Ποιος ήταν τελικά ο “Θανάσης” πίσω από τους γνωστούς, πολυτραγουδισμένους στίχους;

Οι στίχοι του τραγουδιού ανήκουν στον Χαράλαμπο - Μπάμπη Βασιλειάδη, που ήταν επίσης γνωστός και ως «Τσάντας». Τον φώναζαν έτσι γιατί κυκλοφορούσε συνέχεια με μια τσάντα η οποία περιείχε τους στίχους που έγραφε. Ο Βασιλειάδης ήταν μεταφραστής, είχε όμως μεγάλο μεράκι για τη μουσική. Έχει γράψει μεγάλες επιτυχίες όπως τα εξής: “Ο πιο καλός ο μαθητής”, “Πατέρα κάτσε φρόνιμα”, “Άναψε το τσιγάρο δως μου φωτιά”, “Τώρα το πλοίο έχει σαλπάρει”, “Τα δειλινά”.

Ο Βασιλειάδης ήταν καλός φίλος του Ζαμπέτα και θαμώνας στα κέντρα που εμφανιζόταν. Επίσης θαμώνας και πιστός θαυμαστής του Ζαμπέτα, το ίδιο διάστημα, ήταν και ο “Θανάσης”. Τον ακολουθούσε παντού, όπου και αν εμφανιζόταν και μάλιστα καθόταν πάντα στο πρώτο τραπέζι. Ο Ζαμπέτας είχε συνηθίσει τόσο πολύ την παρουσία του, που κάθε φορά που έμπαινε ο Θανάσης στο μαγαζί ο Ζαμπέτας τον καλωσόριζε και του φώναζε «που ’σαι Θανάση;». Ξαφνικά και για άγνωστο λόγο ο θαμώνας Θανάσης έπαψε να εμφανίζεται στο μαγαζί, κάτι που δεν πέρασε απαρατήρητο από τον ίδιο τον τραγουδιστή, ο οποίος κάθε βράδυ μονολογούσε «που ’σαι Θανάση;». Περίπου δυο χρόνια αργότερα ο σκηνοθέτης Όμηρος Ευστρατιάδης θα πει στον Ζαμπέτα ότι ο άνθρωπος που ερχόταν κάθε βράδυ στο μαγαζί ήταν ο Θανάσης Ευστρατιάδης, δηλαδή ο πατέρας του, ο οποίος πλέον δε βρισκόταν στη ζωή.

Το 1972 ο Ζαμπέτας, επιστρέφοντας από μια μεγάλη περιοδεία στην Αμερική, μαθαίνει ότι ο φίλος του, Μπάμπης Βασιλειάδης είχε φύγει από τη ζωή. Αμέσως πήγε να συλληπηθεί τη σύζυγο του Βασιλειάδη και όπως ο ίδιος ο τραγουδιστής εξιστόρησε, εκείνη του έδωσε ένα χαρτάκι με στίχους. Ήταν οι στίχοι του «Που ’σαι Θανάση». Ο ίδιος ο Ζαμπέτας στην βιογραφία του «Και η βρόχα έπιπτε στρέιτ… θρου» περιγράφει:
“Το 1971 ήμουνα στην Αμερική και δεν άντεχα άλλο, είχα κουραστεί κι όταν τελείωσα από ’κεί πήγα να ξεκουραστώ λίγο στο Λονδίνο. Με παίρνουνε τηλέφωνο τα παιδιά μου και μου λένε, μπαμπά πέθανε ο κύριος Βασιλειάδης. Κόκαλο εγώ. Πέθανε ο Μπάμπης. Κοκάλωσα. Μου ’λειψε ένα κομμάτι από πάνω μου… Γύρισα αμέσως και πάω στο σπίτι τους. Μου λέει η κυρία Άννα ότι την ώρα που πέθαινε άνοιξε την τσάντα του και της έδωσε ένα τραγούδι για μένα. Το «Πού ’σαι Θανάση». Σημαδιακό τραγούδι…”
Γιώργος Ζαμπέτας: Βίος και πολιτεία, “Και η βρόχα έπιπτε… στρέιτ θρου” – Ιωάννα Κλειάσιου, Ντέφι, 1997
Στίχοι : Χαράλαμπος Βασιλειάδης / Μουσική: Γιώργος Ζαμπέτας

Θα πάρω σβάρνα μια βραδιά
όλες τις συνοικίες
δε θέλω πολυτέλειες
και πολυκατοικίες

Είχα έναν παλιόφιλο
τα ίχνη του έχω χάσει
σ' ένα στέκι απόμερο
το στέκι του Θανάση

Πού 'σαι Θανάση
Πού 'σαι Θανάση
Ήθελα να σ' αντάμωνα...
Πού 'σαι Θανάση
Πού 'σαι Θανάση
ήθελα να σ' αντάμωνα
Η γρουσουζιά να σπάσει

Εκεί θα βρω της νιότης μου
τα φίνα τα ωραία
Το Μάνθο το Θεμιστοκλή
και την παλιά παρέα

Δίπλα θα καθίσουμε
σαν πρώτα στο τραπέζι
και μαζί θ' ακούσουμε
γλυκιά πενιά να παίζει
Πηγή: LiFO
Επιμέλεια Κειμένου: Πανούτσου Ιωάννα