📸 Artist on Instagram: @toonjoosen

Στο τραπεζάκι μιας καφετέριας καθόταν ένα παλικάρι, που μέσα του είχε πεθάνει ένας σπουδαίος αθλητής, γιατί έπινε υπερβολικά, κι έτσι έγινε φύλακας μιας αποθήκης. Το παλικάρι μιλούσε με μία κοπέλα, που μέσα της είχε πεθάνει μια θαυμάσια ηθοποιός, διότι «στη δραμματική σχολή μπορείς να περάσεις μόνο με γνωριμίες», και τώρα εργαζόταν ως λογίστρια.

Στο ταμείο καθόταν μια γυναίκα, που μέσα της είχε πεθάνει μια διάσημη μπαλαρίνα, επειδή «υπέρβαρες κοπέλες δεν παίρνουμε στο τμήμα, και βασικά αγαπητή, έπρεπε να έρθεις 10 χρόνια πριν».

Πέρασε ένας σερβιτόρος κρατώντας το δίσκο. Μέσα του είχε πεθάνει ένας εξαίρετος συγγραφέας, γιατί κανείς δεν ήθελε να εκδώσει τα χειρόγραφα έργα του…«είναι κοινότυπα, σήμερα όλοι γράφουν».

Στο δρόμο περνούσε μια μητέρα με το παιδί της, που μέσα του είχε αρχίσει να πεθαίνει ένας λαμπρός μουσικός γιατί οι γονείς του τον έστειλαν σε λύκειο οικονομικής κατεύθυνσης, ενώ την δασκάλα μουσικής, που τους παρακαλούσε να μην χαραμίσουν το ταλέντο του γιου τους, την αγνόησαν. Η μαμά είχε αφήσει να πεθάνει μέσα της μια καταπληκτική ζωγράφος, γιατί παντρεύτηκε πολύ μικρή, γέννησε και αφιέρωσε τη ζωή της στην οικογένεια.

Το μέρος ήταν γεμάτο με φαντάσματα διακεκριμένων ανθρώπων πολιτισμού, επιστήμης και τέχνης – κορυφαία μέλη της κοινωνίας, και πραγματικά πρόσωπα απλών βαρετών θνητών.

Από ψηλά τους παρακολουθούσε κάποιος, που μέσα του είχε πεθάνει η επιθυμία να τους σώσει όλους. Από καιρό απορούσε πώς κάποιοι σώζονται από μόνοι τους και κάποιοι άλλοι χάνονται όπως και να τους σώσεις. Και τώρα πια τους κοιτούσε όπως κοιτούν τηλεόραση αλλάζοντας απ’ το πρώτο κανάλι στο εκατοστό.

«Ποιος πέθανε μέσα σου;», άρθρο της Marie Garde, Μετάφραση Ελένη Κουκουβίτη