Καταμεσής στο πέλαγος χορεύει η Σελήνη
Πριν σκοτεινιάσει βιβλία γυαλιά και διαταγές
Σαλπάρει με πειρατικό να βρει λίγη γαλήνη
Όπως λέει μια ιστορία που άκουσα προχτές

Ο παπαγάλος πάνω στο πειρατικό καπέλο
Σαν έκραξε μόλις είδε την απέναντι στεριά
Ο μονόφθαλμος καπετάνιος φώναξε σε θέλω
Σε μια σειρήνα στο μπαρ τότε που σβήσαν τα κεριά

Της έλεγε απ’ την θάλασσα βγήκαν μαύρα φίδια
Κι εγώ όρμηξα απάνω τους σαν νέος Ηρακλής
Της πίπας ο καπνός έκανε κυκλικά ταξίδια
Ανάθεμα σε θάλασσα που έγινα χασικλής

Την άλλη νύχτα βρέθηκε στις ξωτικές Ινδίες
Συζήτησε με τον Γκάντι για το δώρο του θυμού
Μας ξεγελάσαν με επαναστάσεις παρωδίες
Οι άνθρωποι που μας έφεραν στο χείλος του γκρεμού

Μα όποιος οραματίζεται να έρθει καταχνιά
Παραφυλάει στα κρυφά, πώς κάνουν τα τσακάλια;
Ελεύθερα δεν τους θέλει η δική μας η γενιά
Τα τέρατα μας βλέπουν και τους τρέχουνε τα σάλια

Χαιρέκακα γέλια μαζεύτηκαν άσχημα φαρδιά
Και πες σε κάθε φασίστα, θα φέρουμε ΕΙΡΗΝΗ
Ξαφνικά τον τρυπάει δειλό μαχαίρι στην καρδιά
Όμορφο που ‘ναι να πεθάνεις σήμερα Σελήνη