Όταν ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης πρωτοπήγε να δουλέψει στο «Άστυ», ο διευθυντής της εφημερίδας Δημήτριος Κακλαμάνος, με κάποια δειλία και επιφύλαξη, του μίλησε και για την αμοιβή:
– Ο μισθός σας θα είναι 150 δραχμές, είπε.
Ο Παπαδιαμάντης έμεινε σκεπτικός, σα να λογάριαζε κάτι.
– Μήπως είναι λίγα; ρώτησε δειλά ο Κακλαμάνος, έτοιμος να αυξήσει το ποσό.
– Πολλές είναι 150! αποκρίθηκε ο «κοσμοκαλόγερος». Με φθάνουν 100.
Κι έφυγε βιαστικός και ντροπαλός χωρίς να προσθέσει λέξη.

 

Παπαδιαμάντης Αυτοβιογραφούμενος:

Εγεννήθην εν Σκιάθω, τη 4η Μαρτίου 1851. Εβγήκα από το Ελληνικόν Σχολείον εις τα 1863, αλλά μόνον τω 1867 εστάλην εις το Γυμνάσιον Χαλκίδος, όπου ήκουσα την Α και Β τάξιν. Την Γ εμαθήτευσα εις Πειραιά, είτα διέκοψα τας σπουδάς μου και έμεινα εις την πατρίδα. Κατά Ιούλιον του 1872 υπήγα εις το Άγιον Όρος χάριν προσκυνήσεως, όπου έμεινα ολίγους μήνας. Τω 1873 ήλθα εις Αθήνας και εφοίτησα εις την Δ του Βαρβακείου. Τω 1874 ενεγράφην εις την Φιλοσοφικὴν Σχολήν, όπου ήκουα κατ’ εκλογήν ολίγα μαθήματα φιλολογικά, κατ’ ιδίαν δε ησχολούμην εις τα ξένας γλώσσας.
Μικρὸς εζωγράφιζα Αγίους, είτα έγραφα στίχους, και εδοκίμαζα να συντάξω κωμωδίας. Τω 1868 επεχείρησα να γράψω μυθιστόρημα. Τω 1879 εδημοσιεύθη «Η Μετανάστις» , έργον μου, εις το περιοδικὸν «Σωτήρας». Τω 1882 εδημοσιεύθη «Οι έμποροι των Εθνών» εις το «Μὴ χάνεσαι». Αργότερα έγραψα περί τα εκατόν διηγήματα, δημοσιευθέντα εις διάφορα περιοδικά και εφημερίδας.

 

Πηγή: σαν σήμερα