Η έλευση του καλοκαιριού συνδυάζεται με τη διάθεσή μας να επισκεφθούμε και να εξερευνήσουμε τοποθεσίες που παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον και φυσική ομορφιά. Το ελληνικό καλοκαίρι μας παρέχει μία δυνατότητα που αξίζει να εκμεταλλευτούμε στο έπακρο. Ειδικότερα, ένα καλοκαίρι στη Μεγαλόνησο δεν μπορεί παρά να είναι γεμάτο μοναδικές εμπειρίες που μας φέρνουν σε επαφή με την παράδοση και τους ανθρώπους του τόπου. Τα Χανιά, το Ρέθυμνο, το Ηράκλειο και το Λασίθι, έχουν αφήσει το δικό τους ξεχωριστό αποτύπωμα στην ιστορική κληρονομιά που μεταφέρει η Κρήτη στους αιώνες, ενώ συχγρόνως, συμπληρώνουν με μοναδικό τρόπο το φυσικό κάλλος του νησιού.

          Τα Χανιά, πιο συγκεκριμένα, βρίσκονται στο βορειοδυτικό τμήμα της Κρήτης. Αποτελούν την πρωτεύουσα του Νομού Χανίων, η οποία είναι κτισμένη στα ερείπια της αρχαίας Κυδωνίας. Τόσο στην Παλιά Πόλη, όσο και στο Παλιό Λιμάνι, ο επισκέπτης μπορεί να διακρίνει το πέρασμα διάφορων λαών από την περιοχή, αντικρύζοντας πολυάριθμα κτίρια που σώζονται μέχρι σήμερα και διασχίζοντας συνοικίες που μαρτυρούν την ιστορικότητα της κάθε τοποθεσίας, όπως η Χαλέπα, τα Ταμπακαριά, ο Τοπανάς, η Οβραϊκή ή Εβραϊκή, τα Βενετσιάνικα νεώρια και η ιστορική πλατεία της Σπλάτζιας στην Παλιά Πόλη.

          Σημείο εκκίνησης για τη γνωριμία των επισκεπτών με την Παλιά Πόλη των Χανίων αποτελεί η Δημοτική Αγορά, η οποία εγκαινιάστηκε το 1913 και οικοδομήθηκε πάνω στον βενετσιάνικο προμαχώνα Piatta Forma. Το μεγαλοπρεπές οικοδόμημα σε σχήμα σταυρού, στεγάζει μία μεγάλη ποικιλία από καταστήματα όπως παντοπωλεία, οπωροπωλεία, κρεοπωλεία, ιχθυοπωλεία και φούρνους. Επιπλέον, διαθέτει καταστήματα με σουβενίρ και είδη λαϊκής τέχνης. Η επίσκεψη στη Δημοτική Αγορά μπορεί να συνδυαστεί με μία βόλτα στο Πάρκο Ειρήνης και Φιλίας των Λαών, το Δημοτικό Ρολόι, τα Δικαστήρια και τον Δημοτικό Κήπο.

          Περνώντας από την Δημοτική Αγορά και κατηφορίζοντας προς τα σοκάκια και τα καλντερίμια της Παλιάς Πόλης, ο δρόμος οδηγεί τον επισκέπτη στο Παλιό Ενετικό Λιμάνι, εκεί όπου ο περίφημος βενετσιάνικος Φάρος κατέχει κεντρική θέση, ενώ στο κέντρο του βενετικού κυματοθραύστη που προστατεύει το Παλιό Λιμάνι, αντικρύζει κανείς τα ερείπια φρουρίου. Η εικόνα συμπληρώνεται με τα Νεώρια, τα παλαιά ναυπηγεία που έχουν οικοδομηθεί από τους Βενετούς στα τέλη του 15ου αιώνα και βρίσκονται στην ανατολική και νότια πλευρά του Λιμανιού, και από το Μεγάλο Αρσενάλι, το οποίο παρουσιάζει ξεχωριστό ενδιαφέρον, καθώς φιλοξενεί τον εκθεσιακό και συνεδριακό χώρο του Κέντρου Αρχιτεκτονικής της Μεσογείου. Επιπλέον, στη βορειοδυτική πλευρά του Λιμανιού ο επισκέτης θαυμάζει αξιόλογα κτίσματα της βενετσιάνικης και της οθωμανικής αρχιτεκτονικής.

          Αφήνοντας πίσω του τον βενετσιάνικο Φάρο και τα παλαιά ναυπηγεία, ο επισκέπτης κατευθύνεται προς το Ναυτικό Μουσείο και την Ιστορική Λαογραφική και Αρχαιολογική Εταιρία Κρήτης στο φρούριο του Φιρκά, το οποίο βρίσκεται στο δυτικό τμήμα του Παλιού Λιμανιού. Αξίζει να σημειωθεί πως στο εν λόγω φρούριο την 1η Δεκεμβρίου 1913 υψώθηκε επίσημα η ελληνική σημαία για την ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα. Στη συνέχεια, διανύοντας μία απόσταση περιμετρικά του φρουρίου, ο επισκέπτης ανηφορίζει την οδό Θεοτοκοπούλου αντικρύζοντας το ναό του San Salvatore ο οποίος χρονολογείται μεταξύ 15ου και 17ου αιώνα και φιλοξενεί την Βυζαντινή και Μεταβυζαντινή Συλλογή Χανίων. Αυτό το σημείο αποτελεί την αφετηρία της γραφικής συνοικίας του Τοπανά που χρωστάει το όνομά της στην ενετική πυριτιδαποθήκη που βρισκόταν εκεί.

          Στο τέλος της οδού Θεοτοκοπούλου ο επισκέπτης κατηφορίζει την οδό Δούκα για να βρεθεί στο κέντρο της αριστοκρατικής συνοικίας της βενετσιάνικης πόλης. Τα αριστοκρατικά σπίτια των Βενετσιάνων και αργότερα των Τούρκων ευγενών, καθώς και τα εξαιρετικής αρχιτεκτονικής κτήρια της οδού Θεοφάνους κλέβουν όλες τις εντυπώσεις. Η κατάβαση συνεχίζεται στην οδό Ζαμπελίου, όπου βρίσκεται η Οβριακή, η παλιά δηλαδή Εβραϊκή Συνοικία με την ανακαινισμένη Εβραϊκή Συναγωγή. Τέλος, κατευθυνόμενος στην ανατολική πλευρά του λιμανιού, ο επισκέπτης συναντά την ιστορική πλατεία της Σπλάτζιας και το Ναό του Αγίου Νικολάου (1204) με τον τούρκικο μιναρέ και τον αναγεννησιακό ναό του Αγίου Ρόκκου (1630).

Κωνσταντίνα Μιχάκη