Άννα Ομηρίδη, του Δημήτρη και της Βάγιας.

Πτυχιούχος ΤΕΦΑΑ (Τμήματος Επιστήμης Φυσικής Αγωγής και Αθλητισμού) Αθηνών.

Παιδί πολύτεκνης οικογένειας, ακροβατούσε στα χέρια των γονιών της, πριν ακόμα περπατήσει.

Από τα 3 της χρόνια παρακολουθούσε μαθήματα αυτοάμυνας, κοντά στον πατέρα της Δημήτρη Ομηρίδη, δάσκαλο πολεμικών τεχνών. Κατέχει τον 1ο βαθμό DAN στο JU-JUTSU.

Στα 5 της χρόνια ξεκίνησε μαθήματα πιάνου, τα οποία παρακολουθούσε για 8 χρόνια.

Συμμετείχε στη χορωδία του Εθνικού Ωδείου.

Η μουσική της παιδεία βοήθησε στην εξέλιξη και την ενασχόλησή της με το τραγούδι, καθώς και στη σύνθεση δικών της έργων, και τελικώς συνέβαλε στην εμπειρία της όσον αφορά στη Μουσικοκινητική Αγωγή.

Στα 7 της ξεκίνησε μπαλέτο.

Της αρέσει η ποίηση και από το 1997 μέχρι σήμερα αριθμεί πάνω από 350 δικά της ποιήματα.

Έχει ασχοληθεί με διάφορα είδη πολεμικών τεχνών και χορού.

Έχει παρακολουθήσει μαθήματα Υποκριτικής στο Θέατρο των Αλλαγών.

Στον παρελθόν συμμετείχε σε πρωταθλήματα Latin στην Ελλάδα, έχοντας διακρίσεις στις κατηγορίες Theatre Arts& Rising Stars.

Έχει ακροβατήσει και χορέψει σε φεστιβάλ τσίρκου, θεάτρου δρόμου κ.ά. με την ομάδα της και τα αδέρφια της.

Έχει συμμετάσχει σε συνέδρια Φυσικής Αγωγής & Αθλητισμού με την Ομάδα Δημιουργικού Χορού του ΤΕΦΑΑ.

Έχει συμμετάσχει και οργανώσει κινησιολογικά-χορογραφικά-σκηνοθετικά χοροθεατρικές παραστάσεις, φεστιβάλ παιδικού θεάτρου, θεάτρου δρόμου, μουσικής, χορού, variete, μουσικά live και πολλές άλλες εκδηλώσεις.

Η ειδικότητά της στο ΤΕΦΑΑ καλείται Ορχηστική, και περιλαμβάνει Μουσικοκινητική Αγωγή (Σύστημα CarlOrff), Στοιχεία Σύγχρονου Χορού (Σύστημα Limon), Δημιουργικό Χορό, Κλασσικό Χορό, Ελληνικό Χορόδραμα, Σύστημα Πιλάτες (Pilates), Χοροθεραπεία, Γιόγκα (Yoga), Θεατρικό Παιχνίδι, Τζαζ (Jazz), Λάτιν (Latin), Παραδοσιακούς Χορούς και Λαϊκά Παιχνίδια απ’ όλο τον Κόσμο, Contact Improvisation, Σωματικό Θέατρο κ.α.

Έχει παρακολουθήσει σεμινάρια Ψυχοκινητικής Αγωγής, Μουσικοκινητικής Αγωγής Carl Orff, Δημιουργικού Χορού, Θεατρικού Παιχνιδιού, Κινησιοθεραπείας, Αξιολόγησης Φυσικής Κατάστασης, Σωματικού Θεάτρου, Ποιητικού Σώματος, Feldenkrais, Προγεννητικής και Περιγεννητικής Ψυχολογίας, Δημιουργικής Γραφής κ.α.

Όλες της οι γνώσεις, οι κιναισθητικές της ικανότητες, οι δυνατότητες και οι αδυναμίες της, έχουν μπλεχτεί και τυλιχτεί, δημιουργώντας ένα πολύχρωμο κουβάρι. Αυτό το πολύχρωμο κουβάρι λοιπόν, είναι η Άννα Ομηρίδη.


Ακολουθούν έργα με τα οποία συμμετείχε στους λογοτεχνικούς διαγωνισμούς ποίησης του itravelpoetry καθώς και κάποιοι πίνακές της.


Τατουάζ

Τατουάζ τ’ όνομά σου χαράζω στο χέρι
να θυμίζει ποιος είμαι, ποιος είσαι.. ποιος ξέρει;
Τώρα πίνω, καπνίζω και μονάχη γιορτάζω
κι ένα δάκρυ στα μάτια να κυλήσει διατάζω.

Ποιο λουλούδι θ’ αντέξει τόσο ήλιο στα μάτια;
Ποιο μπλε χάδι κι απόψε θα γιατρέψει κομμάτια;
Συγυρίζω εμένα. Μπα.. νομίζω. Είμαι ψέμα.
Πλησιάζω, δε φτάνω. Στον αέρα με χάνω.

Με κουράζω, με διώχνω. Με βαριέμαι.. δεν το ‘χω.
Με τρομάζω, γεννιέμαι. Δεν υπάρχω, πλανιέμαι.
Είμαι μωβ; Είμαι μπλε; Ήμουν πριν ή ποτέ;
Με φρικάρω, με θέλω. Η ψυχή μου μπουρδέλο!





Θόρυβος στα μάτια

Ουδετεροποίηση
νοθευμένη ποίηση
θόρυβος στα μάτια
στην ψυχή αγκάθια.
Μόνη, άδεια, μία
σαν παρανομία
αναμμένος φάρος
κι ούτε στάλα θάρρος.
Ήρθες, μα δεν ήρθα
νόμιζα δεν είχα
είχα, μα δεν είχες..
Κόκκινες τουλίπες·
μάτωσε το γράμμα
έβαψε το τραύμα
τώρα μωβ σου μοιάζει
το αίμα πού όλο στάζει.
Ζωγραφίζεις ποίημα
μα γλιστρά η ρίμα
σφίξε τα σχοινιά σου
με το κοκαλάκι απ’ τα μαλλιά σου..





Γλυκιά παράβαση

Πόνος στο στήθος
σαν καμπανάκι προειδοποίησης
σαν ρίμα κουρασμένης ποίησης.

Μία χορεύτρια κρεμασμένη απ’ το λαιμό σου
χορεύει μόνη της, όπως κι εγώ
ασήμι ατόφιο, χειροποίητο, λιτό
μα τόσο ακριβό.

Εικοστεσσάρων καρατίων χρόνια
εντός τεσσάρων ημερών θα κλείσουν
τα εικοστέσσερα αυτά τα χρόνια
ζωή μου που ήσουν;
Μια χαλασμένη εξομολόγηση
εν’ άγγιγμα καυτό
τόσο ηδονικό
που δάκρυα σου φέρνει στο κορμί
υγραίνεται η στιγμή, πονάς από ηδονή
γλυκιά παράβαση, ιδρώτας στο χαρτί..

Moon explosion – Άννα Ομηρίδη

Η σπηλιά

Συγγνώμη που δε σου ‘γραψα τόσες ημέρες, δάκρυ
μα ο πόνος με φυλάκισε σε μιας σπηλιάς την άκρη∙
με πλήγωνε, μα άντεξα και τώρα ξανανθίζω
και τ’ ανθισμένα φύλλα μου σου στέλνω, στα χαρίζω.

Για πάψε λίγο να κυλάς και μάθε την αλήθεια
είναι ωραίο να γλιστράς στου έρωτα τα δίχτυα∙
κι αν σε πονάνε που και που σαν ρόϊδου αγκάθια
κόψε τα κι απ’ τα μάτια σου θα τρέξουν άλλα δάκρυα.

Και θα μας γιάννουν τις πληγές κι όλο θα προχωράνε
σα δυο μικρές δροσοσταλιές που στο κενό βουτάνε∙
κι όσο θα ταξιδεύουνε μαζί τα δύο δάκρυα
τόσο θ’ απομακρύνονται απ’ της σπηλιάς την άκρια.

Και θα σε βρω και θα με βρεις και θα ‘ρθω και θα έρθεις
και θα ‘σαι φως κι όχι πληγή κι ελεύθερη θα τρέχεις∙
κι αν δεν υπήρχες ούτε εγώ να υπάρχω θα μπορούσα
γιατί χωρίς τα δάκρυα σου αδύνατο ν’ ανθούσα.



Άγνωστο

Άγνωστες λέξεις
κουράστηκες να τις ακούς
κουράστηκες και να τις βλέπεις∙
έγινες άγνωστη κι εσύ
μέσα στην άγνοια αυτή
που σε κουράζει και δεν αντέχεις

Άγνωστα όλα
κι οι πέτρες άγνωστες∙
κι αυτές οι άγνωστες οι λέξεις
τόσο άνοστες

Άγνωστο μέλλον
τόσο κοντά το άγνωστο μέλλον σου αυτό
και τόσο μακρινό∙
άγνωστο πόσο μακρινό

Άγνωστη αγάπη∙
ερωτευμένη άγνωστο με άγνωστη αγάπη
άγνωστα πάθη
άγνωστα λάθη

Ταξίδι άγνωστο∙
άγνωστος άνεμος σε έφερε εδώ
και πίσω αν θα γυρίσεις δε γνωρίζεις
στο άγνωστο ποντάρεις και ελπίζεις…

Και Ξαφνικά…

Και ξαφνικά μύρισε τσιχλόφουσκα
μύρισε δημοτικό σχολείο
κυλικείο, βρύση, εκδρομή
μύρισε αυλή γεμάτη αμπάριζα
μύρισε τοίχος ασβεστωμένος∙ και χώμα

Και ξαφνικά μύρισε Μεταξουργείο
μύρισε λαστιχάκι στην ταράτσα
μύρισε σπίρτο και οινόπνευμα
κι ένα μικρό κορίτσι με φόρεμα άσπρο
καμμένα φύλλα στην αυλή∙ και φάντασμα

Και ξαφνικά μύρισε κούνια
σταθμός Λαρίσης και ένας σκύλος
κατηφορίζοντας εκείνη την πλατεία
που έβγαζε Ιωαννίνων και Άργους
και μύριζε ο φούρνος στη γωνία∙ τσουρέκι

Και ξαφνικά μύρισε θάνατος
κι ένα κορμί κάτω απ’ το χώμα σαπισμένο
μύρισε Ομόνοια, Καλλιθέα, Πεδίον του Άρεως
το λεωφορείο απέναντί μου σταματημένο
ένα τσιγάρο ακόμα και φεύγω∙ πεθαίνω

Και ξαφνικά μύρισε έρωτας
κι ένας ψηλός θεός από φωτιά φτιαγμένος
μύρισε αέρας δυνατός, όμορφος, ωραίος
και πεταλούδες στα μαλλιά
και μέλι μες στα χέρια∙ και τέλος

Και ξαφνικά μύρισε άχυρο
οικοδομή, τσουλήθρα, γύρω-γύρω
μύρισε ραβασάκι εφτάχρονο
μια καληνύχτα, σ’ αγαπώ κι ένα φιλί
μύρισε κλάμα, γέλιο, ηδονή∙ κι ένα εκκλησάκι

Και ξαφνικά μύρισε φίλη
κι ένα τραγούδι που μου λέει πως φοβάμαι
μύρισε βότκα και ουίσκυ
μύρισε ήλιος και βεγγαλικό
και ξαφνικά μύρισε πάρτυ∙ και τριαντάφυλλο

Και ξαφνικά μύρισε νύχτα
κι ένα τηλέφωνο που ακόμα δε χτυπάει
μύρισε ποίημα και τραγούδι και χορός
μύρισε χρώμα και μια λάμπα αναμμένη
δυο ζωγραφιές στο ροζ τον τοίχο κολλημένες∙ και αίμα




Η πέτρα

Βρήκα μια πέτρα
θύμιζε μωβ
το νερό παγωμένο
κι εγώ στα πρόθυρα του αμόκ

Θέλω να κλάψω
άρα είμαι ζωντανή
κρίμα, έκανα λάθος
η πέτρα είναι γκρι

Γίνομαι…

Γίνομαι αέρας και ταξιδεύω
σε πλησιάζω κι όπως κοιμάσαι σε χαζεύω
πάνω στο άδειο τώρα στήθος σου κουρνιάζω
και της καρδιάς τους χτύπους σου διατάζω

Γίνομαι χώμα και οδηγώ
κάθε σου βήμα να ‘ναι πάνω στο κορμί μου
και τα λουλούδια μου αν πατάς θα το αντέχω
αρκεί να είσαι πάντοτε μαζί μου

Τώρα δα γίνομαι φωτιά
που σπινθηρίζει πίσω απ’ τις κόρες των ματιών σου
κάθε που η σκέψη μου απλώνει στο μυαλό σου
και να με θες προσεύχομαι ξανά

Νερό δε γίνομαι απόψε
φοβάμαι μη μ’ αντιληφθείς καθώς με πίνεις
και πριν καλά-καλά σκεφτείς με διώξεις
γιατί έτσι βιάστηκες να κρίνεις

Αβοκάντο στον Κριό

Τζαζ μεθυσμένη
από στίχους φτιαγμένη
κράτησα το άδειο σου χέρι
μα το κενό, ανάμεσα στο κέντρο απ’ τις παλάμες
ενοχλητικό
κι έτσι το άφησα
και το τσιγάρο μου άναψα
μόνος μιλάς
και με χαλάς
άσε με όμορφη, μη με μαυρίζεις
με μουτζουρώνεις, με αποσυντονίζεις
άσπρο μου παντελόνι
το βρώμικό σου αυτοκίνητο άγαρμπα μου λερώνει
μόνος μιλάς
και με χαλάς
κλείνω τα μάτια -ψυχή μου, μου χαμογελάς-
απ’ το ηλίθιο σπυράκι σου πονάς
κι εγώ πνιγμένη μες στο κύμα
να προσπαθώ να γράψω ποίημα
με τη βλακεία μου γελώ
θα ‘λεγα ξεκαρδίζομαι, μα καταβάθος αγανακτώ
βρώμικο σπίτι, ένας σκασμένος θερμοσίφωνας,
ξινό ακτινίδιο, αβοκάντο στον Κριό
φουλ αποσυντονίζομαι, φουλ επαναπροσδιορίζομαι
μόλις κατέβηκα απ’ τον ουρανό
μισό..
τη μάσκα μου φορώ
τι βαρετό!!
-Όχι, ευχαριστώ. Αβοκάντο στον Κριό.






Δίδυμος Αέρας

Χαλί από ασημόσκονη στρωμένο στη θάλασσα.
Μαύρη αμμουδιά στα δάχτυλα με το τυρκουάζ δαχτυλίδι.
Λάβα. Σαντορίνη.
Μια κιθάρα που κλαίει.
Ένα φεγγάρι που κάνει παιχνίδια κόκκινα.
Κάθε μέρα είναι διαφορετική η σελήνη.
Μια γάτα τη φωνάζει. Κατερίνα.
Και ο αέρας ηχεί σαν κύμα.
Μια οθόνη μαύρη με αστέρια χύμα
στο πέτρινο μπαλκόνι.
Το φανάρι σκιά στο τραπέζι.
Μια πένα μαύρη, μπουκάλι από κρύσταλλο, σταφύλι, τασάκι.
Ένα ποτήρι κρασί λούζει το δέρμα μου. Κόκκινο.
Το κερί σαν ηλιοβασίλεμα αργοσβήνει.
Δεν είναι αλήθεια αυτή η στιγμή, μα μια παραίσθηση με ξύλινη σκεπή.
Ένα αστέρι που ξεψύχησε λίγο πριν αγγίξει τη βουνοκορφή.
Το κερί πέθανε.
Στην Άνδρο ο αέρας είναι δίδυμος.