To 1896, o Κωνσταντίνος Καβάφης βρίσκεται στο 33ο έτος της ηλικίας του.  Ήδη, η περίοδος από το 1893 ως το 1899, το έτος κατά το οποίο ο ποιητής χάνει τη μητέρα του, αποτελεί ένα κομβικό σημείο για την ποιητική του ζωή.
Την συγκεκριμένη εξαετία συγγράφει κάποια από τα γνωστότερα ποιήματα του, όπως τα: η «Πόλις», «Τα Τείχη», «Τα παράθυρα».

Το 1896, ο Καβάφης χαρακτηρίζεται από τον δημοσιογράφο και συγγραφέα Γεώργιο Τσοκόπουλο ως  «Σκεπτικιστής, φιλοσοφικός, μελαγχολικός με ειρωνική πικρία» σε ένα άρθρο που δημοσιεύτηκε σε γνωστή εφημερίδα της Αλεξάνδρειας, την Phere d’ Alexandrie.

Το συγκεκριμένο έτος, ο ποιητής συγγράφει δύο ποιήματα, που περιγράφουν επαρκώς την ψυχολογική κατάσταση κατά την οποία βρισκόταν ο ιδιός, και ίσως επιβεβαιώνουν συναφείς χαρακτηρισμούς που του αποδίδονταν.


Τα ποιήματα είναι τα εξής:

Σύγχυσις:
Είν’ η ψυχή μου εν τω μέσω της νυκτός
συγκεχυμένη και παράλυτος. Εκτός,
εκτός αυτής γίνεται η ζωή της.

Και περιμένει την απίθανον ηώ.
Και περιμένω, φθείρομαι, και ανιώ                                                                                                  κ’ εγώ εντός της ή μαζί της.

Λήθη:
Κλειστά εντός ανθοκομείου
υπό τα υελώματα τ’ άνθη ξεχνούν
πώς είν’ η λάμψις του ηλίου
και πώς φυσούν αι αύρ’ αι δροσεραί όταν περνούν.

01360001

cavafy archive

Τα χειρόγραφα των παραπάνω ποιημάτων βρίσκονται υπό τη διαχείριση του ιδρύματος Ωνάση από το 2012 και έχουν ψηφιοποιηθεί.