“Βάλτε ένα παιδί και ένα ζώο στην άκρη ενός γκρεμού• μόνο το παιδί θα πέσει. Το παιδί πνίγεται, ενώ το ζώο σώζεται κολυμπώντας. Όταν γίνει δεκατεσσάρων με δεκαπέντε χρονών, αρχίζει μόλις να υποπτεύεται τις μεγάλες ερωτικές απολαύσεις που κρύβονται στην αναπαραγωγή του είδους του. Όταν ενηλικιωθεί, δεν ξέρει πώς να παίξει το παιχνίδι που η φύση μαθαίνει τόσο γρήγορα στα ζώα. Κρύβεται λες και είναι ντροπιαστικό να νιώθει κανείς ευχαρίστηση και να είναι φτιαγμένος για την ευτυχία που προσφέρει αυτή η ευχαρίστηση, ενώ τα ζώα απολαμβάνουν τη δόξα των Κυνικών. Τα ζώα στερούνται παιδείας, άρα δεν έχουν προκαταλήψεις. Ας δούμε πάλι αυτόν τον σκύλο που έχασε τον κύριό του και αυτό το παιδί που έχασε τον κηδεμόνα του στη μέση του δρόμου: το παιδί κλαίει και δεν ξέρει προς τα πού να πάει, ενώ ο σκύλος, χρησιμοποιώντας καλύτερα την όσφρησή του απ’ ό,τι το παιδί τη λογική του, θα βρει γρήγορα τον αφέντη του”.

[…]

“Ο σκύλος που δαγκώνει τον κύριό του γιατί τον ενοχλεί, το μετανιώνει την επόμενη κιόλας στιγμή. Δείχνει λυπημένος, αναστατωμένος, κρύβεται δεξιά κι αριστερά, και παραδέχεται την ενοχή του έρποντας ταπεινωμένος. Ο μύθος του Ανδροκλή με το λιοντάρι είναι εξαιρετικά διδακτικός: το λιοντάρι αρνήθηκε να τον κατασπαράξει γιατί αναγνώρισε στο πρόσωπό του τον σωτήρα του. Ευχής έργο θα ήταν και ο άνθρωπος να δείχνει πάντα την ίδια ευγνωμοσύνη για τα οφέλη που καρπώνεται, αλλά και τον ίδιο σεβασμό για την ανθρωπότητα! Δεν θα είχαμε πια να φοβάστε τους αγνώμονες, αλλά ούτε και τους πολεμους, αυτή τη μάστιγα του ανθρώπινου γένους, αληθινοί δήμιοι του νόμου της φύσης”.

Julien Offray De La Mettrie, Ο άνθρωπος μηχανή, μτφρ. Βάιος Φ. Ντάφος, εισ. Maurice Solovine, εκδ. Αμολγός.