Από όταν θυμάμαι τον εαυτό μου, τα καλοκαίρια σημαδεύονταν από συγκεκριμένα γεγονότα, που γίνονταν ρουτίνες και “ραντεβού” για την επόμενη χρονιά. Περί τα τέλη κάθε Ιουλίου ή τις αρχές Αυγούστου συνέβαινε ένα από αυτά, η “Γιορτή του απόδημου Ελληνισμού” που φέρει την υπογραφή του κου Γιάννη Τζουανόπουλου. Γύρω στις 4 με 5 το απόγευμα ακούγαμε από το μπαλκόνι τα πρώτα “1-2-3, 3-2-1” στα μικρόφωνα και ακολουθούσαν οι μίνι πρόβες. Κατά τις 9 ξεκινούσε η γιορτή. Τα αφιερώματα που έχουν γίνει στο Μίκη Θεοδωράκη είναι δεκάδες, η συγκίνηση στο άκουσμα της φράσης “Ρόδο μου Αμάραντο” κάθε χρόνο και πιο συνειδητή και η ερώτηση του μπαμπά μου “Ξαναβγαίνει Μίκης; Δεν ξαναβγαίνει.” πάντα εκεί για φινάλε. 

Ο Μίκης Θεοδωράκης έφυγε από τη ζωή στις 2 Σεπτεμβρίου του 2021. Και από τότε η ερώτηση “Ξαναβγαίνει Μίκης;” πήρε άλλο νόημα.
“Αν δεν είχα βιώσει αυτά που βίωσα, δεν θα είχα γράψει αυτήν την μουσική. Η μουσική για μένα ποτέ δεν υπήρξε αυτοσκοπός, είναι κάτι το βιωματικό.”
Ο Μίκης (Μιχαήλ) Θεοδωράκης γεννήθηκε στη Χίο στις 29 Ιουλίου του 1925. Ήταν κορυφαίος μουσικοσυνθέτης και στιχουργός, διεθνώς αναγνωρισμένος και ιδιαίτερα αγαπητός στο ευρύ κοινό. Βραβεύτηκε με BAFTA για πρωτότυπη μουσική στην ταινία Ζ, ήταν υποψήφιος για Γκράμι για το μουσικό θέμα των ταινιών Ζορμπάς και Serpico, συνθέσεις του έχουν ερμηνευτεί από καλλιτέχνες παγκοσμίου φήμης, όπως οι Beatles και η Εντίθ Πιάφ, ενώ κατάφερε να ντύσει με μουσική την “Ελλάδα” με το -πασίγνωστο- Συρτάκι, που συνέθεσε για την κινηματογραφική ταινία Ζορμπάς ο Έλληνας (Zorba the Greek, 1964). Μελοποίησε ποιήματα βραβευμένων ελλήνων και ξένων ποιητών, όπως των Ρίτσου, Βάρναλη, Σεφέρη, Νερούδα, Ελύτη, συστήνοντάς τους με τον τρόπο του στο ελληνικό κοινό. Γι’ αυτό και η μελοποιημένη ποίηση, θεωρείται το πιο σημαντικό του έργο. Κι αν όχι το πιο σημαντικό, σίγουρα το πιο αγαπητό.
“Δεν είμαι ήρωας. Οι ήρωες πεθαίνουν νέοι. Είμαι ένας πολίτης που κάνει το καθήκον του.”
Ο Μίκης Θεοδωράκης αποτέλεσε τη βασική φωνή κατά της Χούντας των Συνταγματαρχών, η οποία τελικά τον φυλάκισε και απαγόρευσε τα τραγούδια του. Ως πολιτική προσωπικότητα υπήρξε μια από τις επιδραστικότερες, σπουδαιότερες αλλά και αμφιλεγόμενες της νεότερης Ελλάδας. Ως ακτιβιστής, τιμήθηκε με το Βραβείο Ειρήνης Λένιν (1983) και προτάθηκε για το βραβείο Νόμπελ Ειρήνης (2000).

“Αρκετά κοιμηθήκαμε έως τώρα. Καιρός να ξυπνήσουμε, να εγερθούμε, να εξεγερθούμε και ενωμένοι να αντιμετωπίσουμε, όπως αρμόζει, τους μεγάλους κινδύνους που απειλούν την ιστορία, τον πολιτισμό, το ήθος, τις παραδόσεις και τελικά την ακεραιότητά μας.”
Το έργο που άφησε ως παρακαταθήκη στην Ελλάδα είναι ιστορικό. Η συμβολή του στη διάδοση του σύγχρονου Ελληνισμού είναι σπουδαία. Η σχέση που ανέπτυξε με τον λαό σχεδόν ερωτική, με πάθος, εντάσεις, συγκρούσεις, αλλά τελικά αμοιβαίο σεβασμό και αμφίδρομη αγάπη.

Κύριε Θεοδωράκη, η Ρωμιοσύνη θα σας ευγνωμονεί πάντα.

«Και σας ρωτάω: πώς πρέπει να ζήσουμε τα μετρημένα χρόνια μας; Πρέπει να τα γευτείς, να τα εξαντλήσεις. Πρέπει με τα μάτια να δεις ό,τι υπάρχει, με το στόμα σου να φας ό,τι υπάρχει, με τα χέρια να ψάξεις ό,τι υπάρχει. Αυτό είναι παγανισμός: η λατρεία του υπαρκτού και των αισθήσεων.»

(από συνέντευξη στο περιοδικό Τέταρτο και στον Στάθη Τσαγκαρουσιάνο, το 1985)