Με, Χωρίς – Χλόη Κουτσουμπέλη
📸 Κλικ: Ιωάννα Πανούτσου
«Με»
Στα ακροδάχτυλα
η επαφή σιωπηλή,
σαν χαρά
που αγνοεί
το όνομά της.
Η γυναίκα διστακτικά,
γιατί δεν ξέρει,
γιατί κι αν ξέρει
δεν ελπίζει,
γιατί κι αν ελπίζει
είναι φοβισμένη,
γιατί δεν ξέρει,
κι αν ξέρει, δεν θυμάται,
υψώνει την παλάμη της στο φως,
και τότε
στο κέντρο της παλάμης της,
υπέροχα ευδιάκριτο,
ένα «με» που ανακλαδίζεται
τεντώνεται και χασμουριέται,
όχι μεγάλο ούτε μεταλλικό,
ούτε μέτριο, ούτε μερικό,
μελένιο και μετάξινο,
τέλεια σχηματισμένο
σαν χαμόγελο που δεν έκλαψε ποτέ.
Το «με» μιας μεταμόρφωσης.
«Χωρίς»
Στην αρχή σταδιακά.
Ύπουλα, κάθε μέρα
και κάτι έχανα.
Από μια τρυπούλα στο πουλόβερ
χυνόταν λίγο λίγο η καρδιά,
σαν βρύση που στάζει.
Κι ύστερα μια μέρα ξαφνικά.
Απροειδοποίητα,
όπως πάντα συμβαίνει,
αυτό πάτησε στα ακροδάχτυλα,
είδαμε τις πατημασιές αργότερα
στα παρτέρια με τις τριανταφυλλιές,
πίεσε το πρόσωπό μου αθόρυβα
σ’ ένα άσπρο μαξιλάρι,
ύστερα,
κρώξιμο γλάρων στη θάλασσα,
μαύρα κοράκια στους πύργους,
ταξίδι στην Ιρλανδία,
στη χώρα των χαμένων ποιητών
οι ποιητές χάνονται και βρίσκουν,
κομμάτια χαλάζι στα μάτια,
φίλοι σε διπλανά κρεβάτια
χωρίς πάπλωμα,
η μοναξιά του απορροφητήρα στην κουζίνα,
μια κότα αφήνει τα ορνιθοσκαλίσματά της
στο λευκό χαρτί,
και τότε αυτό υπεισέρχεται
τα κάστρα πέφτουν πάντα από μέσα,
η οικοδέσποινα με χάρη παραδίνει
την αρμαθιά με τα βαριά κλειδιά
περασμένη μες στη ζώνη.
Και έτσι το χωρίς εγκαταστάθηκε
στο σπίτι της οδού Καραολή,
φόρεσε την λευκή του νυχτικιά
και ξάπλωσε κοντά μου στο κρεβάτι.
Χωρίς συναίνεση,
χωρίς συμπόνοια,
χωρίς δράματα.
Απλά.
Σαν από αρχή
αυτό να ήμουν εγώ
και εγώ αυτό.
Χωρίς.
Με, Χωρίς - Χλόη Κουτσουμπέλη,
Από τη συλλογή Η αποχώρηση της Λαίδης Κάπα (2004)