Ενώ εσύ μ’ αγαπούσες, την αγάπη μου σου χάριζα!

Ενώ εσύ μ’ αγαπούσες, στα ουράνια πετούσα!

Ενώ τα πάντα μου χάριζες, σιγά σιγά καθετί δικό μου χανόταν.

Ενώ από τα πάντα με προστάτευες, σιγά σιγά καθετί δικό μου εξαφανιζόταν.

Η πίστη μου σε κάθε τι καλό…

Ο αυτοσεβασμός μου…

Η διάθεσή μου να προσπαθώ…

Ενώ εσύ μ’ αγαπούσες, ότι φταίω για όλα με κατηγορούσες.

Ανάξια με χαρακτήριζες…

Ανίκανη με προσφωνούσες…

Στο όνομα της αγάπης, όμως, πάντα ορκιζόσουν πως δρούσες.

Ενώ εσύ μ’ αγαπούσες, εμένα έπαψα να αγαπώ.

Τα υπέμενα όλα χωρίς δισταγμό, δίχως σκέψη, δίχως ποτέ κανέναν υπαινιγμό…

Ενώ στα μάτια με κοιτούσες, το μέσα μου αγνοούσες.

Μα εκεί μέσα κρυβόντουσαν όλα.

Σκέψεις, φόβοι, δισταγμοί και αμέτρητα “γιατί”…

Μα εσύ απλά τα προσπερνούσες…

Ενώ έλεγες κάθε μα κάθε φορά ότι μ’ αγαπούσες.

Πέρασε καιρός…

Τίποτα δεν άλλαζε ποτέ και τότε θέλησα να ακουστώ.

Ότι υπάρχω…

Ότι είμαι μητέρα, κόρη, σύζυγος, σύντροφος, γυναίκα άρχισα να ουρλιάζω…

Ότι αξίζω κι εγώ…

Μα μάταια…

Οι κραυγές μου στο βάθος του κόσμου αντηχούσαν…

“Είσαι αχάριστη” πάντα μου απαντούσαν.

Τότε κλεινόμουν, σώπαινα, υπάκουη ξανά γινόμουνα.

Έτσι ενώ εσύ μ’ αγαπούσες και ολόκληρος ο κόσμος σιωπούσε…

Εγώ να βγει απλά κι αυτή η μέρα παρακαλούσα και καμία άλλη να μην πονάει μόνη της ζητούσα.