“Στο ντιβάνι απλώνομαι ευχαριστημένος, εκείνη γερτή στη φτερούγα μου, μετά τον έρωτα. Εκείνη μετρά τα παΐδια μου, εγώ ραχατεύω. Το παντελόνι μου χάμω στο πάτωμα. Σκαλωμένη η κάλτσα της σ’ έναν τόμο της Ανθολογίας του μαύρου χιούμορ πάνω στο κομοδίνο.

Η βουή -απ’ όξω- της μεγαλούπολης: μία λογοτεχνία αστυνομο-κρατούμενη.

– Θοδωρή;

-Ε! της κάνω

-Τίποτα! Έτσι μούρθε απλώς να πω τ’ όνομά σου…

-Μια χαρά! Μ’ ένα πρόχειρο υπολογισμό, αυτό της το “τίποτα” θα με κρατήσει μπορεί και μία βδομάδα ζωντανό.”


Θεόδωρος Μπασιάκος | 30 Ιανουαρίου 1963 – 19 Ιουλίου 2020