Ραντεβού στην Βουλιαγμένη
Το πάρτι στη Βουλιαγμένη στις 25 Ιουλίου του 1983 ήταν από τις εκδηλώσεις που γίνονται μια φορά και τις θυμάσαι για πάντα. Ο Κηλαηδόνης με την ιδέα του άφησε εποχή και πολλές σελίδες γράφτηκαν για εκείνη τη βραδιά-υπερθέαμα. Ξεκίνησε από μία απλή αφίσα με τον αόριστο και αινιγματικό τίτλο «Πάρτυ στη Βουλιαγμένη», την ημέρα και την ώρα, χωρίς περαιτέρω εξηγήσεις, χωρίς ονόματα, σχεδόν χωρίς να ξέρει κανείς τίποτα, πέρα από τους διοργανωτές, για την παραγωγή που είχε στηθεί. Ήταν ένα κάλεσμα στο οποίο οι Αθηναίοι (και όχι μόνο) ανταποκρίθηκαν ανά δεκάδες χιλιάδες. Ένα ραντεβού μια βραδιά του Ιούλη.

Το πάρτι ήταν κάτι τελείως διαφορετικό από τις μέχρι τότε συναυλίες στα γήπεδα, με τις αγωνιστικές και πολιτικές μουσικές. Ήταν σε φυσικό χώρο, με πλωτή εξέδρα, με ποικιλία μουσικών και καλλιτεχνών, με πυροτεχνήματα. Με ανθρώπους να κολυμπούν, με ανθρώπους να τρώνε, με ανθρώπους να χορεύουν και να τραγουδούν ανά χιλιάδες, πολλές φορές χωρίς καν να ακούν την ίδια τη μουσική, αφού τα τεχνολογικά μέσα της εποχής αδυνατούσαν να ανταποκριθούν στο πλήθος του κόσμου που συνέρρευσε στην εκδήλωση. Όλα ήταν ελεύθερα και χαλαρά, πράγματι ένα μεγάλο πάρτι. Και ο κόσμος έδειξε πως ακριβώς αυτό ήταν που τότε είχε ανάγκη. Να διασκεδάσει και να χαθεί στην βραδιά.

Οι Αθηναίοι έδειξαν πως επιθυμούσαν διακαώς να ξεφύγουν από την ρουτίνα τους, από την καθημερινότητα και τα προβλήματά της. Άλλωστε δεν ήταν παρά μόνο λίγο μετά τον απόηχο της χούντας και τα προβλήματα των πρώτων χρόνων της Μεταπολίτευσης. Ο λαός ήταν ήδη εξαιρετικά κουρασμένος. Και τότε η κοινωνία βρισκόταν μόλις στην αρχή της ανάπτυξης, με την νέα κυβέρνηση, την νέα οικονομία, τις νέες συνθήκες. Η κοινωνία βρισκόταν σε μία περίοδο ευρύτερης αλλαγής. Έβγαινε από τον γύψο της και άρχιζε να ανθίζει, άρχιζε να διασκεδάζει, άρχιζε να αποζητά νέους τρόπους να ξεφεύγει.
Η βραδιά είχε ένα εισιτήριο με μικρό αντίτιμο, σχεδόν συμβολικό, για τα έξοδα της διοργάνωσης. Η φαντασμαγορία της, ωστόσο, λειτούργησε σαν προμήνυμα για το τι θα ακολουθούσε στο μέλλον όσον αφορά την διασκέδαση του αστικού πληθυσμού. Και ήταν πράγματι μία υπερπαραγωγή. Τα ονόματα ήταν τρανταχτά και ήταν όλα μια ευχάριστη έκπληξη για τους θεατές. Σαββόπουλος, Γερμανός, Νταλάρας και φυσικά ο ίδιος ο Κηλαηδόνης. Όλοι τραγουδούσαν για την Βουλιαγμένη κάτω από τον έναστρο ουρανό και μέσα από τη θάλασσα. Εκείνο το βράδυ οι δρόμοι έκλεισαν από την συρροή των αυτοκινήτων, τα θερινά σινεμά δεν λειτούργησαν και το ραδιόφωνο αναμετάδιδε ζωντανά το κάθε λεπτό της εκδήλωσης. Το πάρτι φυσικά και μαγνητοσκοπήθηκε, προσφέροντας ένα σπάνιο ντοκουμέντο για τις επόμενες γενιές.

Η «Αλλαγή» ερχόταν και η αίσθηση ήταν διάχυτη στον αέρα εκείνο το βράδυ. Η Ελλάδα έμπαινε σε μια νέα εποχή, λίγο περισσότερο ανέφελη, περισσότερο λαμπερή. Λίγο πιο κοντά στην σύγχρονη εποχή. Η βραδιά θα άλλαζε για πάντα την πορεία της διασκέδασης και των συναυλιών. Θα απελευθέρωνε την μουσική και τα είδη της, θα στρεφόταν στο άτομο σαν άτομο. Θα έκανε γενιές και γενιές να αναπολούν και να αποζητούν εκείνη την ανέμελη βραδιά στην Βουλιαγμένη. Η βραδιά θα χαρασσόταν στην ιστορία και τίποτε ανάλογο με εκείνα τα δεδομένα, τόσο αυθόρμητο και μαγικό, δεν θα γινόταν ξανά ποτέ.