Σύστημα: Ένα σύνολο, τα στοιχεία του οποίου αποτελούν οντότητες που έχουν το χαρακτηριστικό ότι κάθε μία από αυτές αλληλεπιδρά ή συσχετίζεται με τουλάχιστον μία άλλη από το ίδιο σύνολο.

    Το σύστημα υπάρχει, εφόσον υπάρχουν και τα στοιχεία που το απαρτίζουν. Οποιοδήποτε στοιχείο αποχωρήσει, έχει την δύναμη να αλλάξει όλη την σύσταση του συστήματος. Μεγαλώσαμε με την ψευδαίσθηση πως το σύστημα προϋπάρχει των στοιχείων του, πως είναι αυθύπαρκτο. Μόνο που το σύστημα, το πολιτικό σύστημα, χωρίς τα στοιχεία του, εμάς δηλαδή, τον λαό, είναι μόνο μία αφηρημένη έννοια, μία έννοια χωρίς υπόσταση. Μεγαλώσαμε ακόμη, με την ψευδαίσθηση πως μερικά στοιχεία του συστήματος, είναι περισσότερο ισχυρά από κάποια άλλα. Μα όλα τα στοιχεία αλληλεπιδρούν μεταξύ τους. Κανένα δεν μένει ανεπηρέαστο από την αποχώρηση ή την μεταβολή ενός άλλου στοιχείου. Κανείς μας δεν μένει ανεπηρέαστος από τις ανθρωποκτονίες, την εκμετάλλευση, την κακοποίηση και την καταπάτηση των δικαιωμάτων των υπολοίπων, ακόμη και αν αυτό συμβαίνει στην άλλη άκρη της γης. Μα μεγαλώσαμε με την έννοια της διμερούς σχέσης και όχι τελικά του συστήματος. Ο καθένας από εμάς συνδέεται όχι με τον διπλανό του, αλλά με μία απρόσωπη εξουσία στην οποία πρέπει να υπακούει. Και όποιος δεν υπακούει ή ανήκει σε μία συγκεκριμένη τάξη είτε από επιλογή είτε επειδή εκεί τον τοποθέτησε «το σύστημα» ή τελος πάντων είναι διαφορετικός από την πλειονότητα των στοιχείων του συστήματος… ε δεν χάλασε και ο κόσμος. Υπάρχει η κρατική καταστολή, η αστυνομία, για να τον σκοτώσει μία νύχτα στο Πέραμα, πυροβολώντας τον 38 φορές.

     Εκείνο το βράδυ ο αστυνομικός δεν πυροβόλησε μόνο τον Νίκο Σαμπάνη. Μαζί του πέθανε η ανθρωπιά. Αλλά η ανθρωπιά πολλές φορές έχει πεθάνει. Με τον Αλέξη, με τον Παύλο, με τον Ζακ, με τον Σαχζάτ, του Δημήτρη και πάει λέγοντας. Η ανθρωπιά πέθανε στα εργοστάσια της Cosco και του Μπαγκλαντές, στα στενά του Αφγανιστάν, στην μπότα του δολοφόνου του Τζορτζ Φλόιντ, στα σύνορα του Έβρου, στις διακρατικές συμφωνίες και στα γραφεία των αφεντικών. Η ανθρωπιά πεθαίνει στα σοκάκια της Ομόνοιας και στην πλατεία Βικτωρίας, αγκομαχάει έξω από τα ακριβά καταστήματα της Ερμού, προσπαθεί να ζεσταθεί μετά από δώδεκα ώρες δουλειάς σε ένα δυάρι. Η ανθρωπιά πέθανε στην αγκαλιά μίας μητέρας που θρηνεί τον άντρα της και καλείται να μεγαλώσει μόνη της τρία παιδιά, σε μία κοινωνία που ειρωνικά της κλείνει το μάτι την ώρα που την μαχαιρώνει πισώπλατα. Η ανθρωπιά πέθανε στην στολή ενός, που αφαίρεσε την ζωή του Νίκου, μαζί με το δικαίωμα των παιδιών του να μεγαλώσουν με τον πατέρα τους, μαζί με τις αντοχές της συζύγου του. Μαζί με το κουράγιο της μητέρας του και του πατέρα του.

    Οι άνθρωποι ταξινομούνται από την στιγμή της γέννησής τους. Το σύστημα τους κατατάσσει σε τάξεις ανώτερες και κατώτερες, με το παραμύθι της ανέλιξης μέσω της σκληρής προσπάθειας. Ένα μεγάλο ποσοστό παιδιών ρομά για παράδειγμα, δεν πηγαίνει σχολείο. Το κράτος όμως φαίνεται να αφήνει στην μοίρα τους τα παιδιά αυτά, τα οποία αναγκάζονται να μην πηγαίνουν σχολείο για να δουλεύουν και να ζουν την οικογένειά τους, επομένως ο παράγοντας της φτώχειας είναι η κύρια αιτία. Βέβαια οι άνθρωποι αυτοί δεν επέλεξαν να είναι φτωχοί. Ούτε εγκληματίες, καθώς η φτώχεια συνδέεται με την εγκληματικότητα. Είναι οι περιθωριοποιημένοι, αυτοί που γεννήθηκαν έτσι και τελικά κατηγορούνται επειδή ζουν με τους όρους που κάποιοι άλλοι έθεσαν για αυτούς. Έτσι και ο Νίκος, πλήρωσε μία παρανομία, με την ίδια του την ζωή. Και μαζί του η ανθρωπιά ξεψύχησε για άλλη μία φορά.

    Η ανθρωπιά όμως έχει την δυνατότητα να ξαναγεννηθεί. Γεννιέται κάθε μέρα μέσα στις βιβλιοθήκες και στα θέατρα, μέσα στις σχολικές τάξεις και στα λόγια ενός καλού δασκάλου, μέσα στις ζωγραφιές των παιδιών, μέσα στις φαντασιώσεις μας για μία ιδανική κοινωνία, μέσα στον αγώνα μας, μέσα στην εξέγερση του λαού. Γεννιέται κάθε φορά που ένα μυαλό αφυπνίζεται, κάθε φορά που ένας άνθρωπος επαναστατεί. Γεννιέται κάθε φορά που κρατάμε το νου μας καθαρό και ψάχνουμε τις βαθύτερες αιτίες των κοινωνικών προβλημάτων. Γιατί ποτέ τίποτα δεν είναι όπως φαίνεται.

   Ένα ποτήρι λοιπόν στο χώμα για όσους φύγαν νωρίς και μία γροθιά στον αέρα για να μην φύγει άλλος κανείς.

Τις σφαίρες δεν φοβούνται οι νεκροί.

Τσώνη Ρωξάνη