Ένα μυθιστόρημα με πρωταγωνιστή έναν ηλικιωμένο συγγραφέα που επιστρέφει στη γενέτειρά του κι ακολουθεί εικόνες, σκιές, μυρωδιές αναζητώντας τα φάρμακα που χρειάζονται όσοι πάσχουν από αναμνήσεις και μοναξιά.

Κουβεντιάζει με ζώντες και τεθνεώτες, μονολογεί κι αφηγείται μονολόγους άλλων μοναχικών ανθρώπων, που οι φωνές, οι αλήθειες κι οι φαντασίες τους συνθέτουν έναν θεατρικό μονόλογο για μια χειμαρρώδη ζωή που κύλησε και κυλάει πάνω στις ράγες του Φαρμακείου εκστρατείας, ίσως του πιο ποιητικού από τα πεζά κείμενα του Μάνου Ελευθερίου.

Όπως έχω γράψει για το συγγραφέα Μάνο Ελευθερίου: Είναι μικρές οι λέξεις για να χαρακτηρίσουν τα ακριβά πονήματα δημιουργών όπως ο Μάνος Ελευθερίου. Ήταν μοιραίο ο άνθρωπος αυτός να βγει απ’ το… στενό σακάκι του στιχουργού, να μην εγκλωβιστεί στον τιμητικό χαρακτηρισμό του ποιητή και σαν συγγραφέας να δώσει στάγματα ψυχής, μνήμες, εμπειρίες, τραύματα και οράματα ζωής. Μικρές αποσκευές που ταξιδεύουν στο διάβα των καιρών, αγγίζουν καρδιές, ξυπνούν συναισθήματα, επουλώνουν σημάδια, τραυματίζουν στιγμές βιωμένες, αβίωτες. Πώς να ανιχνεύσεις κώδικες και τακτικές, σκοπούς και συμπεράσματα, σε μια γραφή που ξεφεύγει από τα τετριμμένα, που εκπλήσσει ευχάριστα ή ακόμη και δυσάρεστα τον κακομαθημένο αναγνώστη που προσδοκά να πιαστεί σε ευκολίες, τερτίπια, σιγουριές και λύσεις. Το κέντημα του Ελευθερίου θυμίζει διπλοβελονιά ήρεμης μαστόρισσας, που ξέρει την τέχνη της, που αγωνιά αλλά και είναι σίγουρη για το αποτέλεσμα.

 

Ο Μάνος Ελευθερίου γεννήθηκε στην Ερμούπολη. Ως στιχουργός έχει στο ενεργητικό του περίπου 400 τραγούδια και συνεργάστηκε με όλους σχεδόν τους Έλληνες συνθέτες. Έχει εκδώσει μυθιστορήματα, ποιητικές συλλογές, τόμους με πεζά, λευκώματα και τέσσερις τόμους για το «Θέατρο στην Ερμούπολη τον 20ό αιώνα, 1901-1921», καθώς και την ανθολογία Ερμούπολη, Μια πόλη στη λογοτεχνία Τιμήθηκε με το Κρατικό Βραβείο Μυθιστορήματος 2005 για το μυθιστόρημά του O καιρός των χρυσανθέμων. Άλλα μυθιστορήματά του που αγαπήθηκαν, Η γυναίκα που πέθανε δύο φορές (2006), Άνθρωπος στο πηγάδι (2008), Πριν απ’ το ηλιοβασίλεμα (2011), καθώς και η συλλογή διηγημάτων του Η μελαγχολία της πατρίδας μετά τις ειδήσεις των οκτώ (2007). Επίσης το φθινόπωρο του 2010 κυκλοφόρησαν η ποιητική του συλλογή Ο νοητός λύκος καθώς και ο θεατρικός μονόλογος Ο γέρος χορευτής. Το 2013 εκδόθηκαν η συγκεντρωτική έκδοση των στίχων του Τα λόγια και τα χρόνια, καθώς και το χρονικό Μαύρα μάτια: Ο Μάρκος Βαμβακάρης και η συριανή κοινωνία στα χρόνια 1905-1920. Την ίδια χρονιά βραβεύτηκε από την Ακαδημία Αθηνών για το σύνολο του έργου του. Και τώρα Φαρμακείον Εκστρατείας… κι ένα τραγούδι που γράφτηκε γι’ αυτόν…

 

Ο Μάνος Ελευθερίου κρύβεται πίσω από την μαρκίζα της επιτυχίας πολλών και μεγάλων λαϊκών τραγουδιών. Ο λόγος του επιτομή της αμεσότητας, της βαθιάς ματιάς σε καταστάσεις ανθρώπινες, κοινές αλλά και συχνά οριακές. Ο Ελευθερίου δεν σκιαγραφεί ούτε αναλύει, χαράζει με την πένα του τομές, αφήνοντας σημάδια, αμανάτια του βίου, των εποχών παρακαταθήκες… Παραπονεμένα λόγια. Η διαθήκη, Στων αγγέλων τα μπουζούκια, Οι Ελεύθεροι κι ωραίοι, Κάτω απ’ τη μαρκίζα, Τα λόγια και τα χρόνια τα χαμένα, Σ’ αυτή τη γειτονιά, Στα χρόνια της Υπομονής, Ο χάρος βγήκε παγανιά, Σου γράφω πρώτη του Δεκέμβρη, Η Σούστα πήγαινε μπροστά…

 

Ο κύριος Μάνος είναι γλυκός άνθρωπος… Τα λόγια του όμως, είναι πικρά. Πικρόγλυκα πολλές φορές, αλλά πάντα πικρά… Μαλαματένια, αλλά και ματωμένα… Εντελώς προσωπικά… που ο καθένας ανάλογα με το «σεργιάνι» του και τις «πληγές» του σ’ αυτή τη ζήση τα μεταφράζει όπως θέλει… Καμιά φορά τους αλλάζει εντελώς το νόημα… Σαν κάποιες κουβέντες που μπλέκονται στα καφενεία κι ο ένας λέει κάτι, ο άλλος που δεν άκουσε καλά καταλαβαίνει κάτι άλλο… και το μαύρο ντύνεται άσπρο, το χτες γίνεται σήμερα… Μια μετάφραση που περνάει από «μαστιγωτές και συμπληγάδες»… και που τελικά δε βρίσκει σχεδόν ποτέ προορισμό… όμως κεντράρει στην καρδιά.

Στην ιστορία του τραγουδιού και στην τέχνη γενικότερα συχνά εμπνευσμένοι καλλιτέχνες υπερέβησαν διαχωριστικές γραμμές, δικλίδες και στεγανά, αποδεικνύοντας με το έργο τους ότι οι αφορισμοί και οι ταμπέλες μάλλον είναι κατασκευάσματα των ανέμπνευστων και ατάλαντων. Γεννημένος στην Ερμούπολη της Σύρου, ο Μάνος Ελευθερίου έχει γράψει ποιήματα, διηγήματα, μυθιστορήματα και περισσότερα από 400 τραγούδια. Παράλληλα, έχει εργαστεί ως αρθρογράφος, επιμελητής εκδόσεων, εικονογράφος και ραδιοφωνικός παραγωγός. Έχει συνεργαστεί με τα μεγαλύτερα ονόματα της σύγχρονης ελληνικής μουσικής σκηνής, ανάμεσα σ’ αυτούς ο Μίκης Θεοδωράκης, ο Γιάννης Μαρκόπουλος, ο Σταύρος Κουγιουμτζής, ο Γιώργος Χατζηνάσιος, ο Δήμος Μούτσης, ο Σταύρος Ξαρχάκος, ο Χρήστος Νικολόπουλος, ο Θάνος Μικρούτσικος και όχι μόνο… Τα γραπτά του Μάνου Ελευθερίου, πολύτιμα… όπως και τα τραγούδια…

 

Τα δυσκολοδιάβατα και «μεταφρασμένα», διαφορετικά από τον καθένα, ποιήματα του κυρίου Μάνου, έχουν κατά έναν περίεργο τρόπο σύμμαχό τους το χρόνο. Συνεχώς κερδίζουν τις μάχες μαζί του. Γιατί ναι μεν είναι αυστηρώς προσωπικά αλλά δεν είναι φλου. Κουβαλάνε τις ταλαιπωρίες, τις λαβωματιές, τα βιώματα, τις ευαισθησίες ενός «τσαλακωμένου» ανθρώπου αλλά και ενός εμπνευσμένου τεχνίτη. Ενός καλλιεργημένου «μονάκριβου» που αφοσιώθηκε συνειδητά στην τέχνη του… στο μονόδρομο που διάλεξε να ξεχρεώσει τα χρέη του. Αυτό άλλωστε κάνει τόσα χρόνια ο Μάνος Ελευθερίου με τους στίχους, τα ποιήματα, τα βιβλία, τις εκπομπές του… Ξοφλάει τα «χρέη της καρδιάς». Ξεχρεώνει εδώ και 50 χρόνια με λόγια τα χρόνια.

 Ο Μάνος Ελευθερίου δημοσίευσε σε ηλικία μόλις 24 ετών την πρώτη του ποιητική συλλογή με τίτλο Συνοικισμός. Συνεχίζει με Το τρένο φεύγει στις 8:00 που αργότερα μελοποίησε ο Μίκης Θεοδωράκης. Συνεργάζεται με το συνθέτη Χρήστο Λεοντή καθώς και τον Μίκη Θεοδωράκη με τον οποίο η συνεργασία διακόπηκε λόγω της Δικτατορίας. Τα τραγούδια τους πρωτοκυκλοφόρησαν το 1970 στο Παρίσι. Συνεργάστηκε με τον Δήμο Μούτση (Άγιος Φεβρουάριος,1971) και με τον Γιάννη Μαρκόπουλο στον δίσκο Θητεία του οποίου η ηχογράφηση άρχισε το Νοέμβριο του 1973, διακόπηκε από τα γεγονότα του Πολυτεχνείου και τελικά κυκλοφόρησε το 1974 με την Μεταπολίτευση. Μου έχει πει χαρακτηριστικά ο Ελευθερίου: Πολλές φορές αφιερώθηκα για πολύ καιρό στα τραγούδια. Ειδικά όταν έγραφα τη Θητεία, εκείνα τα χρόνια είχα αφιερωθεί ψυχή τε και σώματι στο τραγούδι. Η Θητεία γράφηκε για όπερα. Αντίγραφο δεν έχω δυστυχώς. Στα χαρτιά μου δεν υπάρχει ολόκληρη η όπερα, ίσως να την έχει ο συνθέτης.

 

Απόσπασμα από κείμενο-ομιλία του φίλου του Ελευθερίου, του ποιητή και κριτικού θεάτρου, Γιάννη Βαρβέρη που έφυγε βιαστικά: «Όλος ο Ελευθερίου ανήκει με διακριτικό φανατισμό στην παρακμή. Την παρακμή αυτή εξοστρακίζουν στα ποιήματά του ένας σπάνιος λυρισμός χωρίς ίχνος γλυκερότητας και ένας απαρηγόρητος σπαραγμός χωρίς ίχνος ταπεινού παραπόνου και ιδίως χωρίς ελπίδα. Ο πληθυσμός του συνίσταται σε ανθρώπους κυνηγημένους ή πικραμένους, ανεξαρτήτως τάξεως, χρόνου ή χώρου. Ο χώρος πάντως είναι συνηθέστατα αστικός και κατά προτίμηση εντοπίζεται σε πλοία, σε μπαρ, σε καφενεία, όπου η ματαίωση, η μνήμη ή η φωτογραφία ευδοκιμούν κι ανθίζουν ευκολότερα».

Ο Μάνος Ελευθερίου σε συνέντευξη που μου παραχώρησε για τα παιδικά του χρόνια στη Σύρο: «Βίωσα την έλλειψη αγαθών μικρός. Ο πατέρας μου ήταν ναυτικός, μηχανικός σε ποντοπόρα πλοία. Τον γνώρισα σε μεγάλη ηλικία, μετά τον πόλεμο και περάσαμε μια πολύ δύσκολη μεταπολεμική περίοδο στη Σύρο. Είδα, ας πούμε, γείτονες στη συνοικία που μεγάλωσα, που δεν είχαν απολύτως τίποτα. Έρχονταν και ζητούσαν από μας ένα κρεμμύδι, λίγη ζάχαρη, λίγο καφέ, λίγο λάδι. Μιλάμε για την απόλυτη ένδεια, την οποία την έχω δει, την έχω ζήσει. Τα παιδιά στο σχολείο ήταν όλα ξυπόλητα. Στο γυμνάσιο φόρεσαν παπούτσια, όσοι πήγανε. Ήταν άγρια τα πράγματα».

Πηγή: ogdoo