Αλαφροΐσκιωτοι καιροί μάς βρήκαν
Κούνησες το στραβό ραβδί σου
Πάνω από λιμνούλα παγωμένη με το φεγγάρι ακίνητο
Είδα να σφάζουν τις σκιές των κορακιών
Και τα δάκρυα στο πρόσωπό μου
Και τα παγοπέδιλα στη λιμνούλα
Συλλαβίζουν Αλίκη.
Χάνομαι μες το όνομά σου
Αλλά να με περιμένεις πρέπει
Κάπου στης θάλασσας την άλλη όχθη
Ένα ναυάγιο είναι εκεί
Στην παλίρροια τα μαλλιά σου πράσινο γρασίδι
Και οι σταγόνες στο παράθυρό μου
Και τα παγάκια στο ποτό μου
Μωρό μου, μόνο την Αλίκη σκέφτομαι.
Αριθμητίκ-Αριθμητάκ
Πίσω του ρολογιού τους δείχτες γύρνα
Πώς νανουρίζει ο ωκεανός τη βάρκα;
Πώς το ξυράφι βρήκε το λαιμό μου;
Τα μόνα νήματα που με κρατούν εδώ
Είναι μπλεγμένα στην προβλήτα.
Κι έτσι ενός κρυφού φιλιού
Η ευτυχία φέρνει τρέλα
Και θα το σκέφτομαι αυτό
Όταν νεκρός θα ’μαι στον τάφο μου
Στείλε με στα ανοιχτά και θα χαθώ εκεί πέρα
Και τρελός πρέπει να ’μαι
Για να χαράζω τ’ όνομά σου με τα παγοπέδιλα
Και μόλις το χάραξα δύο φορές
Έπεσα μες τον πάγο
Της Αλίκης
Κι έτσι ενός κρυφού φιλιού
Η ευτυχία φέρνει τρέλα
Και θα το σκέφτομαι αυτό
Όταν νεκρός θα ’μαι στον τάφο μου
Στείλε με στα ανοιχτά και θα χαθώ εκεί πέρα
Και τρελός πρέπει να ’μαι
Για να χαράζω τ’ όνομά σου με τα παγοπέδιλα
Και μόλις το χάραξα δύο φορές
Έπεσα μες τον πάγο
Της Αλίκης
Της μοναδικής Αλίκης
Tom Waits, 7 Δεκεμβρίου 1949 | Alice | μτφρ.: Χίλντα Παπαδημητρίου

Αναρτήθηκε σεΠοιήματα
