Τρια ποιήματα του Λευτέρη Χονδρού
Οδός Μητροπολίτη
Είχαμε βρεθεί εκεί ξανά, μα η φήμη της οδού με
τα λόγια που είπαν άλλοι, μας τρομάζανε πολύ.
Είδαμε εκείνο το σπίτι με το φως του αναμμένο,
κάποιος είπε μπες και θα σε περιμένω,
μα είχαμε ήδη όλοι τρομοκρατηθεί.
Αχ, αυτό το σπίτι είχε κάτι που ήταν όντως
στοιχειωμένο – με το φως του το αναμμένο –
και τα λόγια που είπαν άλλοι, είχαν πια παντού
φανερωθεί, κι αν γνωρίζαμε τον τρόπο για να
ελευθερωθούμε, δεν θα είχαμε τον τρόμο πριν
ακόμη να βρεθούμε στην οδό.
Είχε το όνομα Μητροπολίτη η οδός με
το στοιχειωμένο σπίτι, που ήτανε νεκρός,
θαμμένος και ψυχρός εδώ και χρόνια.
Αχ, είμαστε όντα μίας ζοφερής στιγμής.
Τον τρόμο άμα ψάξεις θα τον βρεις μεσονυχτίς
σε οδούς που ακούν σε όνομα Μητροπολίτη.
Πένθος
Βαρύ το πένθος στην ψυχή μας.
Πενθούμε δια των δακρύων μας
τους αποσύροντες απ’ την ζωή.
Διότι εκείνοι ειρήνευσαν πια· διότι
εμείς μείναμε πίσω να ανησυχούμε.
Βαρύ το πένθος όσων πεθάναν·
πενθούν την αγαλλίαση των ζωντανών
πενθούν τον ευτελή σκοπό του πένθους.
Η γυναίκα στο παράθυρο
Είναι ωραία γυναίκα αυτή που κάθεται
στο ανοιχτό παράθυρο με χαμηλή φωνή
μιλώντας στο γκαρσόνι.
Από την άλλη όχθη
ένας κήπος με υάκινθους
και το χορτάρι βλέπεις όσο βαθαίνει
δυναμώνει.
Ωστόσο υπάρχουν άνθρωποι
που χάνονται κι έπειτα χαμογελούν·
σα να ήταν αυτός ο σκοπός της ζωής τους.
Είναι ωραία γυναίκα –
κάθομαι και την κοιτώ όπως κοιτούν
τα αγάλματα στον χώρο του μουσείου
δίχως να την ακουμπώ
μόνο μπορώ να την θαυμάσω
κι αυτό το παράθυρο πάντα ανοιχτό
σαν την καρδιά ενός σοφού γέρου.