Τίποτα να μη θυμάμαι …

Χρήστος Ανδριόπουλος- Άδειες μέρες

Ημέρες άδειες, της καραντίνας
Προάγγελοι του ερχομού της πείνας
Έγκλειστα όνειρα, σταματημένα
Σαν χαλασμένα σκουριασμένα τρένα


Τοίχοι χλωμοί, κίτρινες αποχρώσεις
Άρρωστο χρώμα, απλήρωτες δόσεις
Καταστολή κρατική η σιωπή μας
Προσωπική φυλακή η αυλή μας

Φόρα τη μάσκα σου, να επιβιώσεις
Κρύψε τα αισθήματα, για ότι νιώσεις
Η ανθρωπότητα, σε παύση μπήκε
Χρόνιο σχέδιο αυτό που μας βρήκε

Οι επικυρίαρχοι, λύνουν και δένουν
Και απ` τα λαγούμια τους, τις νύχτες βγαίνουν
Μείνε στο σπίτι σου, μόνο κοιμήσου
Δεν σου ανήκει πια, ούτε η ζωή σου


Δεν είναι ο ιός τώρα  που μας  σκοτώνει
Μα ένας φόβος στέρησης που στοιχειώνει
Τρόμος σε πιάνει και τρώει την ψυχή σου
Αν δεν μπορείς να ταΐσεις το παιδί σου


Άδειες ημέρες, άδειοι τώρα κι οι δρόμοι
Και αυτοκτονούν, τα πουλιά απ` το μπαλκόνι
Τάξη ” πραγμάτων ” , εμβόλια και θαύμα !
Στη νέα τάξη τους θα είσαι το ” πράγμα ”

Ιωσηφίνα Περδικίδου- Ο ποιητής της αγέλης

Μεθυστική ριπή, γλυκιά μου ανάσα
Τραγούδα και θα ξεχωρίσω το κάλεσμά σου στα σφυρίγματα
γλυκόπιοτο αφέψημα να απαλύνει την αγωνία στο στομάχι
ρέει σαν τη βροχή ανάμεσα στα μαραμένα πεύκα
μέχρι να φτάσω σε σένα,
Ποιητή της αγέλης


Η γη κινείται και τρίβεται η πληγή στις αλλαγές του καιρού
και προσεύχομαι στα πόδια να υποκλίνονται σε αυτό που τα αυτιά ακούν.
Λάσπες και βάλτοι στην πρώιμη άνοιξη,
Ανοίχτε το βήμα και ψηθείτε στον ήλιο .
Βοηθάτε τα πόδια μου, γέφυρες που κλυδωνίζονται
Στη λαχτάρα να φτάσω σε σένα,
Ποιητή της αγέλης


Είσαι όμορφος στο δειλινό μου και απλώνεσαι ως επιδημία
Γεμίζεις θέλξη και καημό τα μυστήρια της νύχτας
Μα σαν το μυαλό του ευγενούς γεμίζει παραισθήσεις
ομοίως έχω νεφελώματα στις παρυφές των ματιών μου
όσο η σάρκα συσπάται εμπρός στο σπιτικό σου.
Με πονάει να φτάσω σε σένα,
Ποιητή της αγέλης


Πυρίτιδα ξερνά το μυαλό μου, τα μάτια μου αίμα
Κάτω από τα πόδια μου το τρίξιμο των φύλλων πικρό και τραχύ σε στερημένα άκρα
Παρεισφρέει και συνοδεύει το γαργάλημα των αστεριών πάνω στο δέρμα μου.
Ένσταση ! φωνάζει και ανασταίνει το φόβο μου
να φτάσω σε σένα,
Ποιητή της αγέλης


Η νύχτα κυνηγάει τη ζωή μου και ο αγέρας μου βαραίνει το βήμα
Είναι η σκέψη μου θύελλα και η ελπίδα μου πάγος
Βλέπω το βράχο της στέψης και απλώνω τα χέρια μου στους λύκους
Το αίμα γίνεται άρωμα και νέκταρ σαν παραίσθηση στο θηρευτή
Είναι βωμός στη θηριωδία η παραίτηση και οι ερωτιδείς που φτερουγίζουν στη ψυχή
μου η εκατόμβη
Γυρίζω να σε αντικρύσω στο φως της σελήνης και το σώμα μου λύνεται
Αναπνέω ελεύθερη και αγκομαχώ παντοτινά,
να φτάσω σε σένα,
Ποιητή της αγέλης…

Ευγενία Γιαννακέλου- Από ένα κράτημα

Θα νιώσεις ολοκληρωμένος όταν βρεις τα χέρια που έψαχνες.
Εκείνα τα χέρια που θα σε σφίξουν στην αγκαλιά τους.
Τότε δεν θα ψάξεις για τίποτα άλλο στην ζωή σου.
Θα έχουν τον τρόπο που θα θέλεις να αγγίζεσαι.
Τον τρόπο που θα σου ψιθυρίζουν λέξεις, χωρίς να μιλήσουν τα χείλη.
Θα μυρίζουν ξεχωριστά.
Με αυτή την μυρωδιά εσύ θα ανανεώνεις την ανάσα σου.
Θα αγγίζουν το δέρμα σου με τρόπο περίεργο για τους άλλους.
Θα είναι μοναδικός για σένα.
Θα υπάρξουν άνθρωποι που θα κρίνουν αυτά τα χέρια.
Θα υπάρξουν κι άλλοι, που θα κάνουν τα πάντα για να απομακρυνθείς από αυτά.
Εσύ όμως θα τα έχεις αγαπήσει ήδη.
Εσύ θα ξέρεις ότι είναι μόνο για σένα.
Εσύ θα ξέρεις ότι σε αγαπούν.
Ότι σε νοιάζονται.
Και τότε θα έχεις επιλέξει ήδη.
Όμως πρόσεχε!
Τα χέρια χάνονται.
Αν βρεις τα σωστά μην τα αφήσεις.
Μην αφήσεις να ξεμπερδευτούν τα άκρα σας.
Θα είναι σαν να ξεκολλάνε οι καρδιές σας.
Τα σώματα σας.
Η ζωή σας όλη.
Και τότε από ολοκληρωμένος θα βρεθείς μισός.
Μισός που άφησες τα μοναδικά χέρια που σε λάτρεψαν.
Μισός που πρόδωσες τον ιδρώτα της επαφής των χεριών σας,
για μυρωδιές που δεν σου ταιριάζουν.

Θέλω να διαβάσεις αυτό, αν κάποτε πέσω τυχαία στα χέρια σου.
Τα δικά μου χέρια ήταν πλασμένα για τα δικά σου.
Τα άκρα μας ταίριαζαν απίστευτα περίεργα για κάποιον τρίτο.
Κούμπωναν τέλεια, όπως ακριβώς και οι ψυχές μας.
Και τα σώματα μας.
Δεν ξέχασα ποτέ πως είναι να σε αγγίζω με αυτά τα χέρια.
Δεν ξέχασα ποτέ πως είναι να μου τα φιλάς, σαν να τα ξέρεις από πάντα.
Πάντα ναι.. κάθε φορά που τα άγγιζες υπήρχε το άπειρο ανάμεσά τους.
Μην αργείς.
Τα χέρια μου περιμένουν να σε αγκαλιάσουν και πάλι.
Να μπλεχτούν τα άκρα μου με τα δικά σου.
Να κάνουμε κανόνα τους άγραφους νόμους, ότι μια φορά βρίσκουμε συμβατά χέρια
με τα δικά μας.

Αγγελική Κουντουράκη- Ανώνυμα λουλούδια

Κορίτσια προδομένα, αφημένα στο άχρονο
ντυμένα με αγγίγματα μιας αέναης προσμονής
Γεμάτα σπέρμα και δανεικές στιγμές
Κορίτσια φυλαγμένα σε βαλίτσες, στήθη και βινύλια .
Τα ξερίζωναν από τις καρδιές τους τα λουλούδια
Τα άφηναν κρυφά ,βιαστικά, απεγνωσμένα στο ανέφικτο
μύριζε τότε μια εφήμερη άνοιξη ολάκερη η σκάλα της προσμονής και της μνήμης.
Να ξορκίζουν το πόνο της γυμνής ελπίδας
να μυρίζουν τις μεθυσμένες από τον έρωτα αναπνοές
να γίνονται αλησμόνητα από το παράλογο
να μη μένουν απότιστα στο μέλλον που τρομάζει από την απώλεια
Ροδοδάφνες σφιγμένες στα ακροδάχτυλα για τις μέρες τις κοινές
Φτηνά γλαστράκια για τις ώρες που ενώθηκαν στις ρωγμές της ποίησης και της βίας
Ξεβαμμένα κόκκινα γαρύφαλλα για τα απεγνωσμένα δάχτυλα που έσπασαν στο απόλυτο άγγιγμα
Κρυμμένα κορίτσια
Να ψάχνει η γειτονιά ονόματα
Να ψάχνει η μαμά αιδοία
Να καμαρώνει ο μπαμπάς το πεθαμένο παρελθόν στις πόρτες που αγκομαχούσαν
Να γλύφει ο σκύλος τα φιλιά από τις πλάκες του πεζοδρομίου
Να αναζητούν ληξιαρχικές πράξεις γεννήσεων όσοι αυτομόλησαν
Να ψαχουλεύουν στις τσέπες τους αποδείξεις υποταγής μήπως καταφέρουν να κοιμηθούν οι
ανέγγιχτοι αυτού του κόσμου
Ποια πέρασε, ποια άφησε, ποια θυμάται;
Αδιάκριτοι διαρρήκτες
Εκείνα να αντιστέκονται
Να φοράνε πάνω τους η μία την άλλη.
να φέρνουν λουλούδια
να σκορπίζουν στη πόλη ουράνια τόξα
να σπάνε κάγκελα μπαλκονιών
να πνίγουν με χρώματα τη πόλη
να φωνάζουν στα χρόνια που τα λησμόνησαν
Χτες πουλήθηκε ο τόπος των σιωπηλών προσευχών τους
Ποίηση στο στήθος των κοριτσιών τα ανώνυμα λουλούδια.

Μιχάλης Πετρής- Κρυφτό

1,2,3
Μετράω για να βγω από την κρυψώνα μου.
Για να σε συναντήσω σε δρόμους, σε στενά.
Να σε αντικρίσω για λίγο.


4,5,6
Να δω το χαμόγελο σου.
Να νιώσω την αύρα σου που μου χάριζες όταν σε είχα αγκαλιά.
Και να αγγίξω ξανά το πρόσωπο σου.

7,8,9
Να γευτώ τα χείλη σου.
Και να ακούσω τη φωνή σου ξανά.
Το όνομα μου από το στόμα σου.


10! Φτου και βγαίνω.
Σε ψάχνω παντού.
Σε όλους τους μικρούς παράδρομους και σε όλες τις λεωφόρους.
Σε ψάχνω στα μέρη που με φιλούσες.


Μα εσύ δεν είσαι εδώ.
Ξέρεις καλά να παίζεις κρυφτό.
Να κρύβεσαι από κάθε σου συναίσθημα που με έχει στο επίκεντρο.


Και εγώ σε αναζητώ σε όπου με έχεις πάει.
Καθώς ο δολοφόνος γυρνάει πάντα στον τόπο του εγκλήματος.
Μα εσύ λείπεις.


Σε αισθάνομαι όμως στον αέρα.
Τα χρώματα του μου υποδηλώνουν την αφανή παρουσία σου.
Και το θρόισμα του, τη γεμάτη θόρυβο απουσία σου.


Μα, δεν είσαι εδώ.
Και εγώ μετράω αριθμούς, περιμένοντας σε.
Σε μια γωνία ανάμεσα στη μαθηματική ακολουθία και στην επιμονή μου
για σένα.

Και οι αριθμοί δεν τελειώνουν, μονάχα μεγαλώνουν.
Όπως και η επιθυμία μου για σένα.
Μαζί τους φτιάχνουν τη συνάρτηση της προσμονής.


Και εσύ σαν έναν ναυαγό που ξέμεινε σε ένα ερημονήσι, δεν δίνεις
σημασία ζωής παρά θανάτου.
Και εγώ σαν ένα φυλακισμένο μετράω, τις μέρες που σε περιμένω.
Καθώς ακόμα παραμένω δέσμιος σου.

Μαρία Ροδολάκη- Κατάρα του Αυγούστου

Βουτιά θανάτου ετών μηδέν στου πόνου τη χαράδρα,
πίνακας  μαύρος και ωχρός  στης μοίρας μου τα κάδρα.


Κατάφωρη ζωή λευκή μαύρισε  πριν ανθήσει,
μάνα που δεν εγέννησε  κόκορας πριν λαλήσει.


Μαύρο φεγγάρι  ορφανό που φέγγει στα γεράκια,
πριν  απ’ τα πρώτα βήματα φίλους είχα κοράκια.


Γλυφό νερό που πότισε το διψασμένο σώμα,
αιμορραγώ και ξεδιψώ όλης της γης το χώμα.


Χαμόγελο απ’ τον καιρό  της  πρωινής της πάχνης,
μάνα  που τάισε  παιδιά με γάλα πικροδάφνης.


Πριν απ’ την πρώτη λέξη μου τραγούδησα  Σωκράτη ,
και δεν ζήτω στους γύρο μου να καταλάβουν κάτι.


Φως που κρυφοσκοτείνιαζε μαύρες σκιές ζητούσε,
κατάρα  Αυγούστου ήτανε και με αναζητούσε.


Μια κεντροφόρα  πέρδικα μ’ άφησε δυο σημάδια,
το ‘να  θυμίζει θάνατο και τ΄ άλλο τα σκοτάδια.


Πριν απ’ την πρώτη ανάσα μου μύρισα την αντάρα,
μες  την  ομίχλη έγινε κάθε ευχή κατάρα.
 
Άνεμος έδειρε  φωτιά σ’ αδελφική αρένα,
μα απ´ τους  κόκκινους καπνούς βγήκαν μαζί σαν ένα.

Ύδωρ που σιγοκοίμησε  διαβόλους δίχως μάτια,
ξεδίψασε  και ξύπνησε αγγέλους σε  παλάτια.


Πριν το Σεπτέμβρη Αύγουστος γέλασε δίχως γέλιο,
κρατά τον άξονα της γης χωρίς λαμπρό θεμέλιο.

Δημήτρης Παπαδημητρίου (Jeronimo)- Λαθραίοι στη χώρα των λαθραίων

Το 2018 το ελληνικό κράτος ζήτησε από τις υπηρεσίες του να μην χρησιμοποιείται ο όρος «λαθρομετανάστης» στα δημόσια έγγραφα του κράτους αλλά να αντικατασταθεί αυτός ο όρος με άλλους που θα απέδιδαν με διαφορετικό τρόπο το περιεχόμενο της λέξης. Από τότε μέχρι και σήμερα η λέξη «λαθρομετανάστης» ακούστηκε πάνω από 400 φορές επίσημα από εκπροσώπους του ελληνικού κοινοβουλίου.

Να βρούμε μια μέρα να την ονομάσουμε η μέρα των λαθραίων
Να γιορτάζουν όλοι οι λαθραίοι…
Ο Ιησούς στην Αίγυπτο…
Ο Παύλος και ο Πέτρος στη Ρώμη…
Ο Στέφανος στην Ιουδαία…
Ο Δημήτριος στη Θεσσαλονίκη…
Η Αικατερίνη στην Αλεξάνδρεια…
Ο Ιωάννης στον Πόντο…
Η Βαρβάρα στον Λίβανο…
Να βρούμε μια μέρα, να γιορτάζουμε όλοι οι λαθραίοι…
Και μεις, οι λαθραίοι στην χώρα των λαθραίων…

Ελένη Παπαδοπούλου- Σιέλ-ομιλίες

Σου γέλασα
σίγασες
θύμωσα
και τα φερόμενα επέστρεψες
όταν ούρλιαξα…αντάριασες
τότε σ’ αναγνώρισα Μάνα, θάλασσα…


τότε φιλιώσαμε
τη στιγμή της ορφάνιας μου,
παρηγορήτρα του φθαρτού μου,
έλλειμμα αγκαλιάς αποκάλυψα
τρυφερά με αντάμειψες
με θαλασσί ιώδιο στην επούλωση των αοράτων
και την ανάσα της αύρας σου,
οσμή αιωνιότητας


Τη θωριά σου οραματίζεται η ματιά
μα παραμένει γήινη


Υπερβατική η αιωνιότητα και η αποδοχή της,
όχι για όλους
μονάχα
για το στεριανό ταξιδευτή που την ακτή σου αγγίζει
πασχίζοντας τη ματιά του μπλε
γνωρίζοντας πως
… στην ακτή, όπως σε κάθε άκρη
κανείς δε φοβάται, δεν ταξιδεύει… χαιρετά.

ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ!

Το i Travel Poetry διοργανώνει τον τον Δεύτερο Πανελλήνιο Διαγωνισμό Πεζογραφίας με αιτήσεις έως 15/6. Βρείτε τον εδώ

-Όλοι οι συμμετέχοντες των διαγωνισμών μας επωφελούνται με έκπτωση 20% σε όλα τα υπάρχοντα, αλλά και μελλοντικά σεμινάρια της Master ART, στα οποία θα βρείτε webinars συγγραφής και όχι μόνο!
Δείτε τα σεμινάρια εδώ, εάν σας ενδιαφέρει η προσφορά επικοινωνήστε μαζί μας.