Γεννημένη στο Λονδίνο το 1882, η Adeline Virginia Woolf (Stephen), γνωστή και ως ‘Ginia’ θα γινόταν μία από τις λαμπρότερες συγγραφείς του 20ου αιώνα. Δεν υπάρχουν λόγια για να περιγράψουν την σπουδαιότητα της Virginia ως γυναίκα, οραματίστρια, δημιουργό και πάνω από όλα άνθρωπο. Η Virginia Woolf με την συνεισφορά της στο χώρο της λογοτεχνίας εδραίωσε βασικές αρχές της σύγχρονης πολυπλοκότητας της ανθρώπινης σκέψης καθώς επίσης πάλεψε όλη της τη ζώη κόντρα στις συμβάσεις της επόχης της υπερασπίζοντας την ελευθερία των γυναικών στην γραφή και το γενικότερο δικαίωμα τους στην δημιουργία και έκφραση. Η ίδια εξάλλου στερήθηκε το δικαίωμα της εκπαίδευσης σε ανώτερο ίδρυμα σε αντίθεση με τους αδερφούς της που φοίτησαν στο Cambridge. Μπορεί το γεγονός αυτό να μην της στέρησε το δικαίωμα της γνώσης, της στέρησε όμως το δικαίωμα της ανταλλαγής ιδεών με άλλους ανθρώπους,της αληθινής συζήτησης.

Η ίδια περιέγραψε την γυναικεία φύση της ως μία συνεχή μάχη με ένα φάντασμα,το οποίο ήταν γυναίκα γνωστή και ως ‘Ο άγγελος στο σπίτι’. Ήταν εκείνη που έμπαινε ανάμεσα στην Woolf και το χαρτί όταν έγραφε άρθρα, ήταν εκείνη που την ενοχλούσε και σπαταλούσε τον χρόνο της. Ήταν εκείνη που τόσο την βασάνιζε που στο τέλος την σκότωσε. Όλες οι γυναίκες αντιλαμβανόμαστε σε τι αναφερόταν η Virginia. Η ίδια περιέγραψε το φάντασμα ως εξής: Αυτή ήταν έντονα συμπονετική. Ήταν απίστευτα γοητευτική, εντελώς ανιδιοτελής. Θυσιάζε τον εαυτό της καθημερινά. Ήταν τόσο δοσμένη στους άλλους, που δεν κρατούσε ούτε μία ευχή για εκείνην. Πάντα συμπονούσε το μυαλό και τις ευχές των άλλων. Πάνω από όλα, ήταν αγνή.

Η συγκεκριμένη περιγραφή με συγκινεί βαθιά, καθώς όλες μας μέχρι και σήμερα ζούμε υπό την σκιά του δικού μας ‘αγγέλου’. Διαβαζόντας τα λόγια της ένιωσα ελεύθερη. Ελεύθερη να υπάρξω, να δημιουργήσω, να εκφράσω τις πιο παράλογες σκέψεις μου δίχως να φοβάμαι μήπως παρά είμαι. Τα λόγια των άλλων, εκείνα που ανέθρεψαν γενιές και γενιές γυναικών, εκείνες οι φωνές που γίνονται ψίθυροι στο κεφάλι μας πάντα μας λένε να μην παρά είμαστε. Μην παρά είσαι εκδηλωτική, γιατί γίνεσαι υστερική. Μην παρά είσαι κοινωνική, γιατί θέλεις την προσοχή. Μην παρά βάφεσαι, γιατί σε θέλουμε φρέσκια και νέα. Κυρίως νέα. Αιώνια νέα. Νιώθω συσσωρευμένο θυμό για όλα αυτά και όλα εκείνα. Γυναικές όπως η Virginia Woolf έρχονται να ενθαρρύνουν τις νέες γυναίκες να είναι η πιο αυθεντική εκδοχή του εαυτού τους.Η Virginia Woolf μας υπενθυμίζει πως η τέχνη δεν είναι προαιρετική. Στις πιο δύσκολες στιγμές μόνο εκείνη μας στηρίζει και μας ενώνει.        

“I will not be ‘famous’, ‘great’. I will go on adventuring, changing, opening my mind and my eyes, refusing to be stamped and stereotyped. The thing is to free one’s self: to let it find its dimensions, not be impeded.”

From A Writer’s Diary

Ο θάνατος της μητέρας της όταν εκείνη ήταν μόλις δεκατριών υπήρξε η αρχή μίας σειράς ψυχολογικών προβλημάτων που εν τέλει την οδήγησαν στην αυτοκτονία, το 1941. Λέγεται ότι έπασχε από μανιακή κατάθλιψη. Κάποιες μέρες βυθιζόταν σε βαθιά θλίψη και άλλες μπορούσε να είναι λειτουργική. Καθ’όλη τη διάρκεια της ζωής της αντιμετώπιζε σοβαρές νευρικές καταρρεύσεις δίνοντας καθημερινά μάχη ενάντια στην κατάθλιψη, στην ανορεξία και στις σκέψεις της να βάλει τέλος στην ίδια της τη ζωή.

Παντρεύτηκε τον Αύγουστο του 1912 τον Λέοναρντ Γουλφ και ενώ την μεταξύ τους σχέση διέκρινε η ιδιαίτερη αγάπη και συντροφικότητα, ερωτικά απήχαν. Η Βιρτζίνια ανέπτυξε τον χειμώνα του 1922 ερωτική σχέση με την Βίτα Σάκβιλ-Γουέστ. Συνδέθηκαν σε ανώτερο επίπεδο οι δυό τους και την περίοδο της σχέσης τους η Βιρτζίνια έγραψε μερικά από τα καλύτερα έργα της.

Ο γάμος της με τον Λέοναρντ Γούλφ
η Βίτα Σάκβιλ-Γουέστ

Το αποχαιρεστήριο γράμμα της προς τον σύζυγο της:

Αισθάνομαι σίγουρα πως τρελαίνομαι πάλι. Αισθάνομαι ότι δε μπορούμε να ξαναπεράσουμε άλλον ένα σαν εκ τους φοβερούς χρόνους. Και δεν θα συνέλθω ξανά τούτη τη φορά. Αρχίζω ν’ ακούω φωνές και δε μπορώ να συγκεντρωθώ. Έτσι κάνω κείνο που μου φαίνεται καλύτερο για όλους μας. Μου ‘χεις δώσει τη μέγιστη δυνατή ευτυχία. Ήσουν με κάθε τρόπο όλ’ αυτά που κανείς δε θα μπορούσε να ‘ναι. Δε γνωρίζω δυο ανθρώπους που θα μπορούσαν να είναι ευτυχέστεροι, μέχρι που με χτύπησε τούτη η φοβερή αρρώστια. Δεν μπορώ να την παλεψω άλλο. Ξέρω ότι χαλώ τη ζωή σου, που χωρίς εμένα θα μπορούσες να κάνεις. Και το ξέρεις πως το ξέρω. Βλέπεις δεν μπορώ μήτε να γράψω… ακόμη κι αυτό. Δε μπορώ να διαβάσω. Θέλω να πω πως οφείλω όλη την ευτυχία της ζωής μου σε σένα. Ήσουν ολότελα υπομονετικός μαζί μου και καλός σ’ απίστευτο βαθμό. Θέλω να σ’ το πω αυτό -ο καθένας το ξέρει. Αν κάποιος θα μπορούσε να μ’ είχε σώσει, αυτός θα ‘σουν εσύ. Όλα έχουνε χαθεί για μένα μα βεβαιώνω για την καλοσύνη σου. Δεν μπορώ να συνεχίσω να χαλώ τη ζωή σου άλλο. Δεν σκέφτομαι ότι δυο άνθρωποι θα μπορούσαν να ‘ναι ευτυχέστεροι απ’ όσο ήμασταν εμείς.

    Η ζωή και το έργο της Virginia Woolf ενθαρρύνει όλες τις νεαρές γυναίκες να σκοτώσουν το αρχέτυπο της αφοσοιωμένης μητέρας μέσα τους.  Η φιγούρα αυτή είναι βαθιά ιερή. Ανέγγιχτη και αγνή. Την τοποθετούμε από πάνω μας, σαν εικόνα. Όμως πάντα αποτυγχάνουμε να την ακολουθούμε πιστά. Ξεχνάμε ότι εμείς την δημιουργήσαμε εξ’αρχής. Ξεχνάμε ότι είναι στο χέρι μας να την σκοτώσουμε.