Η ιστορία πίσω απ’ το «Σταλιά-Σταλιά» από το Γ.Ζαμπέτα

Η ιστορία πίσω απ’ το «Σταλιά-Σταλιά» από το Γ.Ζαμπέτα

Το «Σταλιά-σταλιά», είναι ένα από τα τραγούδια που… αρμένισαν πιο πέρα από τα πέρατα του κόσμου για να γραφτούν! Την θυελλώδη ιστορία του, δε θα μπορούσε να την περιγράψει καλύτερα άλλος, από τον ίδιο τον συνθέτη του, δηλαδή τον Γιώργο Ζαμπέτα!

Ακολουθεί το απόσπασμα από το βιβλίο της Ιωάννας Κλειάσου «Γιώργος Ζαμπέτας: Βίος και πολιτεία – “Και η βρόχα έπιπτε… στρέιτ θρου”».

Διηγείται ο Ζαμπέτας: «Είναι μια Τρίτη, είμαι ξεσκισμένος όλη τη σεζόν, είμαι αυτή τη μέρα στην ξεκούραση και έχω κάτι εισιτήρια φρη-ουάν, οπότε καβαλάω ένα αεροπλάνο για το Λονδίνο.

Μου ’χει δώσει τότε κάτι στίχους ο Διονύσης ο Τζεφρώνης, αυτοί οι στίχοι λένε:

“Αγόρι μου στολίδι μου, σαν γέρνεις και μ’ αγγίζεις
πιο πέρα και απ’ τα πέλαγα του κόσμου μ’ αρμενίζεις.

Σταλιά-σταλιά κι αχόρταγα τα πίνω τα φιλιά σου,
κουρνιάζω σαν αδύνατο πουλί στην αγκαλιά σου. ”

Προσπαθούσα στο σπίτι να το φτιάξω, τίποτα, δεν μπορούσα. Αλλά το ’παιζα, το ’παιζα, το ’παιζα συνέχεια. Και λέω να πάω να αλλάξω αέρα, να ηρεμήσω, να ξεχαστώ και φεύγω και πάω στο Λονδίνο. Παίρνω και το μπουζούκι μαζί και κατεβαίνω στο Λονδίνο.

Κατέβηκα απ’ το αεροπλάνο, μπήκα σε ένα ταξί να με πάει στο ξενοδοχείο. […]

Στο δρόμο όπως πηγαίναμε με το ταξί για το χοτέλ, κάτι είχε αυτό κι έκανε ένα θόρυβο, ντουπι-νταπα, ντουπι-νταπ, ντουπι-νταπα, ντουπι-νταπ. Ακούγοντας αυτούς τους ήχους, εγώ τρελαίνομαι και βγάζω το μπουζούκι απ’ τη θήκη κι αρχίζω να συνοδεύω το θόρυβο που έκανε τ’ αμάξι. Αυτό ήταν. Αμάν, βάζω τις φωνές και τα γέλια, το βρήκα το μοτίβο. Αυτό είναι το τραγούδι, πέτυχα την εισαγωγή, τελείωσε το τραγούδι. Εγώ άμα πετύχω την εισαγωγή, πάει τελείωσε και το τραγούδι. Εμένα, περισσότερο με συγκινεί να φτιάξω την εισαγωγή παρά το τραγούδι.

Βάζω λοιπόν τις φωνές στο ταξί, τι σου συμβαίνει, μου λέει ο ταξιτζής, νάθινγκ, νάθινγκ, τραγουδάω, του λέω. Τι έπαθες, ξαναφωνάζει. Τι να του πω, τι να καταλάβει και να νιώσει ο Εγγλέζος. Γκόου, γκόου, του λέω. Αυτό ήταν. Αφού βρήκα αυτά τα ακόρντα το υπόλοιπο τραγούδι ήρθε μόνο του, ουρανοκατέβατο. Πηγαίνουμε πιο κάτω και μου λέει δεν πάει άλλο, χάλασε τ’ αυτοκίνητο. Είχε πάθει ζημιά και του είχε χαλάσει το μασπιέ. Σταματάμε και με βάζει σ’ άλλο ταξί και φτάνω επιτέλους στο ξενοδοχείο μου. Πάω στο χοτέλι και με το που κάθομαι, στήνω και το μαγνητόφωνο και γράφω την εισαγωγή και μετά σιγά-σιγά κάθομαι και γράφω και τ’ άλλο. Πάντα κουβάλαγα μαζί μου το μπουζούκι και το μαγνητοφωνάκι. Στο Λονδίνο το έφτιαξα το “Σταλιά-σταλιά”. Εκεί στο Λονδίνο γεννήθηκε, το 1967.

[…]

Μες στο ’67 ο Καραγιάννης κάνει ταινία για τη Βουγιουκλάκη. Και με φωνάζει ο Καραγιάννης, γουστάριζε κι η Βουγιουκλάκη, για να γράψω. Θα κάνανε “Το κορίτσι του Λούνα παρκ”, θα έπαιζε κι ο Παπαμιχαήλ. Δεν θυμάμαι πόσα τραγούδια ήθελε για τον Παπαμιχαήλ, πόσα για την Βουγιουκλάκη και διάφορες γέφυρες για την υπόλοιπη ταινία.  Εγώ έχω σιάξει ήδη το τραγούδι στο Λονδίνο, έχω γυρίσει και κάθομαι στο στούντιο και γράφουμε για την Αλίκη. Έχουμε φτιάξει μερικά, τα έχουμε αφήσει στην μπάντα και παλεύουμε το “Σταλιά-Σταλιά” κείνη τη μέρα στο στούντιο.  Μέσα στο στούντιο ΕΡΑ που είχε ο Σήφης ο Σιγανός. 

Εκείνη τη μέρα είχε έρθει εκεί κι ο Σπόρος ο Ράλλης, της εταιρίας μου, μαζί με τη Μαρινέλλα, δεν ξέρω τι δουλειά είχανε να κάνουνε, και καθόντουσαν μέσα κι ακούγανε τι παίζαμε εμείς. Ήτανε και ο Καραγιάννης παρών.  Οπότε το έχουμε τελειώσει το τραγούδι, έχουμε γράψει τα όργανα κι είναι μόνο να το τραγουδήσει η Βουγιουκλάκη. Και μπαίνει μέσα η Βουγιουκλάκη με την αυλή της, με τους αυλικούς της!  Θα μου πει κανείς ποια ήταν η αυλή. Ήτανε μάνι-μάνι δυο σκυλιά, δυο-τρεις γραμματείς και σοφατζούδες-μακιγιέρ, είχε κάτι χορευτές και κάτι υποταχτικούς που θα παίρνανε μέρος στην ταινία. 

Μπαίνοντας μέσα, γειά σας, λέει. Γειά σου Αλικάκι, της λέω, σου ’χω εδώ ένα πράμα, μέλι, θα τρελαθείς αν πεις αυτό το τραγούδι, το καλύτερο τραγούδι που έχω γράψει ποτέ μου! Για να τ’ ακούσω λέει, για να τ’ ακούσω! Και της το παίζω. Και γυρνάει και μου λέει…

«Τι μου λέει! Αυτό, αυτό θα πω εγώ; Αυτό να το δώσεις να το πει ο Καζαντζίδης.»

Κοκάλωσα, κόντεψε να μου πέσει κάτω το μπουζουκάκι μου. Μου ’σπάσε τον τσαμπουκά όλον, μου κόπηκε το αίμα, έπαθα συγκοπή. Μου φύγαν τα νύχια, μου φύγαν τα μάτια, μου φύγαν τ’ αφτιά! Κουφάθηκα, τρελάθηκα, συφιλιάστηκα. Δεν μπόρεσα να πω μια λέξη, μια μικρή λεξούλα. Κανονικό άγαλμα. Εν τω μεταξύ, μέσα τα μικρόφωνα ήταν ανοιχτά και τ’ ακούσανε όλα όλοι τους. Παίρνει χαμπάρι ο Καραγιάννης τι έγινε και έρχεται και μου λέει, έλα δω ρε, εγώ κάνω κουμάντο εδώ, κάνε συ τη δουλειά σου, γράψε ό,τι σου καυλώσει, ό,τι γουστάρεις! Κι ήρθε το αίμα μου στη θέση του.

[…]

Στο αναμεταξύ, κάνει η Βουγιουκλάκη αυτά που είχε να κάνει με τον Καραγιάννη και φεύγει. Εμείς τελειώναμε, ήμασταν έτοιμοι, τα μαζεύαμε, και έρχεται η Μαρινέλλα από μέσα. Έρχεται και μου λέει στ’ αφτί,

«Μανίτσα, να το πω εγώ αυτό το τραγούδι;»

Εγώ, επειδή την αγαπούσα κι επειδή είχαμε πολλά χρόνια παρτίδες μαζί, της λέω, ό,τι γουστάρει η Κίτσα. Εμείς έτσι τη λέγαμε, με το χαϊδευτικό της. Το όνομά της το κανονικό είναι Κυριακή και τη λέγαμε Κίτσα. Αλλά η ώρα είχε πάει 3.30 και ήμουνα στο στούντιο απ’ τις 9 το πρωί και το βράδυ δούλευα. Έπρεπε να ξεκουραστώ λίγο. Και της λέω, μπείτε μέσα και πες το όπως θέλεις εσύ, εγώ φεύγω, πάω σπίτι και όταν τελειώσετε, πάρτε με τηλέφωνο να μου το βάλετε να το ακούσω κι εγώ. Καλή επιτυχία, γειά σας, γειά σου, κι έφυγα.

Πήγα σπίτι, μέχρι να τσιμπήσω, δεν περνάει πολλή ώρα, χτυπάει το τηλέφωνο και μου λέει τελειώσαμε. Μου το βάζουν να το ακούσω και ακούω και πάγωσα. Μπράβο ρε Μαρινέλλα, λέω, μπράβο! Πώς το είχε τραγουδήσει έτσι, πόσο γλυκά το είπε, τι ψυχούλα που έβαλε…

Έτσι τέλειωσε κι αυτό το θέμα, τέλειωσε το στόρι αυτό».

Ιωάννα Κλειάσου – «Γιώργος Ζαμπέτας: Βίος και πολιτεία – “Και η βρόχα έπιπτε… στρέιτ θρου”»
Στίχοι: Διονύσης Τζεφρώνης / Μουσική: Γιώργος Ζαμπέτας 

Αγόρι μου, στολίδι μου,
σαν γέρνεις και μ' αγγίζεις
πιο πέρα κι απ' τα πέρατα
του κόσμου μ' αρμενίζεις.

Σταλιά σταλιά κι αχόρταγα
τα πίνω τα φιλιά σου,
κουρνιάζω σαν αδύνατο
πουλί στην αγκαλιά σου.

Ματιά ματιά, τα μάτια σου
αγάπη με χορταίνουν,
τη μέρα με πεθαίνουνε,
τη νύχτα μ' ανασταίνουν.

Σταλιά σταλιά κι αχόρταγα
τα πίνω τα φιλιά σου,
κουρνιάζω σαν αδύνατο
πουλί στην αγκαλιά σου.

Άσε να μπω στα χείλη σου
τη δίψα μου να σβήσω
και την καρδιά σου, αγόρι μου,
δροσιά να την ποτίσω.

Σταλιά σταλιά κι αχόρταγα
τα πίνω τα φιλιά σου,
κουρνιάζω σαν αδύνατο
πουλί στην αγκαλιά σου.

Σχόλια

Δεν υπάρχουν ακόμη σχόλια. Γιατί δεν ξεκινάτε τη συζήτηση;

Απάντηση

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.