Διαβάστε τα ποιήματα του Ποιητικού Διαγωνισμού U WRITE 2, στην κατηγορία “Διαγωνισμοί”.

Λευτέρης Παπακώστας

Είμαι εδώ ελεύθερος
Αν μ’ εγκλωβίσουνε σε φράγματα να ζω,
δεν μ’ εμποδίζουν όμως εγώ να ονειρευτώ κι’ αν
σ’ ένα όνειρό μου απειλή δεχτώ, δεν με φοβίζουν,
απλά το προσπερνώ.
Ακόμα κι αν εισβάλουν στη ζωή μου κι’ αν
έχουν βάλει στόχο τον ίδιο τον εαυτό μου, όμως
ακόμα κι’ αν πολεμήσουν την ψυχή μου δεν θα
μπορέσουνε να αγγίξουν τα όνειρά μου.
Είμαι εδώ, ότι πληγώνει εγώ αφήνω πίσω,
εμπρός μου βαδίζω, σαν άλλοτε δεν γυρνώ.
Είμαι εδώ, ποτέ μου δεν θα λυγίσω κι’ αν πέσω
ξανά θα προσπαθήσω ξανά θα σηκωθώ.
Είμαι εδώ, ότι πληγώνει εγώ να σταματήσω,
εμπρός μου βαδίζω και πίσω δεν γυρνώ.
Είμαι εδώ, με χίλιους τρόπους θα προχωρήσω,
φράγματα οδούς θα ανοίξω, το δρόμο θα διαβώ.
Είμαι εδώ, ότι πληγώνει εγώ αφήνω πίσω,
εμπρός μου βαδίζω σαν άλλοτε δεν γυρνώ.
Είμαι εδώ, μ’ όλους τους τρόπους θα προχωρήσω,
γερά φτερά θα υψώσω, στα σύννεφα ψηλά θα πετώ, γερά
φτερά θα ανοίξω, ψηλά στον ουρανό.
Είμαι εδώ, ότι πληγώνει εγώ να σταματήσω,
εμπρός μου βαδίζω και πίσω δεν γυρνώ.
Είμαι εδώ, έτσι θα πορευθώ , τη ζωή μου
ελεύθερος θα ζήσω, ελεύθερος θα ζω, τη ζωή μου
ελεύθερος θα ζήσω, ελεύθερος θα ζω.
Είμαι εδώ ελεύθερος.

Εμμανουέλα Χειρακάκη- Μούσα

Τριγυρνάς
σε δαντελωτές ακτές
με χρυσές κορδέλες στα πόδια,
άνεμο στα μαλλιά,
ένα κοχύλι στο χέρι
τσιγάρο στα χλωμά χείλια σου.


Είσαι η ηλεκτρική λάμψη του ήλιου
πάνω στα βρεγμένα βλέφαρα
η αμμουδιά ανάμεσα στα δάχτυλα των ποδιών
η άκρη της ανάσας στον πιο δυνατό λυγμό.

Είσαι γύρω μου
κάθεσαι στις άκρες των δαχτύλων μου
στις κόγχες των ματιών
Φύλακας με μάτια δεμένα
ψηλαφιστά να με αναζητάς.

Μιλάς σε αυτούς που δεν φτάνω πια.


Τραγουδάς πάνω από το κύμα
φέρνεις το κοχύλι στο αυτί
από μέσα φωνάζουν οι δραπέτες του Άδη
-ο βαρκάρης με τα σαπισμένα κουπιά
που γυρεύει αγκυροβόλι στο κορμί σου.


Τα πουλιά της σιωπής
σου τραβούν το άσπρο σου ρούχο
να μεθύσουν από την αλμύρα του
να σε φιλήσουν ξανά πάνω
από την κόκκινη θάλασσα.


Σημαίνεις την καμπάνα
στην άκρη του ορίζοντα
ώσπου να σχιστεί ο ουρανός
να γεμίσει η θάλασσα αστέρια.


Με φιλάς στα μάτια
στο τέλος κάθε μέρας
και εγώ σε κλείνω
στο μικρό κουτί
με τα χαραγμένα αρχικά

Ελευθέριος Πλουτάρχου- Παιδιά του πολέμου

Είναι κάτι παιδιά που ‘χουν σχολειό
το σχολειό του πολέμου…
Παίζουν κρυφτό σαν ακούνε τις βόμβες,
παίζουν τρεχτό σαν ακούνε οβίδες,
γράφουν τις λέξεις στο χώμα των ερειπίων
και ποτέ δε λαθεύουν αρρώστια και φτώχεια.
Μαθαίνουν αφαιρέσεις μετρώντας νεκρούς,
μαθαίνουν προσθέσεις μετρώντας κασόνια.
Απαγγέλουν απ’ έξω… πόσο αξίζει νερό και ψωμί.
Με βιβλία σχισμένα… με τις σφαίρες στις τσάντες…
στους γκρεμισμένους τοίχους…
στη λάσπη και στη βροχή…
Είναι τ’ αδικημένα παιδιά του πολέμου.

Χρήστος Σχίζας- Το νησί των μακάρων

Είναι η ώρα της ενδοσκόπησης, της αυτοανάλυσης.
Μια εξέταση στον άγνωστο εαυτό μας, στον κρυμμένο εγώ μας, στα θέλω και δε θέλω.
Πάρε το σκαλιστήρι και ξύσε, κι αν χρειαστεί χρησιμοποίησε και το τρυπάνι.
Κάτι θα βρεις, κάτι θα ανακαλύψεις.
Όχι δεν πρόκειται για αρχαιολογική σκαπάνη, αλλά είναι μια εσωτερική σκαπάνη.
Κι αυτή η σκαπάνη είναι πιο δύσκολη, πιο επώδυνη ,
είναι μια βραδυφλεγής βόμβα που αν σκάσει θα σε διαλύσει.
Όμως εσύ πρέπει να μείνεις , να υπομείνεις και να επιμείνεις.
Μέχρι τώρα είχες χιλιάδες προφάσεις, δικαιολογημένες ή αδικαιολόγητες.
Έτρεχες ασταμάτητα, γιατί έτρεχαν και οι υποχρεώσεις.
Τώρα δεν είναι ώρα για τέτοιες προφάσεις, για τέτοια παιχνίδια.
Είσαι εσύ και ο εαυτός σου.
Είναι ευκαιρία να έρθεις αντιμέτωπος με όλες τις καταστάσεις,
τις πρόσφατες και τις μακρινές, τις ανώδυνες και τις επώδυνες, τις στιγμιαίες και διαρκείς.
Απέναντι έχεις το είδωλο σου, τον καθρέφτη του εαυτού σου, τον άλλο σου εγώ.
Σκύψε και ψάχνε.
Τι έκανες στη ζωή σου; Που πέτυχες και που απέτυχες;
Μη σταθείς στη επιφάνεια των πραγμάτων, αλλά μπες στο εσωτερικό τους.
Και αντέγραψε ό, τι βλέπεις, ό, τι παρατηρείς.
Μην αρνηθείς τα λάθη σου,
γιατί ίσως αυτό το ταξίδι που αναζητάς είναι ένα ταξίδι αλλιώτικο,
ένα ταξίδι λυτρωτικό, είναι ένα βάλσαμο για τις πληγές,
τις φλεγμονές των χαμένων παραδείσων.
Ακολούθα την ατέρμονη αυτή πορεία και όπου σε πάει.
Μη χάσεις το μακρινό αυτό όνειρο στο νησί των μακάρων.
Ίσως εκεί βρίσκεται αυτό που ψάχνεις, ίσως εκεί είναι το χαμένο μυστικό ,
ίσως εκεί είναι ο χαμένος παράδεισος.

Γιάννης Πολύζος- Βράχος

Απ’ το μικρό παράθυρο αγναντεύω μόνιμα τον βράχο.
Οτιδήποτε άλλο εκεί έξω
περιορίζεται και κρύβεται απ’ τη στενότητα της πολεμίστρας.
Βέβαια, μπορώ να φανταστώ
τη θάλασσα, τα κύματα, τα γλαροπούλια
ίσως και μερικές ψαρόβαρκες-
όλα τους αναμένουνε το σούρουπο
για να ταιριάξουν στο ιδεατό τοπίο.
Όσο κοντά κι αν πλησιάσω,
όσο κι αν απομακρυνθώ,
ο βράχος χτίζει τη θέα πεισματικά.
Θα ζητήσω να μου δώσουν άλλο δωμάτιο·
ένα που θα ‘χει άνοιγμα στο βάθος των ματιών
ώστε να επιτρέπει λιγότερη φαντασία.
Μου είπαν, πως δεν υπάρχει διαθέσιμο
να βολευτώ με αυτό που έχω.
Κατέβηκα στον κήπο αναθεματίζοντας την ώρα και τη στιγμή·
σημάδια εγκατάλειψης ολόγυρα.
Κάθησα στο χορταριασμένο παγκάκι
αποστρεφόμενος το κάθετο του δειλινού.
Ώσπου, ο ερχομός της νύχτας
απογύμνωσε οριστικά το ανίερο.
Επιτέλους σαρκώθηκαν τ’ ανονείρευτα του νου.

Αλέξανδρος Κολιάσης- Αρχιτεκτονικό σχέδιο

Εν αρχή ην ο Έρως.
Ο Έρωτας αδιακρίτως.
Η ωραία Πασιφάη το γνώριζε αυτό.
Κι ερωτεύτηκε ένα ταύρο. Θεϊκό, ολόλευκο, γερό.
Το ανικανοποίητο της
ζήτησε την υποστήριξη του Μέγα Αρχιτέκτονος.
Εκείνος κατασκεύασε το ομοίωμα μιας αγελάδας
και την καθοδήγησε:
«Κρύψου μέσα στο ξύλινο κουφάρι.
Χάιδεψε την ήβη σου. Υποτάξου.
Φύλαξε το σπέρμα του ταύρου.»
Η ζωόμορφη Πασιφάη έσμιξε με το ζώο.
Και γέννησε το τέρας. Μισάνθρωπο και ταυρόκεφαλο.
Το γέννημα της κράτησε και το όνομα του συζύγου.
Η ντροπή του Μίνωα
ζήτησε την υποστήριξη του Μέγα Αρχιτέκτονος.
Εκείνος κατασκεύασε ένα ανάκτορο με πολύπλοκους διαδρόμους
και τον καθοδήγησε:
«Κρύψε το τέρας στο λαβύρινθο.
Θρέψε το με ανθρώπινο κρέας.
Υπέταξε βασίλεια. Σπείρε το τρόμο.
Πρόσεξε μόνο το νήμα της ιστορίας.»
Το τερατούργημα κλειδώθηκε στους λαβύρινθους
και κατασπάραζε νεανικές σάρκες.
Εφτά σοφές κι επτά χρωματιστές.
Η νόμιμη Κόρη της Πασιφάης και του Μίνωα
ερωτεύτηκε μια απ’ τις εφτά σοφές σάρκες.
Για να την κατακτήσει
ζήτησε την υποστήριξη του Μέγα Αρχιτέκτονος.
Εκείνος κατασκεύασε από συστρεφόμενες κλωστές ένα κουβάρι
και την καθοδήγησε:
«Στερέωσε το νήμα στην αρχή.
Ξετύλιξε αργά. Φέξε το δρόμο.
Διέταξε τη σοφή σάρκα
να σκοτώσει το τέρας.»
Η σοφή σάρκα το σκότωσε.
Ολοκλήρωσε το σχέδιο του Μέγα Αρχιτέκτονος.
Η άκριτη επιθυμία γεννάει Μινώταυρους,
φυλακίζεται και θανατώνεται από την λογική.
Εν τέλει ην ο Λόγος.

Ε.Καρατσίν- Αγάπη

Στάζουν οι ρωγμές του χθες
τις σιωπές του σήμερα

Κι η αγάπη σκοντάφτει
στα πρέπει που γίνανε δεν

Κι όμως το σύννεφο μίλησε…
με τη βροχή ξέπλυνε τις σιωπές

Και οι ανάσες μας ζεστές
μάρτυρες έγιναν πόθων

Η λάβα του μυαλού
άναψε φλόγες στην καρδιά

Ματωμένοι στο βωμό της αγάπης
ήπιαμε το κρασί της ηδονής

Μαζί σε δρόμο δίχως γη
της ένωσής μας έσταξε το νέκταρ

Δίχως το χτύπο της επόμενης στιγμής
Δίχως μιλιά με στόματα ενωμένα
Δίχως ανάσα στη δίνη του έρωτα
Αγάπη άυλη, αέναη, ιερή…

Ελένη Πάχου- Τολμηρές δηλώσεις

Είμαι το κόκκινο στο γαλάζιο σου
Είμαι το αλάτι που σου ψήνει τα χείλη
Είμαι η αχτίδα φωτός ανάμεσα στους λουόμενους
Είμαι η σελίδα που λείπει από το καλοκαιρινό σου ανάγνωσμα
Είμαι το ποίημα που ποτέ δεν είπες δυνατά
Είμαι το τραγούδι ενάντια στον καπιταλισμό που δεν ήξερες
Είμαι το κορίτσι της χτεσινής βραδινής πορείας
Είμαι η τραμουντάνα στην νηνεμία του μυαλού σου
Είμαι η επιθυμία που σε ξυπνάει τη νύχτα
Είμαι η λαγνεία που θρέφει το βλέμμα σου
Είμαι η αποπλάνηση της μεταμεσονύχτιας περιπλάνησης σου
Είμαι τα αποσιωπητικά στη σκέψη σου
Είμαι ο μετρονόμος της νοσταλγίας σου
Είμαι η αμετροέπεια που σε διακατέχει όταν θες να κρυφτείς
Είμαι η αμηχανία της πρώτης συνάντησης
Είμαι η αδιόρατη συναισθηματική εμπλοκή στο «είσαι καλά?»
Είμαι το πρώτο βλέμμα της επόμενης μέρας
Είμαι το τελευταίο χαμόγελο πριν την απογείωση
Είμαι εδώ… για μια ακόμη βόλτα στη γειτονιά της Αλεξάνδρου Σβώλου
Έρχεσαι?

Βέρα Καραγιάννη- Καθρέφτης

Από τότε που θυμάται τον εαυτό του
-και θυμάται καλά-
ήταν εκεί.
Κρεμόταν από ένα καρφί στον τοίχο
-ανάμεσα σαλόνι και χολ-
από πάντα εκεί.
Να στραφταλίζει τα πρωινά,
να φλέγεται λίγες ώρες αργότερα
-μικρός παραμόνευε συχνά τα ηλιοβασιλέματα-
πάντοτε εκεί.
Δίπλα του το μεγάλο ρολόι του σπιτιού
-αυτό με τον κούκο-
μετρούσε τον χρόνο.
Κι ο χρόνος
-που κανείς δε μέτρησε ποτέ-
έφερε λογιών- λογιών σημάδια, στίγματα, γραμμές.
Τα είδωλα θόλωσαν
-να το πετάξουμε το παλιόπραμα, έλεγε συχνά ο πατέρας-
αλλά έστεκε εκεί.
Βγαίνοντας κάποιο βράδυ απ’ την κουζίνα, μ’ έναν δίσκο στα χέρια
-ασημένιος από την προίκα μου, καμάρωνε συχνά η μητέρα-
το είδε για πρώτη φορά.
Ήταν κι αυτό εκεί.
Επιφανειακό, λεπτό στη ρίζα
-κάπου χαμηλά στην αριστερή γωνία της κορνίζας-
βαθύ, αιχμηρό όσο προχωρούσε ψηλότερα
-στο ύψος του προσώπου ακριβώς-
το πρώτο ράγισμα.
Με μερικά βιαστικά βήματα προσπέρασε.
Ύστερα πισωγύρισε
-με τον ασημένιο δίσκο στα χέρια-
κι αυτό να είναι ακόμη εκεί.
Κοίταζε μια το πρόσωπό του
-φτυστός ο παππούς σου, συγκινούνταν συχνά η γιαγιά-
μια τη ρωγμή.
Ήταν εκεί. Από πάντα εκεί.
Πάντοτε εκεί. Έστεκε εκεί.
Ήταν κι αυτό εκεί.
Κι αυτός να είναι ακόμη εκεί.

Δημήτρης Ράικος- Στις 31 του μηνός

Στις 31 του μηνός θα βρέξει αστέρια ο ουρανός
και ‘γω κουράγιο δε θα ‘χω
ούτε το τηλέφωνο να βαστάξω
για ν’ ακούσω τους λαμπρούς ήχους του ενθουσιασμού σου.


Στις 31 του μηνός θα μου ‘χουν περισσέψει κάτι ψιλά
ίσα-ίσα να βγάλω εισιτήριο για το φεγγάρι·
εκεί όπου κάτι τύποι σαν και ‘μένα
άκουσα ότι θεραπεύονται απ’ την ακατάσχετη ψυχορραγία.


Στις 31 του μηνός θα ‘ναι γαλάζιος ο ουρανός
και ‘γω θα βγάλω στην ξέγνοιαστη εξοχή το ζώο που κουβαλώ μέσα μου.
Θα κατουρήσω παντού, θα κυλιστώ, θα λιαστώ, θα γλείψω τ’ αχαμνά μου,
θα δείξω ευγνωμοσύνη χαρωπά κουνώντας την ουρά μου·
θα δείξω και τα δόντια μου
σ’ όποιο σύννεφο τολμήσει να σκεπάσει το γαλάζιο τ’ ουρανού,
σ’ όποια φυλλωσιά εμποδίσει τις αχτίδες του ήλιου
να βυθιστούν στα μάτια μου.


Στις 31 του μηνός θα μου ‘χουν μπει ψύλλοι στ’ αυτιά
ότι κάπου η θάλασσα κι ο έρωτας στερεύουν,
ότι κάπου το άγριο χορτάρι σε φασκιώνει σα μωρό,
ότι κάπου ο αέρας διεισδύει απ’ τις χαραμάδες του ραγισμένου εαυτού
και σε χαϊδεύει σε σημεία δυσπρόσιτα και σπάνια,
ότι κάπου ο ήλιος σε κοιμίζει, σε καίει και σε εξαϋλώνει,
ότι κάπου μια αρρώστια πλανιέται
θερίζοντας ό,τι φοβάσαι ν’ αποτελειώσεις.

Στις 31 του μηνός θα ‘ρθει ο καιρός να οργώσω το σύμπαν
μ’ εκείνο το αλέτρι που βρήκα στην άθικτη αποθήκη του προπάππου μου
και να σπείρω παντού τα δώρα του Θεσσαλικού κάμπου.
Θα ‘ρθει ο καιρός να πω και ‘γω ιστορίες κάτω απ’ την κερασιά,
καθισμένος πάνω σε μια μπάλα από άχυρο,
μ’ έναν ελαφρύ ιδρώτα να κυλάει στο πρόσωπο σα μοσχοβολιστό ρετσίνι,
με τους μεγάλους να κρέμονται απ’ τα χείλη μου
και τα παιδιά σκαρφαλωμένα στα κλαδό-μαλλιά μου.
Θα ‘ρθει ο καιρός να ξεπληρώσω τα επίγεια χρέη μου
στους καθημερινούς μικροδιαβόλους της διπλανής πόρτας
και ύστερα να περπατήσω στην αστρική οδό της αμνησίας.


Στις 31 του μηνός θα σε περιμένω με ανυπομονησία
να κάνουμε τον γνωστό αμίλητο περίπατό μας
κι ύστερα ξανά να χωριστούμε δίχως επιστροφή.

ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ!

Το i Travel Poetry διοργανώνει τον τον Δεύτερο Πανελλήνιο Διαγωνισμό Πεζογραφίας με αιτήσεις έως 1/7/2021.

Βρείτε τον εδώ

-Όλοι οι συμμετέχοντες των διαγωνισμών μας επωφελούνται με έκπτωση 20% σε όλα τα υπάρχοντα, αλλά και μελλοντικά σεμινάρια της Master ART, στα οποία θα βρείτε webinars συγγραφής και όχι μόνο!
Δείτε τα σεμινάρια εδώ, εαν σας ενδιαφέρει η προσφορά επικοινωνήστε μαζί μας.