Μου αρκεί που ανατέλλεις – Τζίμης Τσουκαλάς
Κάνει να μαζέψει
το φόρεμά της απ’ το πάτωμα
ρίχνοντας κλεφτές ματιές
στο ρολόι στο κομό
“Μη ντύνεσαι ακόμα”, της ζήτησα
“έχουμε λίγο χρόνο”
Μου χαμογέλασε
με κείνο το χαμόγελο
που αλλάζει τον κόσμο
και συνέχιε να ψάχνει τα εσώρουχά της
ανάμεσα στα πεταμένα σεντόνια
Τα μισόκλειστα παντζούρια
άφηναν μικρές λωρίδες ήλιου
να πέφτουν απαλά στα γυμνά στήθη της,
σαν να προσπαθούσαν
μέχρι και οι ηλιαχτίδες οι ίδιες
να την κρατήσουν στο κρεβάτι
κοντά μου
“Μου αρκεί που ανατέλλεις”,
μου ψυθίρισε
και έφυγε
Δεν ήξερα τι σήμαινε
θλίψη
μέχρι που άκουσα
τον ήχο της πόρτας πίσω της
και την πιο ακρωτηριασμένη
καλημέρα της ζωής μου
Μου αρκεί που ανατέλλεις – Τζίμης Τσουκαλάς