Αλληλεγγύη

Είναι εκεί δεν μπορώ ν’ αλλάξω

με δυο μεγάλα μάτια πίσω απ’ το κύμα

από το μέρος που φυσά ο αγέρας

ακολουθώντας τις φτερούγες των πουλιών

είναι εκεί με δυο μεγάλα μάτια

μήπως άλλαξε κανείς ποτέ του.

 

Τί γυρεύετε; τα μηνύματά σας

έρχουνται αλλαγμένα ώς το καράβι

η αγάπη σας γίνεται μίσος

η γαλήνη σας γίνεται ταραχή

και δεν μπορώ να γυρίσω πίσω

να ιδώ τα πρόσωπά σας στ’ ακρογιάλι.

 

Είναι εκεί τα μεγάλα μάτια

κι όταν μένω καρφωμένος στη γραμμή μου

κι όταν πέφτουν στον ορίζοντα τ’ αστέρια

είναι εκεί δεμένα στον αιθέρα

σα μια τύχη πιο δική μου απ’ τη δική μου.

 

Τα λόγια σας συνήθεια της ακοής

βουίζουν μέσα στα ξάρτια και περνάνε

μήπως πιστεύω πια στην ύπαρξή σας

μοιραίοι σύντροφοι, ανυπόστατοι ίσκιοι.

Έχασε πια το χρώμα αυτός ο κόσμος

καθώς τα φύκια στ’ ακρογιάλι του άλλου χρόνου

γκρίζα ξερά και στο έλεος του ανέμου.

 

Ένα μεγάλο πέλαγο δυο μάτια

ευκίνητα και ακίνητα σαν τον αγέρα

και τα πανιά μου όσο κρατήσουν, κι ο θεός μου.

 

Γιώργος Σεφέρης, Ποιήματα, Ημερολόγιο Καταστρώματος Α’, Εκδ. Ίκαρος

 

 

 

Σήμερα, 20 Σεπτεμβρίου, συμπληρώνονται 49 χρόνια από τον θάνατο του νομπελίστα ποιητή Γιώργου Σεφέρη. Με μια αναδρομή στο παρελθόν (όταν ακόμα δεν μπορούσα να αντιληφθώ συνειδητά τη δύναμη της ποίησης) θυμάμαι στο δημοτικό τη δασκάλα να μας διαβάζει ποιήματά του. Ως παιδί, δεν μπορούσα να καταλάβω πώς γίνεται η ποίηση του “τότε” να αντικατοπτρίζει το “τώρα”, πώς γίνεται το κλίμα του πολέμου, της έλλειψης ελευθερίας και αλληλεγγύης της Ελλάδας του ’40 να υπάρχει στον κόσμο του σήμερα, πώς επαναλαμβάνονται τα μοτίβα της ιστορίας, πώς ανακυκλώνεται η έλλειψη Αλληλεγγύης.

Η αθωότητα της παιδικής ηλικίας είναι αυτή που θέτει το ενστικτώδες ερώτημα «Γιατί οι άνθρωποι πολεμούν;». Μια ερώτηση που κανένα δεκάχρονο παιδί δεν μπορεί να απαντήσει, γιατί στα δικά του μάτια δεν θα έπρεπε να υπάρχει. Αυθόρμητα, ωστόσο, ένιωθα θαυμασμό για την ευστοχία όσων διάβαζα και ταυτόχρονα απογοήτευση από τα αναπάντητα ερωτήματα, όπως ακριβώς νιώθει ένα παιδί όταν του κλείνεις το έργο πριν τελειώσει.

Αργότερα, κατάλαβα ότι ο Σεφέρης χρησιμοποιούσε στην ποίησή του συμβολικά τα πρόσωπα της μυθολογίας, είτε για να περιγράψει την κοινωνία είτε για να “μιλήσει” μέσα από αυτά, φιλοξενώντας τους στοχασμούς του και τα χαρακτηριστικά της εποχής. Ο Γιώργος Σεφέρης δεν ήταν απλά ένας ποιητής που περιέγραφε την εποχή που έζησε, ήταν ένας ποιητής που ανήγαγε το υπόβαθρο της εποχής του σε διαχρονικό έργο, που ο κάθε συμβολισμός είχε μέσα του μια πτυχή του ανθρώπινου χαρακτήρα, που ο ανθρώπινος χαρακτήρας δεν αλλάζει, όσο δεν αλλάζει ο άνθρωπος. Αυτός ο χαρακτήρας μας που υπάρχει ακόμα και σήμερα και που ο Σεφέρης έδειξε μέσα από τα ποιήματά του. Αυτή ήταν, τελικά, η απάντηση στα αναπάντητα ερωτήματα μου: ο άνθρωπος. Γιατί, η σκέψη μας καθορίζει τις πράξεις μας και οι πράξεις μας τον κόσμο μας.

 

 

Σ ‘αυτόν τον κόσμο που ολοένα στενεύει, ο καθένας μας χρειάζεται όλους τους άλλους. Πρέπει ν ‘αναζητήσουμε τον άνθρωπο, όπου και να βρίσκεται. 

Όταν στο δρόμο της Θήβας, ο Οιδίπους συνάντησε τη Σφίγγα, κι αυτή του έθεσε το αίνιγμα της, η απόκρισή του ήταν: ο άνθρωπος. Τούτη η απλή λέξη χάλασε το τέρας, Έχουμε πολλά τέρατα να καταστρέψουμε. Ας συλλογιστούμε την απόκριση του Οιδίποδα.

Απόσπασμα από την ομιλία του Γιώργου Σεφέρη κατά την απονομή του Νόμπελ Λογοτεχνίας στη Στοκχόλμη.